«Πολλή φασαρία γίνεται τώρα τελευταία
με τον Καρυωτάκη. Σαν πεθάνει κανένας...»*
Φώτης Κόντογλους
Στους Δελφούς εμετρήθηκε το πνεύμα δύο Ελλάδων.Ο Αισχύλος πάλι εξύπνησε την ηχώ των Φαιδριάδων.Lorgons, Kodaks, operateurs, στου Προμηθέα τον πόνοέδωσαν ιδιαίτερο, γραφικότατο τόνο.Ενας λυγμός εκίνησε τ’ απίθανα αυτά πλήθη.Κι όταν, χωρίς να πέσει αυλαία, η ομήγυρις διελύθη,τίποτε δεν ετάρασσε την ιερή εκεί πέρασιγή. Κάποιος γυπαετός έσχισε τον αιθέρα...*
'Οταν ο Σικελιανός και η κυρία Εύα Σικελιανού απεφάσιζαν να παρουσιάσουν, στο άκρως υποβλητικό περιβάλλον των Δελφών, με μέσα αρχαϊκά μαζί και σύγχρονα, την τραγωδία του Αισχύλου, ενώνοντας μάλιστα τον μύθο του Προμηθέως και τη χριστιανική παράδοση σε κάποιο ενιαίο σύμβολο, στην αιώνια εικόνα του υπέρτερου ανθρώπου που αγωνίζεται και συντρίβεται κάτου από το ιδανικό του, η επιτυχία της μνημειώδους αυτής προσπαθείας είχε σχεδόν συντελεσθεί. Η παράστασις, με τη μεγαλοπρέπεια και την ακριβεία που την εχαρακτήριζε, ήλθε, έπειτα από αναμονή ετών, σαν ιεροτελεστία, για να εξωτερικεύσει μόνο και να καθιερώσει μίαν θαυμαστήν ποιητικήν σύλληψιν.
Η πρώτη εμφάνισις των ηθοποιών, με τις κινούμενες –θά 'λεγε κανείς- από εντατικήν έκφραση μάσκες, ήταν αληθινή αποκάλυψις. Μιλούσαν από τα βάθη των αιώνων, υπό τας Φαιδριάδας, οι παθητικοί θεοί των Ελλήνων. Και ό,τι έλεγαν έμοιαζε πολύ ανθρώπινο, γιατί απηχούσε βαθιά στον ιερό βράχο και στην ψυχή μας. Η πρόοδος έπειτα της υποθέσεως, η πλαστική ανάπτυξις του χορού, και το θρησκευτικό άσμα που τον συνόδευε, απεκορύφωσαν αυτή την εντύπωση.
Ας μη μεμψιμοιρούμε. Ας μη φέρνουμε έως τα άδυτα των ναών τις προκαταλήψεις μας. Η λεπτολόγος ανάλυσις δεν οδηγεί πάντοτε προς την αλήθεια. Βέβαια, στην επιτυχή εμφάνιση της τραγωδίας συνετέλεσαν η ακαταγώνιστος επιβολή του τοπίου και η συναισθηματική δυναμικότης ορισμένων θεατών. Η εκτέλεσις δεν ήταν, ούτε μπορούσε να είναι, σε όλες τις λεπτομέρειες άψογος.
Η παράστασις εν τούτοις του Προμηθέως Δεσμώτου στο αρχαίο θέατρο των Δελφών στάθηκε, νομίζω, για την Ελλάδα ένα μεγάλο καλλιτεχνικό γεγονός, το μοναδικόν ίσως της φθινούσης πνευματικής ζωής των τελευταίων χρόνων. Σε δύο ή τρία σημεία ησθάνετο κανείς μίαν απόλυτον έκσταση, κάτι σαν πνοή αθανασίας, το θείο εκείνο ρίγος που εξιλεώνει την καθημερινή ασχήμια και δικαιολογεί την ύπαρξη.
Κ.Γ.Καρυωτάκης (επιμ. Γ.Π.Σαββίδης, έκδ. Εστία ΝΕΒ ΠΟ 21, σ. 180. – Αρχικά στο περιοδικό Αλεξανδρινή Τέχνη, Α' 9, Αύγουστος 1927, σ. 11).Μια κριτική την οποία γράφει ο Κ. Καρυωτάκης για την πρώτη από τις Δελφικές Εορτές (Μάιος 1927) παράσταση του «Προμηθέα Δεσμώτη» από τον Σικελιανό, και την καταχωρώ στο άωρον τετράδιό μου απ’ αφορμή των αείποτε Επιδαυρίων της σήμερον. Ο ίδιος, την ημέρα της φυγής του, 21η Ιουλίου (1928).-----Το motto με την πικρία του Κόντογλου αρχικά στα Νεοελληνικά Γράμματα (τ. 75, 23.4.1938), κατόπιν στον τόμο για τον Καρυωτάκη (ό.π., σσ. 236-237).Το ποίημα του Καρυωτάκη το οποίο προτάσσω ονομάζεται ακριβώς Δελφική Εορτή και είναι γραμμένο με την ίδια αφορμή του Μαΐου 1927 (ό.π., σ. 108). Οι τρεις ξένες λέξεις αποτελούν την ειρωνεία του ποιητή προς όλους εκείνους τους διανοούμενους (Lorgnons, γυαλιά που συγκρατούνται στην μύτη με ένα ελατήριο [: σχόλιο επιμ. Σαββίδη]) που κατέκλυσαν το αρχαίο θέατρο εκείνην την ημέρα. Ο ίδιος.