Ο Ελβετός κριτικός Κόνραντ Φάρνερ αναφέρει την χριστιανική τέχνη κατά την περίοδο της όψιμης αρχαιότητας ως παράδειγμα νέου περιεχομένου που δανείζεται παλιές μορφές:
«Η τέχνη αυτή, γράφει, κάνει χρήση παλιών παγανιστικών μορφών για να εκφράσει ένα νέο, όχι πια παγανιστικό περιεχόμενο. Οι Χριστιανοί καλλιτέχνες ήταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν παλιές μορφές για να παρουσιάσουν το νέο περιεχόμενο με τον πιο άμεσο τρόπο που ήταν δυνατόν, αφού αυτές οι μορφές ανταποκρίνονταν στους οικείους τρόπους όρασης -και η πρωταρχική φροντίδα των πρώτων Χριστιανών ήταν να διαδώσουν πλατειά το Χριστιανικό μήνυμα, για να δημιουργήσουν ένα νέο κόσμο.
Γενεές καλλιτεχνών έπρεπε νά 'ρθουν και να φύγουν προτού να βρεθεί μια νέα μορφή που ν' αντιστοιχεί στο νέο περιεχόμενο, γιατί οι νέες μορφές δε δημιουργούνται ξαφνικά, ούτε εισάγονται με διατάγματα –πράγμα που, ας ειπωθεί παρενθετικά, αληθεύει και για τα νέα περιεχόμενα.
Αλλά ας το αποσαφηνίσουμε: το περιεχόμενο, όχι η μορφή είναι πάντοτε το πρώτο που ανανεώνεται· το περιεχόμενο γεννά τη μορφή, και όχι τ' αντίθετο, το περιεχόμενο προηγείται, όχι μόνο ως προς τη σπουδαιότητα, αλλά και χρονικά, και αυτό ισχύει για τη φύση, για την κοινωνία και, επομένως, και για την τέχνη.
Όπου η μορφή είναι σπουδαιότερη από το περιεχόμενο, θα δούμε πως το περιεχόμενο είναι απαρχαιωμένο. Στα τέλη του Μεσαίωνα έχουμε την χοντροκομμένη Γοτθική τέχνη, τον καιρό που ξεψυχούσε η απολυταρχία έχουμε το επιτηδευμένο Ροκοκό και τον καιρό που παρακμάζει η αστική τάξη την κενή αφαίρεση».
Έρνστ Φίσερ, Η αναγκαιότητα της τέχνης (μτφρ. Φ. Χατζηδάκη, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1966, σσ. 170-171).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου