[...] όπως οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο αντιλήφθησαν ότι είναι γυμνοί, αφού έφαγαν τον καρπό της παρακοής και αφού έπαψαν να είναι προσηλωμένοι στον Θεόν και στην τήρηση της εντολής Του, ασχολήθηκαν με το φίδι και έτσι εξέπεσαν της τρυφής του Παραδείσου και του ύψους του ουρανού.
Έτσι και εδώ ο δόλιος και καταστροφέας της ζωής μας, σχεδιάζει. Αφού μεγαλοποιεί και ανοίγει τα νοητικά και σωματικά μας μάτια σε θεωρία πλανεμένη, σαν να απογυμνώνει τον πλησίον από το ρούχο του, παρουσιάζει το κακό ως καλό και αρεστό θέαμα στα μάτια. Όπως ακριβώς λοιπόν οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο, βλέπουμε οι δυστυχείς ενώ ιστάμεθα στην Εκκλησία, ο ένας τον άλλον γυμνούς. Επειδή τρώμε κρυφά από τον καρπό της παρακοής, δηλαδή επειδή πάψαμε να είμαστε προσηλωμένοι στον Θεό και μόνο από Εκείνον να ζητούμε την εκπλήρωση των αιτημάτων μας, εμείς νομίζοντας ότι μάλλον από τον διπλανό μας θα πάρουμε ό,τι ζητούμε, πάντα σ' αυτόν έχουμε στραμμένη την προσοχή μας. Αλλά ας αποστρέψουμε τα μάτια μας επιτέλους, να μη βλέπουμε μάταια πράγματα.
Ας μην βλέπουμε γύρω, δεξιά κι αριστερά [Γεν. ιθ΄, 17], μήπως απολιθωθούμε σε στήλη άλατος. Ας σωθούμε, φεύγοντας στο όρος. «Όρος ό ευδόκησεν ο Θεός κατοικείν εν αυτώ» [Ψαλμ. ξζ΄, 17], δηλαδή τα λόγια της πίστεως τα οποία κηρύττουμε. Διότι, τί έχεις να δείς αγαπητέ μου, παρατηρώντας τον πλησίον; Κυρίως ακαθαρσία, δυσωδία και ατιμωτικά πάθη. Κανείς δεν είναι καθαρός στον ρύπο, αδελφοί, έστω κι αν έζησε μία μόνο μέρα.
Έπειτα, τί θα συμβεί εξαιτίας αυτού; Κατά κύριο λόγο ψυχραίνεται η αγάπη μας για τον συνάνθρωπο. Διότι φαίνεται άτιμος στα μάτια μας και μισητός και επειδή θεωρείται εμπαθής, ακολούθως και εξουθενώνεται. Δικαιολογημένα λοιπόν θα πεί σε μάς ο Θείος Απόστολος: «Συ τί κρίνεις τον πλησίον ή συ τί εξουθενείς τον αδελφόν σου;» [Ιακ. Δ΄, 12].
Έτσι, συμβαίνουν και σε μάς τα όσα συνέβησαν στον Παράδεισο. Εκεί μεν αισθητώς, εφόσον έφαγαν από του καρπού του «γινώσκειν καλόν και πονηρόν», εδώ δε νοητώς, με το να διακρίνουμε ποιός είναι αγαθός και ποιός πονηρός. Δηλαδή, βλέποντας τα κρυπτά [τις προσωπικές υποθέσεις] των άλλων, οπωσδήποτε λέμε στον εαυτό μας: «Αυτός είναι καλός, ο άλλος πονηρός, ο άλλος εμπαθής».
Μ' αυτό τον τρόπο λοιπόν εκπληρώνεται σ’ εμάς η βρώση κατά παρακοή, για να γνωρίσουμε το καλό ή το πονηρό.
*
Και ξαφνικά βλέπει ράβδο φωτιάς στον αέρα να εκτείνεται από την αγία πόλη μέχρι τα Βόστρα.
[Σημ. «… ήσαν δε τα Βόστρα το τέρμα της εις Αραβίαν αγούσης Ρωμαϊκής οδού, έδρα του Ρωμαίου διοικητού και σταθμός λεγεώνος, πόλις ευδαίμων και πλουσία, οχυράν, έχουσα … ακρόπολιν, θέατρα, στοάς, λουτρά… απέβησαν το σπουδαιότερο κέντρο του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού εν ταις πέραν του Ιορδάνου χώραις.». (Χρ. Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλ. Ιεροσολύμων, σ. 63).].
Εκ του Βίου του οσίου Γεωργίου του Χοζεβίτου, εν Του Χοζεβά άγιοι κτήτορες. Των ασκητών ποδηγέται (έκδ. Ι.Μονής Χοζεβά, 2007, σσ. 87-89, 58 ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου