Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

ουκ έστιν ευρείν της αλυπίας τέχνην


προσλαλεί σοι τω μέλει
φιλωδός αντίμολπον αλκυών μέλος *

Εις τον βίον Β΄

Ψυχή, τί φεύγεις τους καθημέραν πόνους;
Ουκ έστιν ευρείν της αλυπίας τέχνην.
Την γήν ακάνθας, τον βίον δε φροντίδας
φέρειν ο Πλάστης εξεθέσπισε. Φέρε.


(= Γιατί αποφεύγεις τα καθημερνά, ψυχή μου,
βάσανα; Δεν θα βρείς της αλυπίας την τέχνη.
Θέσπισε ο Πλάστης νά 'χει αγκάθια η γή από κάτω
και μύριες έγνοιες η ζωή μας. Βάσταξέ τες.)

*

Εις την απόστασιν

Νυν, ουρανέ, στάλαξον όμβρους αιμάτων·
αήρ, επενδύθητι πένθιμον σκότος·
η γή, καταξάνθητι και ράγηθί μοι,
κόψον τα δένδρα, ρίψον οία βοστρύχους,
όλην στολήν μέλαιναν, αντί της χλόης,
το σον πρόσωπον αμφιέσασα, στένε.
Το συγγενές μεν αίμα πάσαν την Έω
πρώτον νέμει τε και μερίζεται ξίφος
τα συμφυή
, φευ, και γένη τε και μέλη.
Πατήρ μεν οργά προς σφαγήν των φιλτάτων·
και δεξιάν παις πατρικώ χραίνει φόνω·
αίρει δε και μάχαιραν, ώ πικρού πάθους!
ανήρ αδελφός εις αδελφού καρδίαν·
η γή δε πολλοίς συσπαραχθείσα τρόμοις,
κάτω δονείται, και κεραυνών αι φλόγες
άνωθεν αυτήν εκτεφρούσι την κόνιν.

[…]

(= Στην αποστασία

Αίμα να ρίξεις σα βροχή, ουρανέ μου, τώρα·
τώρα ντύσου με πένθιμο σκοτάδι, αέρα·
η γή, απ' τον πόνο με τα νύχια σου ξεσκίσου,
ξερίζωσε τα δέντρα, ρίξ' τα σαν πλεξούδες
και βόγγηξε, σκεπάζοντας με μαύρο ρούχο
το πρόσωπό σου τώρα αντί για το χορτάρι.
Δικό μας αίμα την Μικράν Ασίαν όλη
τη διαφεντεύει και το ξίφος διαχωρίζει,
ωιμέ!, γονείς και συγγενείς, παιδιά κι αδέρφια.
Τρέχει ο πατέρας να σκοτώσει το παιδί του·
και το παιδί μετά φονεύει τον πατέρα·
μαχαίρι βγάζει ο αδερφός, ώ πικρή τρέλα,
για να το μπήξει μες στο στέρνο τ' αδελφού του.
Κάτω από μας η γή σπαράζεται και σειέται
από τον τρόμο κι από πάνω μας οι φλόγες
των κεραυνών
κάνουνε στάχτη και τη σκόνη. [...])

Ιωάννης ο Γεωμέτρης, ποιήματα, εκ της συλλογής Ιωάννης Γεωμέτρης - Χριστόφορος Μυτιληναίος – Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης. Τρεις μεγάλοι Βυζαντινοί ποιητές (επιλ.-μτφρ. Γ. Βαρθαλίτης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2017, σσ. 64-65, 24-25).


-----
* Στο motto στιχάκι του ιδίου εκ του ποιήματος Είς τινα μουσικόν (ό.π., 36-37), το οποίο αποδίδει ο μεταφραστής: «κι η φιλόμουση Αλκυόνα / με το δικό της σού αποκρίνεται τραγούδι».

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

περί Θεοδώρου, βυζαντινής τέχνης και προπατορικής φύσεως


αλλά την έμμονον και κακίστην διάθεσιν και χρονίαν
και εκ πατέρων εις παίδας μεταδιδομένην
και οίον ειπείν δια το εν ημίν ριζωθήναι
εις φύσιν μεταποιηθείσαν

εικότως ενταύθα φύσιν κέκληκεν ο απόστολος.*

Ο Αλλάτιος εις την διατριβήν του Περί Θεοδώρων μνημονεύει συνολικώς 145 αρχαίους και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, οι οποίοι έφερον το όνομα τούτο. Κατά δε τον ΣΤ΄αιώνα το όνομα Θεόδωρος τυγχάνει λίαν σύνηθες.

*

Ο Παν. Χρήστου παρατήρει ότι η νεοχαλκηδονική θεολογία έδωσε την σφραγίδα της και εις την βυζαντινήν τέχνην. Η ανθρωπότης του Χριστού παρουσιάζεται ως υπεργηίνη και φωτιζομένη υπό του θείου Λόγου. Αναπαράστασιν των αντιλήψεων της νεοχαλκηδονικής θεολογίας, παρατηρεί ο θεατής εις το μωσαϊκόν της σταυρώσεως του Χριστού εν τω ναώ της Αγίας Σοφίας (Πατέρες και Θεολόγοι του Χριστιανισμού, Θεσ/νίκη 1971, σ. 307).

Αθαν. Νίκας, Θεόδωρος της Ραϊθού (διδ. διατριβ. έκδ. Μονής Σινά, Αθήναι 1981, σσ. 14, 8 σημ. 30).


-----
* Στο motto στοιχειώδης φρασούλα Θεοδώρου της Ραϊθού, Προπαρασκευή [203: 9-12] (ό.π., σσ. 208-209), την οποία μεταφράζει ο Αθ. Νίκας ως εξής: «αλλά εδώ εύλογα ο Απόστολος αποκάλεσε φύση την έμμονη και κάκιστη διάθεση που χρονίζει και μεταδίδεται από πατέρες σε παιδιά και, σαν να πούμε, μεταβλήθηκε σε φύση επειδή ριζώθηκε γερά μέσα μας».

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

προπαρασκευή τινα


ο γαρ θεός υπερούσιος
υπέρ επέκεινα πάσης ουσίας
και εί τι τούτου πορρωτέρω υπάρχει.*

Με τέτοια λοιπόν ακατανίκητα συμπεράσματα αποδιώχνει ο λόγος της Εκκλησίας τους πλανώμενους της κάθε παράταξης και δεν αφήνει περιθώρια σ' αυτούς που θέλουν να συκοφαντήσουν την αλήθεια. Διότι αν κάποιος που επιθυμεί τη διαίρεση επιχειρήσει με την ομολογία των δύο φύσεων να βγάλει συμπεράσματα ότι πρόκειται για δύο υποστάσεις δηλ. πρόσωπα, βεβαίως διαψεύδεται και μάλιστα όχι λίγο με τους ορισμούς που προαναφέρθηκαν. Διαψεύδεται όμως πολύ περισσότερον με τον άλλο από τους όρους και μάλιστα πολύ εύκολα, εννοώ δηλ. τον όρο μία φύση του Θεού λόγου σεσαρκωμένη.

Ο όρος αυτός παρουσιάζει με σαφήνεια ότι η ανθρωπότητα του Χριστού δεν έγινε ποτέ γνωστή ως υπόσταση παρά μόνον όταν η θεϊκή φύση εισέδυσε στην παρθενική μήτρα. Από την παρθενική λοιπόν μήτρα με ανέκφραστο τρόπο έπλαθε και έδινε σ' αυτή μορφή διά του εαυτού της με αποτέλεσμα ούτε οι ίδιες οι πρώτες αρχές της ζωοπλαστίας να μην έχουν την ανθρώπινη φύση χωρίς την ουσιώδη και φυσική εμφιλοχώρηση της θείας φύσεως η οποία προσέλαβε την ανθρώπινη.

Και γιατί αναφέρω τις αρχές της ζωοπλαστίας τη στιγμή που η ίδια η παρθένος Μαρία δεν θα μπορούσε να πάρει δύναμη για να γεννήσει με τρόπο υπερφυσικό, εάν ο λόγος (ο θείος) δεν την παρορμούσε σ' αυτό με την εγκατοίκησή του στη μήτρα; Επομένως πώς είναι δυνατόν, αυτή η ανθρωπότητα του Χριστού που ποτέ δεν υπήρξε ως ιδιάζουσα υπόσταση αλλά πέτυχε την ύπαρξη και την υπόσταση με το θεό λόγο που την προσέλαβε, πώς μπορεί αυτή η ανθρωπότητα να ονομαστεί ποτέ υπόσταση, ή να μπορεί να αναγνωριστεί ξεχωριστά ως πρόσωπο ιδιοσύστατο καθ' εαυτό;

Είναι πράγματι ηλίθιο και μάταιο να ομολογεί κανείς αυτά και να αναζητεί δύο υποστάσεις ή πρόσωπα σ' ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Εκτός εάν κανείς τιμάει αυτά και τα ασπάζεται κάπως με τα χείλη, ενώ η καρδιά του απέχει πολύ από αυτά. [ηλίθιον όντως και μάταιον το ταύτα συνομολογείν και δύο υποστάσεις ή πρόσωπα ζητείν επί του τοιούτου αποτελέσματος, ει μή τι άρα τις τοις χείλεσι μεν τιμά και ασπάζεται ταύτα, η δε καρδία αυτού πόρρω απέχει απ' αυτών.]

Εάν λοιπόν κάποιος θέλει να ομολογεί γνήσια και εκκλησιαστικά τις δύο φύσεις στο Χριστό και τον όρο μία φύση του Θεού λόγου σεσαρκωμένη ας τα δεχτεί με απλωμένα χέρια και ολόκληρη την καρδιά του, όπως τα φανερώνουν όσα είπαμε. Αν πάλι νομίζει ότι εμείς συγχέουμε τη θεία οικονομία, επειδή τάχα το σεσαρκωμένη μπορεί να εννοηθεί και διαφορετικά, λαμβάνοντας υπόψη κοντά στο λόγο της ευσέβειας την ερμηνεία ενσαρκωμένη με σάρκα ζωντανή συναποτελούμενη από ψυχή νοερή και λογική να σταματήσει στο εξής να προφασίζεται αμαρτωλές προφάσεις.

Θεοδώρου της Ραϊθού, Προπαρασκευή [192-193, 4] εν Αθαν. Νίκας, Θεόδωρος της Ραϊθού (έκδ. Μονής Σινά, Αθήναι 1981, μτφρ. σσ. 186-189). - Στο motto στοιχειώδης φρασούλα του ιδίου πατρός (ό.π., [202, 9-10], εν σσ. 206-207).

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

έφαγαν από του καρπού


[...] όπως οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο αντιλήφθησαν ότι είναι γυμνοί, αφού έφαγαν τον καρπό της παρακοής και αφού έπαψαν να είναι προσηλωμένοι στον Θεόν και στην τήρηση της εντολής Του, ασχολήθηκαν με το φίδι και έτσι εξέπεσαν της τρυφής του Παραδείσου και του ύψους του ουρανού.

Έτσι και εδώ ο δόλιος και καταστροφέας της ζωής μας, σχεδιάζει. Αφού μεγαλοποιεί και ανοίγει τα νοητικά και σωματικά μας μάτια σε θεωρία πλανεμένη, σαν να απογυμνώνει τον πλησίον από το ρούχο του, παρουσιάζει το κακό ως καλό και αρεστό θέαμα στα μάτια. Όπως ακριβώς λοιπόν οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο, βλέπουμε οι δυστυχείς ενώ ιστάμεθα στην Εκκλησία, ο ένας τον άλλον γυμνούς. Επειδή τρώμε κρυφά από τον καρπό της παρακοής, δηλαδή επειδή πάψαμε να είμαστε προσηλωμένοι στον Θεό και μόνο από Εκείνον να ζητούμε την εκπλήρωση των αιτημάτων μας, εμείς νομίζοντας ότι μάλλον από τον διπλανό μας θα πάρουμε ό,τι ζητούμε, πάντα σ' αυτόν έχουμε στραμμένη την προσοχή μας. Αλλά ας αποστρέψουμε τα μάτια μας επιτέλους, να μη βλέπουμε μάταια πράγματα.

Ας μην βλέπουμε γύρω, δεξιά κι αριστερά [Γεν. ιθ΄, 17], μήπως απολιθωθούμε σε στήλη άλατος. Ας σωθούμε, φεύγοντας στο όρος. «Όρος ό ευδόκησεν ο Θεός κατοικείν εν αυτώ» [Ψαλμ. ξζ΄, 17], δηλαδή τα λόγια της πίστεως τα οποία κηρύττουμε. Διότι, τί έχεις να δείς αγαπητέ μου, παρατηρώντας τον πλησίον; Κυρίως ακαθαρσία, δυσωδία και ατιμωτικά πάθη. Κανείς δεν είναι καθαρός στον ρύπο, αδελφοί, έστω κι αν έζησε μία μόνο μέρα.

Έπειτα, τί θα συμβεί εξαιτίας αυτού; Κατά κύριο λόγο ψυχραίνεται η αγάπη μας για τον συνάνθρωπο. Διότι φαίνεται άτιμος στα μάτια μας και μισητός και επειδή θεωρείται εμπαθής, ακολούθως και εξουθενώνεται. Δικαιολογημένα λοιπόν θα πεί σε μάς ο Θείος Απόστολος: «Συ τί κρίνεις τον πλησίον ή συ τί εξουθενείς τον αδελφόν σου;» [Ιακ. Δ΄, 12].

Έτσι, συμβαίνουν και σε μάς τα όσα συνέβησαν στον Παράδεισο. Εκεί μεν αισθητώς, εφόσον έφαγαν από του καρπού του «γινώσκειν καλόν και πονηρόν», εδώ δε νοητώς, με το να διακρίνουμε ποιός είναι αγαθός και ποιός πονηρός. Δηλαδή, βλέποντας τα κρυπτά [τις προσωπικές υποθέσεις] των άλλων, οπωσδήποτε λέμε στον εαυτό μας: «Αυτός είναι καλός, ο άλλος πονηρός, ο άλλος εμπαθής».

Μ' αυτό τον τρόπο λοιπόν εκπληρώνεται σ’ εμάς η βρώση κατά παρακοή, για να γνωρίσουμε το καλό ή το πονηρό.

*

Και ξαφνικά βλέπει ράβδο φωτιάς στον αέρα να εκτείνεται από την αγία πόλη μέχρι τα Βόστρα.

[Σημ. «… ήσαν δε τα Βόστρα το τέρμα της εις Αραβίαν αγούσης Ρωμαϊκής οδού, έδρα του Ρωμαίου διοικητού και σταθμός λεγεώνος, πόλις ευδαίμων και πλουσία, οχυράν, έχουσα … ακρόπολιν, θέατρα, στοάς, λουτρά… απέβησαν το σπουδαιότερο κέντρο του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού εν ταις πέραν του Ιορδάνου χώραις.». (Χρ. Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλ. Ιεροσολύμων, σ. 63).].

Εκ του Βίου του οσίου Γεωργίου του Χοζεβίτου, εν Του Χοζεβά άγιοι κτήτορες. Των ασκητών ποδηγέται (έκδ. Ι.Μονής Χοζεβά, 2007, σσ. 87-89, 58 ).

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2020

δεκάπολις


Ώ! Την Ευρώπη νοσταλγώ με τα παμπάλαια τείχη! *

Ο Πομπήιος (64 π.Χ.) επανίδρυσε τις ελληνικές πόλεις, που είχαν καταστρέψει οι Εβραίοι και θεμελίωσε την οικονομική ένωση 10 πόλεων, γνωστή με το όνομα Δεκάπολις. Την αποτέλεσαν οι πόλεις Σκυθόπολις, Πέλλα, Ίππος, Δαμασκός, Δίον, Κάναθα, Γέρασα και η Φιλαδέλφεια. Αργότερα προστέθηκαν στη Δεκάπολη οι πόλεις Άρβηλα, Καπιτωλιάς, Ντεράα και Μπόσρα.

*

Περί της αρχές του Β΄ αι. μ.Χ. η χώρα, μαζί με την Δεκάπολη, συναποτέλεσε τη ρωμαϊκή επαρχία της Πετραίας Αραβίας με πρωτεύουσα την Πέτρα και αργότερα τη Μπόσρα (στη σημερινή Συρία). Τότε άρχισε και η κατασκευή του πλακόστρωτου δρόμου του Τραϊανού από τη Μπόσρα ώς την Άκαμπα. Ο δρόμος τελείωσε στους χρόνους του Αδριανού.

*

[Στο νότιο θέατρο της Αντιόχειας της επί Χρυσορρόη (Γέρασα):] Την καλή ακουστική του την κάνει τελειότερη σειρά αντιμετώπων οπών, μικρού βάθους και διαμέτρου 25 περίπου εκατοστών, στα θωράκια της ορχήστρας.

Αν μιλήσεις χαμηλόφωνα μπροστά σε μια από τις οπές, σε ακούει καθαρά ο ευρισκόμενος αντιμέτωπα στην εκ διαμέτρου απέναντι οπή. Πρόκειται για ασυνήθιστη και μοναδική επινόηση στο χώρο του αρχαίου θεάτρου.

Επαμ. Βρανόπουλος, Οδοιπορικό στην Ιορδανία (έκδ. Κεντρ. Ερεύνης & Μελέτης Ελληνισμού, Αθήνα 1991, σσ. 26, 28, 52).


-----
* Στο motto στίχος του Ρεμπώ, από το «Μεθυσμένο καράβι» σε απόδοση Καίσαρα Εμμανουήλ, εν Μεταφράσεις (έκδ. Πρόσπερος, Αθήνα 1981, σ. 75).

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

περιβόητος σεισμός


[…] κοντά στην πλαγιά του λόφου [του Κουρίου, νέες ανασκαφές] αποκάλυψαν συγκρότημα κατοικιών που καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό. Ο ανασκαφέας έχει ταυτίσει την καταστροφή με τον περιβόητο σεισμό που έγινε την 23η Ιουλίου του 365 μ.Χ. γύρω στις 5.30 π.μ. και συγκλόνισε μεγάλο μέρος της ανατολικής Μεσογείου με παλιρροιακά κύματα.

Σε μικρή αυλή σώζεται μια ορθογώνια σκάφη για τη διατροφή ζώων που είχε σπάσει κατά το σεισμό. Προσδεμένο ακόμη στη σκάφη βρέθηκε ένα μουλάρι και στο ίδιο δωμάτιο σκοτώθηκε ένα κοριτσάκι 13 χρόνων, θύματα των αλλεπάλληλων σεισμικών δονήσεων. Βρέθηκε πεσμένο μπρούμυτα, κρατώντας το κεφάλι με τα χέρια και στραμμένο προς τα νοτιοδυτικά όπου ήταν το επίκεντρο του σεισμού. Πίσω από το δωμάτιο αυτό υπάρχει μεγάλο δωμάτιο που ήταν εν μέρει στεγασμένο και δείχνει πως ο κεντρικός στύλος ξέφυγε από το στήριγμά του κατά τον σεισμό.

Συνολικά βρέθηκαν τέσσερις άνθρωποι παγιδευμένοι στο χώρο αυτό που δεν ξανακτίστηκε κατά τον 5ο αιώνα και γι' αυτό αναμένεται να δώσει λεπτομερή εικόνα της αρχαίας Κυπριακής ζωής σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Οδηγός Κουρίου (έκδ. Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου, Λευκωσία 1987, σ., 29).

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2020

οι ερασταί της Πέλλης, ή πώς ο Αλέξανδρος διεσώθη υπό του Κρατερού


Εικονίζετο κυνήγιον λέοντος εντός ουδετέρου τοπίου επί εδάφους στικτού διά πολυχρώμων βοτσάλων, λευκών, ερυθρών, καστανών κλπ. Εις το μέσον της εικόνος άγριος λέων ορμά επί γυμνού νεανίου, αιφνιδίως ίσταται και μετά βρυχηθμού στρέφει την κεφαλήν προς έτερον θηρευτήν επερχόμενον. Η ουρά αυτού, ως όφις φαρμακερός μαστιγώνει τον αέρα.

Ο έμπροσθεν του λέοντος ευρισκόμενος γυμνός νεανίας αμύνεται διστακτικώς υψώνων το δόρυ και προτάσσων τον κολεόν αντί του γυμνού ξίφους. Φέρει πίλον μακεδονικόν εις την κεφαλήν και χλαμύδα πορπουμένη επί του ώμου, ήτις ως φύλλον μαραμένον πίπτει επί της προβαλλομένης χειρός. Ελκύει την συμπάθειαν ο έφηβος διά την παθητικήν αυτού στάσιν.

Το όμορφον αυτού πρόσωπον επί παλλεύκου λαιμού πλαισιούται υπό κόμης. Οφρύες καμπύλαι και μεγάλαι πλαισιούσιν οφθαλμούς υγρούς και ρεμβώδεις. Χείλη ερυθρά και σαρκώδη θελκτικόν υπόσχονται φίλημα! Μυώνες ελαφρώς σχηματιζόμενοι. Του ομφαλού και της μαλακής κοιλίας έντονος υποδήλωσις. Πέος σμικρόν, της βαλάνου συρρικνουμένης παρθενικώς και όρχεις ωσαύτως μικροί.

Ο έτερος θηρευτής παρουσιάζει όλως αντίθετα χαρακτηριστικά, πείθων διά την ενεργητικήν αυτού στάσιν κατά την στιγμήν του γεγονότος. Ανήρ ούτος επιπίπτει τω λέοντι, υψώνων το ξίφος διά της δεξιάς και επιθυμών να καταφέρη τω θηρίω πλήγμα χαριστικόν μετά τοιαύτης δυνάμεως και θελήσεως […]. Η χλαμύς αυτού αναδιπλούται και ανεμίζεται όπισθεν εκ της ορμητικής κινήσεως. Μύες έντονοι και θηλαί στήθους κατέρυθροι, υποδηλούσαι ρώμην. Πόδες δυνατοί και επί του εδάφους ως στύλοι ερειδόμενοι. Τοιαύτη, ως φαίνεται, ήτο η ορμή του ανδρός, ώστε ο θηριώδης λέων, έτοιμος να σπαράξη τον αμυνόμενον έφηβον, στρέφει την κεφαλήν προς αυτόν, εκβάλλων φοβερόν βρυχηθμόν.

Αφήνω τελευταίον εις την επιγραφήν το πέος του ανδρός μετά της ευγλώττου εξόδου της βαλάνου, ούτως ώστε εις συνδυασμόν μετά των λοιπών χαρακτηριστικών, τα οποία σοί περιέγραψα, να γίνη αντιληπτή η διαφορά ως και η ταυτότης των δύο ανδρών, και διά ποίου τρόπου ο είς συνέχεται του άλλου, διά της αμίλλης και της κοινής απειλής του επερχομένου θανάτου.

Η έμπροσθεν των οφθαλμών μου απεικόνισης του αρχαίου τούτου ηρωικού γεγονότος μοί έφερεν εις την μνήμην τα υπό του Φαίδρου λεγόμενα εις το Συμπόσιον του Πλάτωνος: «Και μην εγκαταλιπείν γε τα παιδικά ή μη βοηθήσαι κινδυνεύοντι -ουδείς ούτω κακός όντινα ουκ αν αυτός ο Έρως ένθεσιν ποιήσειεν προς αρετήν, ώστε όμοιον είναι τω αρίστω φύσει. Και ατεχνώς, ό έφη Όμηρος, μένος εμπνεύσαι ενίοις των ηρώων τον θεόν, τούτο ο Έρως τοις ερώσι παρέχει γιγνόμενον παρ' αυτού».

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 95-98).

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2020

εν τω μηνί Αθύρ


Ήσαν δε τα αρώματα εν τη Ερυθρά θαλάττη.
Πολύβιος, Ιστορία (13, 9, 5).*

[…] Ο μήνας Αθύρ οφείλει το όνομά του στη θεά Hathor, που ήταν θεά των ζωντανών και των νεκρών. Οι Έλληνες την ταύτιζαν με την Αφροδίτη. […]

*

Δεν θα ήταν δύσκολο να αποδοθούν οι αποσπασματικές αυτές εκφράσεις, σύμφωνα με γνωστό μοτίβο επιτυμβίων ελληνιστικών επιγραμμάτων, στους οδυρμούς δυστυχισμένων γονέων, που θρηνούν τον άωρο θάνατο του παιδιού τους και να υποθέσουμε ότι μεταξύ τού «τοις φίλοις» και τού «πένθους» παρεμβαλλόταν το «γονεύσι» και όχι ουσιαστικό, αν η μεταγραφή σημείωνε κάποιο χάσμα ανάμεσα στις δύο λέξεις και αν βέβαια ο Καβάφης δεν άφηνε να εννοηθεί ότι ο Λεύκιος ερωτικά «μεγάλως θ' αγαπήθη».

*

Αντέρως ονομάζεται ο θεός που εκδικείται τον αδελφό του Έρωτα, όταν οι θνητοί αρνούνται την αγάπη ή την προδίδουν. Ταυτόχρονα όμως αντιτάσσεται σ' αυτόν γιατί αντικαθιστά μέσα στις ψυχές το πάθος με την αντιπάθεια και την ψυχρότητα και εμποδίζοντας έτσι την επιστροφή του αρχέγονου χάους είναι, μέσα στην ταραχή του έρωτα, συντελεστής ισορροπίας.

[σημ. 60: Επέζησε η λατρεία αυτών των δύο προχριστιανικών θεοτήτων στην Κάτω Πάφο Κύπρου, όπου και σήμερα συλλατρεύονται σε μικρό παρεκκλήσι σκαμμένο στο βράχο, ως επήκοοι άγιοι, ο άγιος Αγαπητικός και ο άγιος Μισητικός. Οι τάφοι των επιδεικνύονται στο χωριό Αρόδες της Επαρχίας Πάφου.]

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 59, 67, 77 σημ. 60). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 78).