Η κυκλαδική γλυπτική και οι κυκλαδικές τέχνες γενικότερα έχουν ορισμένα χαρακτηριστικά [...]: υπακούουν σ’ έναν κανόνα, έχουν αναλογίες και είναι απλές. Οι ιδιότητες αυτές απαντούν και στην τέχνη των πρώιμων χρόνων της Αιγύπτου και εμφανίζονται και πάλι στην τέχνη της Ελλάδας των αρχαϊκών χρόνων, πιθανότατα ως απόρροια αιγυπτιακής επίδρασης.
Η τάξη – ο κανόνας και οι αναλογίες – που έμελλε να αποτελέσει κύριο χαρακτηριστικό της τέχνης και της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, ήταν λοιπόν ήδη παρούσα στα νησιά της τρίτη π.Χ. χιλιετία. Ο Απόλλων, βέβαια, ήταν θεός της λογικής και της τάξης. Η απλότητα, η ηρεμία, ο κανόνας και οι αναλογίες είναι κατ' εξοχήν Απολλώνιες ιδιότητες, οι αντίθεση προς την ταραχώδη πληθωρικότητα και την αχαλίνωτη έκφραση του Διονυσιακού στοιχείου.
Είναι λοιπόν απόλυτα ταιριαστό το ότι ο τόπος γέννησης του Απόλλωνα, καθώς και της αδελφής του Αρτέμιδος, της παρθένας κυνηγού, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ήταν το κυκλαδικό νησί της Δήλου.
*
Η κυκλαδική τέχνη είχε προβλέψει πολλούς αιώνες πριν την έννοια της τάξης μέσα από την οποία γεννήθηκαν ο Κούρος και η Κόρη, για παράδειγμα. Οι Έλληνες, ωστόσο, είχαν σαφέστερη αντίληψη για την πρόοδο, με αποτέλεσμα μόλις έναν αιώνα μετά τον Κούρο της Μήλου να αναγνωρίζουμε στο «Παιδί του Κριτίου», το τελευταίο έργο της σειράς αυτής, πολλά από τα στοιχεία της ώριμης κλασικής γλυπτικής.
Με την ανάπτυξη όμως του κλασικού ιδεώδους για την ομορφιά, το οποίο «το Παιδί του Κριτίου» ενσαρκώνει τόσο καλά, ήρθε και η υιοθέτηση της φυσιοκρατίας στην τέχνη, που στα ρωμαϊκά χρόνια έφτασε πλέον να γίνει μια απλή επανάληψη. Η εκ νέου ανακάλυψή του το 14ο αιώνα στην Ιταλία, υπήρξε μεγάλη στιγμή στην εξέλιξη των εικαστικών τεχνών στη Δύση. Όμως η αναγεννημένη παράδοση κατέληξε και πάλι σε μια πνιγηρή σύμβαση.
Χρειάστηκε το μοντέρνο κίνημα του 20ου αιώνα για να μάς γυρίσει πίσω σ' αυτή τη σημαντική και για πολύ χρόνο παραμελημένη αξία της τέχνης: την απλότητα στην οποία φτάνει κανείς μέσα από την αφαίρεση της μορφής. Το κυκλαδικό πνεύμα αναβίωσε. Η αμεσότητα και η απλοποίηση, που έναν αιώνα πριν έμοιαζαν «αποκρουστικά άσχημες», αποπνέουν σήμερα μια συνάφεια οπτική και μια ευαισθησία μορφής που θαυμάζουμε απεριόριστα.
Το κυκλαδικό πνεύμα μπορεί να ενσαρκώνει μια μεγάλη φρεσκάδα όρασης αλλά στο βάθος του υπάρχει η αίσθηση της τάξης, μιας τάξης που ενέχει εντονότατη επίγνωση της παράδοσης. [...]
*
Στις Κυκλάδες αναπτύχθηκε επίσης, για πρώτη φορά στην Ευρώπη, το ενδιαφέρον για την κανονικότητα των αναλογιών που βρίσκεται πίσω από τα πράγματα. Η αναζήτηση της οπτικής αρμονίας συνεχίστηκε και από τους γλύπτες της αρχαϊκής και της κλασικής Ελλάδας και είχε το παράλληλό της στην έρευνα των φιλοσόφων για τις βασικές αρχές του φυσικού κόσμου, μια έρευνα που όταν αναβίωσε κατά την Αναγέννηση, έδωσε το έναυσμα για την επιστημονική επανάσταση από την οποία ξεκίνησε και ο σύγχρονος κόσμος.
*
[...] Ο κλασικός κόσμος έπεσε σε παρακμή τον 4ο μ.Χ. αιώνα και μαζί του οι οπτικές συμβάσεις. Στη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου που ακολούθησε, επικράτησαν διαφορετικά ιδεώδη (την εποχή αυτή, εξάλλου, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου παραστάσεις του ανθρώπινου σώματος σε πέτρα). Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο –την απομάκρυνση, δηλαδή, της βυζαντινής τέχνης από τον κλασικό κανόνα-, όταν οι γλύπτες και οι ζωγράφοι της ιταλικής Αναγέννησης άρχισαν να ανακαλύπτουν και να καθιερώνουν και πάλι την κλασική τέχνη, η βυζαντινή τεχνοτροπία έμεινε για πολύ καιρό παραγνωρισμένη.
Colin Renfrew, Το Κυκλαδικό Πνεύμα. Αριστουργήματα της Συλλογής Νικολάου Π. Γουλανδρή (μτφρ. Κλ. Παλυβού, έκδ. Ομώνυμο Ίδρυμα & Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, Αθήνα 1991, σσ. 186-187, 169).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου