Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024

μια πρώτη πατριαρχία πριν από τη μητριαρχία


Πιστεύουμε ότι στους μύθους και στα παραμύθια μπορούμε να διακρίνουμε απόηχους τόσο της αποπομπής των μεγαλυτέρων όσο και της προτίμησης των νεοτέρων γιών. Το επόμενο, αποφασιστικό βήμα προς την αλλαγή αυτού του πρώτου είδους «κοινωνικής» οργάνωσης πρέπει να ήταν το πιθανό γεγονός ότι οι αποπεμφθέντες αδελφοί, που ζούσαν σε μια κοινότητα, ένωσαν τις δυνάμεις τους, κατέλαβαν τον πατέρα και σύμφωνα με το έθιμο εκείνων των καιρών τον καταβρόχθισαν ωμό.

Αυτός ο καννιβαλισμός δεν είναι ανάγκη να μάς ενοχλεί, αφού διατηρήθηκε και σε πολύ μεταγενέστερες εποχές. Ουσιώδες όμως είναι ότι σε αυτούς τους αρχέγονους ανθρώπους αποδίδουμε τις ίδιες συναισθηματικές στάσεις που μπορούμε να διαπιστώσουμε μέσα από την ψυχαναλυτική έρευνα στους πρωτόγονους της σημερινής εποχής, δηλαδή στα παιδιά μας, το γεγονός ότι όχι μόνο μισούσαν και φοβούνταν τον πατέρα, αλλά και ότι τον λάτρευαν ως πρότυπο και ο καθένας τους στην πραγματικότητα ήθελε να πάρει τη θέση του.

Την πράξη καννιβαλισμού μπορούμε έτσι να την κατανοήσουμε ως προσπάθεια των εξεγερμένων να διασφαλίσουν την ταύτιση με τον πατέρα μέσω της ενσωμάτωσης ενός κομματιού από το σώμα του.

Πρέπει να υποθέσουμε ότι μετά την θανάτωση του πατέρα ακολούθησε μια μεγάλη περίοδος κατά την οποία οι αδελφοί φιλονικούσαν για την πατρική κληρονομιά, την οποία ο καθένας ήθελε να αποκτήσει αποκλειστικά για τον εαυτό του. Η κατανόηση ότι αυτές οι διαμάχες είναι επικίνδυνες και θα αποβούν άκαρπες, η ανάμνηση της απελευθερωτικής πράξης που κατόρθωσαν από κοινού και οι αμοιβαίοι συναισθηματικοί δεσμοί που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο μετά την αποπομπή τούς οδήγησαν σε μια συμφωνία μεταξύ τους, σε ένα είδος κοινωνικού συμβολαίου.

Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη μορφή μιας κοινωνικής οργάνωσης με ορμική παραίτηση, με αναγνώριση αμοιβαίων υποχρεώσεων, με εγκαθίδρυση ορισμένων θεσμών που ανακηρύχθηκαν απαράβατοι (ιεροί), τέθηκαν δηλαδή τα πρώτα θεμέλια ηθικής και δικαίου. Κάθε άτομο εγκατέλειπε το ιδανικό να αποκτήσει τη θέση του πατέρα μόνος του, να κατέχει τη μητέρα και τις αδελφές.

Έτσι γεννήθηκε το ταμπού της αιμομειξίας και η εντολή εξωγαμίας. Ένα ικανό μερίδιο της απόλυτης εξουσίας, που μετά την εξουδετέρωση του πατέρα ήταν διαθέσιμη, πέρασε στις γυναίκες και ήλθε η εποχή της μητριαρχίας.

Η μνήμη του πατέρα εξακολουθούσε να είναι ζωντανή σε αυτή την περίοδο της «ένωσης των αδελφών». Ως υποκατάστατο του πατέρα βρέθηκε ένα δυνατό ζώο, που στην αρχή ενέπνεε ίσως και τον φόβο. Μια τέτοια επιλογή μπορεί να μάς ξενίζει, αλλά το χάσμα που δημιούργησε αργότερα ο άνθρωπος ανάμεσα στον εαυτό του και στο ζώο δεν υπήρχε για τον πρωτόγονο άνθρωπο και δεν υπάρχει ούτε για τα παιδιά μας, τις ζωοφοβίες των οποίων μπορούμε να τίς κατανοήσουμε ως άγχος μπροστά στον πατέρα.

Στη σχέση προς το ζώο-τοτέμ διατηρήθηκε πλήρως η αρχική διαίρεση (αμφιθυμία) της αισθηματικής σχέσης απέναντι στον πατέρα. Το τοτέμ το θεωρούσαν αφενός ως όμαιμον πρόγονο και αγαθοδαίμονα του γένους, έπρεπε να το λατρεύουν και να το αφήνουν άθικτο, αφετέρου όριζαν μια εορτάσιμη ημέρα κατά την οποία τού επιφύλασσαν την ίδια τύχη που είχε άλλοτε ο προπάτορας. Το σκότωναν και το έτρωγαν όλοι οι σύντροφοι μαζί (τοτεμικό γεύμα σύμφωνα με τον Robertson Smith [1894]).

Αυτή η μεγάλη γιορτή ήταν στην πραγματικότητα ένας θριαμβευτικός πανηγυρισμός για τη νίκη των ενωμένων αδελφών επί του πατέρα.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 173-175 (πρβλ. σσ. 178, 243-244), για την ορμική παραίτηση, βλ. σσ. 222 κ.εξ.).

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2024

και οι προφήτες


Σε ένα μέρος του λαού ο Αιγύπτιος Μωυσής είχε δώσει μια άλλη, πιο εκπνευματισμένη αντίληψη περί θεού, την ιδέα μιας μοναδικής θεότητας που περιλάμβανε όλον τον κόσμο, που η αγάπη του για τους πάντες δεν είναι λιγότερη από την παντοδυναμία του, που απορρίπτοντας κάθε τελετουργική και μαγική πράξη θέτει ως ύψιστο στόχο των ανθρώπων μια ζωή διεπόμενη από την αλήθεια και την δικαιοσύνη.

Διότι όσο ατελείς και αν είναι οι σωζόμενες αναφορές σχετικά με την ηθική πλευρά της θρησκείας του Ατονού, δεν μπορεί να είναι ασήμαντο το γεγονός πως στις επιγραφές του ο Ιχνατόν κατά κανόνα χαρακτήριζε τον εαυτό του «ζώντα στην Μα» (αλήθεια, δικαιοσύνη) [-Οι ύμνοι του δεν τονίζουν μόνο την οικουμενικότητα και την μοναδικότητα του θεού, αλλά και την στοργική πρόνοια για όλα τα όντα και καλούν τους ανθρώπους να χαίρονται τη φύση και να απολαμβάνουν την ομορφιά της].

Μακροπρόθεσμα δεν έπαιξε κανέναν ρόλο το γεγονός ότι ο λαός, προφανώς πολύ σύντομα, απέρριψε την διδασκαλία του Μωυσή και έβγαλε και τον ίδιο από τη μέση. Έμεινε η παράδοση από αυτή την διδασκαλία και η επιρροή της πέτυχε, έστω σιγά σιγά στην πορεία των αιώνων, αυτό που δεν κατόρθωσε ο ίδιος ο Μωυσής.

Στον Γιαχβέ αποδόθηκε μια τιμή που δεν άξιζε, όταν από το Κάδης και έπειτα η απελευθερωτική πράξη του Μωυσή γράφηκε στον λογαριασμό του, αλλά γι' αυτόν τον σφετερισμό πλήρωσε ένα βαρύ τίμημα. Η σκιά του θεού, την θέση του οποίου κατέλαβε, έγινε πιο δυνατή από αυτόν· στο τέλος της εξέλιξης η υπόσταση του ξεχασμένου μωσαϊκού θεού που κρυβόταν πίσω από την μορφή του Γιαχβέ βγήκε στην επιφάνεια. Κανένας δεν αμφιβάλλει ότι μόνον η ιδέα αυτού του άλλου θεού επέτρεψε στους Ισραηλίτες να αντέξουν σε όλα τα πλήγματα της μοίρας τους και ότι τούς κράτησε στη ζωή μέχρι σήμερα.

Στην τελική νίκη του μωσαϊκού θεού επί του Γιαχβέ δεν μπορεί κανείς πια να αποτιμήσει το μερίδιο των Λευϊτών. Όταν έγινε ο συμβιβασμός στο Κάδης, είχαν υποστηρίξει τον Μωυσή, τον κύριό τους, που ήταν ακόμη ζωντανός στη μνήμη αυτών των οπαδών και συντοπιτών του.

Στους επόμενους αιώνες συγχωνεύθηκαν με τον λαό ή με το ιερατείο και η κύρια εργασία των ιερέων ήταν πια η ανάπτυξη και η επιτήρηση των τελετουργικών τύπων καθώς επίσης η φύλαξη των ιερών κειμένων και η επεξεργασία τους σύμφωνα με τους δικούς τους σκοπούς.

Μήπως όλη η θυσιαστήρια λατρεία και όλες οι τελετουργικές πράξεις δεν ήταν κατά βάθος μαγεία και μαγγανεία, δηλαδή αυτά που η διδασκαλία του Μωυσή είχε απορρίψει χωρίς όρους;

Τότε έβγαιναν μέσα από τις γραμμές του λαού άνδρες, ατελείωτες σειρές ανδρών, οι οποίοι δεν συνδέονταν μέσω καταγωγής με τον Μωυσή, αλλά είχαν δεχθεί την μεγάλη και δυνατή παράδοση που απλωνόταν σιγά σιγά στο σκοτάδι, και αυτοί οι άνδρες, οι προφήτες, ήταν εκείνοι που άοκνα κήρυσσαν την παλαιά μωσαϊκή διδασκαλία, ότι ο θεός περιφρονεί τις θυσίες και τις τελετές και απαιτεί μόνο πίστη και μια ζωή στηριζόμενη στην αλήθεια και στη δικαιοσύνη («Μα»).

Οι προσπάθειες των προφητών είχαν διαρκή επιτυχία, οι διδασκαλίες με τις οποίες αποκαθιστούσαν την παλαιά πίστη αποτέλεσαν μόνιμο περιεχόμενο της εβραϊκής θρησκείας. Είναι αρκετή τιμή για τον εβραϊκό λαό ότι μπόρεσε να διατηρήσει μια τέτοια παράδοση και να αναδείξει άνδρες που τής έδωσαν φωνή, έστω και αν η παρώθηση γι’ αυτό είχε έλθει από έξω, από έναν μεγάλο ξένον άνδρα.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 129-131).

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

ο Οιδίποδας και η γνώση

Ο Λακάν τονίζει ότι ο φόνος
(όπως τον εννοεί ο Φρόυντ) ουδέποτε έγινε
και ότι όπως και στον «Οιδίποδα» πρόκειται για
φαντασιώσεις ευνουχισμού και παντοδυναμίας.*

Όσον αφορά τον μύθο του Οιδίποδα στην τραγωδία του Σοφοκλή, ο Λακάν τονίζει ότι το κλειδί για την κατανόησή του είναι η επιθυμία της Ιοκάστης, της μητέρας, η οποία εδώ «διαισθάνεται» πολλά και «γνωρίζει» τον φονιά του άνδρα της, αλλά ως φαλλική μητέρα θέλει να αποτρέψει την αποκάλυψη της αλήθειας, για να κρατήσει για τον εαυτό της τον φαλλό, τον γιό, και έτσι να απολαύσει και να κυριαρχήσει μέσω αυτού. Η Ιοκάστη είναι ένα μη τραγικό πρόσωπο, εφόσον δεν θέλει να μάθει και να επωμισθεί τις συνέπειες της αλήθειας· με τη στάση της υπονομεύει τον Νόμο, δηλαδή αυτό που θέλει ο Οιδίποδας, ο οποίος μάχεται «ηρωικά» ενάντια στην συνενοχή της μοίρας και της μητέρας (των θεών και της πόλης) για να ανακαλύψει ποιός είναι ο πατέρας του.

Ο Λακάν υπογραμμίζει ότι το πιο σημαντικό εδώ είναι το ότι ο Οιδίποδας έγινε βασιλιάς και σύζυγος της βασίλισσας, επειδή θριάμβευσε σε μια δοκιμασία της αλήθειας, βρίσκοντας την απάντηση στο αίνιγμα της Σφίγγας (η οποία είναι ένα άλλο πρόσωπο της φαλλικής μητέρας). Η αλήθεια, τονίζει ο Λακάν, είναι ένας μισό-λογος, ένας μεικτός και ατελής λόγος, μισό τσιτάτο-αναφορά των συνειρμών και ενθυμήσεων του αναλυόμενου και μισό κατασκευή-ερμηνεία του ψυχαναλυτή· έτσι έχει έναν χαρακτήρα αινίγματος [Lacan]. Στην τραγωδία ο Οιδίποδας έγινε αυθέντης κυρίαρχος, γι' αυτόν τον λόγο. Αλλά το ότι νίκησε μια φορά στην δοκιμασία της αλήθειας δεν σημαίνει ότι δεν επανήλθε το ερώτημα της αλήθειας. Μέσα στο σύμπαν όπου κυριαρχεί η αρχαία ελληνική μοίρα, το ερώτημα επανήλθε ψυχαναγκαστικά. Η τραγικότητα έγκειται ακριβώς στη συνάρθρωση της αλήθειας με την απόλαυση στον Λόγο του κυρίου, όπου αποκρύπτεται ο ευνουχισμός του. Γιατί όταν επανήλθε το ερώτημα της αλήθειας με την εμφάνιση της πανώλης, τότε ο Οιδίποδας χρωστούσε ήδη ένα τίμημα για το ότι είχε γίνει βασιλιάς και έπρεπε να το πληρώσει.

Η τραγικότητα έγκειται ακόμη στο ότι πάση θυσία δεν ήθελε να αποκρύψει την αλήθεια· εδώ ο Λακάν τον θεωρεί πρόδρομο της ψαχανάλυσης. Ο Οιδίποδας ωστόσο δεν εβίωσε την τραυματική εμπειρία του απλά ως καταστροφή (και ως αποδιοπομπαίος τράγος της πόλης), αλλά ήθελε να επιζήσει στην εξορία ως ξένος και να την θυμάται, γίνεται, γινόμενος έτσι «ιερό» απόρριμα της απόλαυσης, ταυτιζόμενος με το αντικείμενον–μέσον της γνώσης που γύρεψε, το βλέμμα (που το αντιπροσωπεύουν τα τυφλά μάτια). Η τραγικότητα ωστόσο έγκειται τέλος παραπέρα στην αβάσταχτη αντίφαση ανάμεσα στην μοίρα και τον ήρωα, που μάταια αγωνίζεται εναντίον της και δεν βρήκε ακόμη την ατομικότητά του κατασκευάζοντας έναν άλλο κόσμο, όπου δεν κυριαρχεί πλέον η μοίρα. Η μοίρα ενέχει τον καταναγκασμό για τους ανθρώπους να ερωτούν ξανά και ξανά τη γνώμη των θεών προκειμένου να δράσουν. Οι χρησμοί των θεών είναι όμως πάντα διφορούμενοι και σκοτεινοί, «οντολογικοί». Οι άνθρωποι εδώ δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει ότι έχουν μιαν ατομική θέληση, εξαρτώνται πάντα από μια γνώση [Kierkegaard].

Έτσι στην κλασική (προχριστιανική) αρχαιότητα τα ωραιότερα προϊόντα του πολιτισμού φέρουν πάντα το σημάδι αυτού του περιορισμού. Αντί της ατομικής θέλησης κυριαρχεί το διανοητικό στοιχείο, αντί της ατομικής συνείδησης, η υποταγή της στην κοινότητα της πόλης, αντί της ατομικότητας, ο τυπικός χαρακτήρας. Στην τραγωδία του Σοφοκλή όλοι οι ήρωες είναι τραγικοί (εκτός από την Ιοκάστη) και η μοίρα (δηλαδή το «αυτονομημένο» ασυνείδητο) επαναλαμβάνεται αμείλικτα και ψυχαναγκαστικά: στον Οιδίποδα επί Κολωνώ, ο Οιδίποδας καταριέται τον Πολυνείκη, στον οποίον «εύχεται» να τον «σκοτώσει» όπως ο ίδιος σκότωσε τον Λάιο. Είναι ανίκανος να συμφιλιωθεί με αυτόν μέσα από την ισχυρογνωμοσύνη του και τον εσωτερικά κλειστό και άλαλο κόσμο του. Δηλαδή λείπει η δυνατότητα της εσωτερικής περισυλλογής και επιστροφής, της συγχώρησης.

«Πέραν από τον Οιδίποδα» ο Λακάν αναφερόμενος στον «Μωυσή» διακρίνει ανάμεσα στον συμβολικό πατέρα, που είναι ένα κύριο σημαίνον, ένα όνομα και τον πραγματικό πατέρα, που είναι αυτός τον οποίον παραδέχεται η μητέρα ως σύντροφο και ο οποίος, κάθε άλλο παρά τύραννος, έχει την αποστολή να εισάγει πραγματικά την έλλειψη και την απαγόρευση στο παιδί. Εξαιτίας αυτού αναπόφευκτα αποκτάει και χαρακτηριστικά φαντασιακού πατέρα, ιδιαίτερα όταν είναι ο ίδιος (όπως συνήθως συμβαίνει) και ο φορέας του ονόματος. Για τον Λακάν ο αυθεντικός συμβολικός πατέρας είναι ο νεκρός πατέρας, διότι μόνον έτσι έχει γίνει ένα σύμβολο. Ο φόνος αντίθετα είναι μια φαντασίωση ευνουχισμού (όχι ο συμβολικός ευνουχισμός), που επικαλύπτει το σύμβολο του νεκρού πατέρα.

Ο Λακάν τονίζει ότι, επειδή το ασυνείδητο δεν «γνωρίζει» τον θάνατο, το υποκείμενό μου είναι «νεκρό», ως ταγμένο στον θάνατο, αλλά στο όνομα του ασυνείδητου δεν θέλω επιπλέον να το ξέρω. Μόνον έτσι μπορεί να υπάρξει η επιθυμία μου, εφόσον η ολοκληρωτική ικανοποίησή της ισοδυναμεί με τον θάνατο. Για έναν πραγματικό πατέρα, ο οποίος ως φορέας του συμβολικού αποκλείει το αδύνατον του Πράγματος, δηλαδή την άμεση πρόσβαση στο Πράγμα και στην ολοκληρωτική απόλαυση, υπάρχουν πράγματα που δεν πρέπει να τα ξέρει ή να τα θέλει, δηλαδή αυτά που αγνοούν τα όρια της γλώσσας [Lacan].

Εδώ ο Λακάν εντοπίζει τη δύναμη του κύριου σημαίνοντος· αυτό που ανακαλύπτει στον Μωυσή του Φρόυντ, μέσω της αναφοράς του τελευταίου στο βιβλίο του Sellin, το οποίο με τη σειρά του αναφέρεται στον προφήτη Ωσηέ, είναι ότι μιλώντας στον Ωσηέ ο Ιεχωβά απορρίπτει ολικά την ιερή πορνεία της λατρείας του Μπάαλ, στην οποίαν υπέπεσαν τότε οι Εβραίοι. Πρόκειται για την διονυσιακή, οργιαστική, αιμομεικτική λατρεία του φαλλού και της γονιμότητας, η οποία είχε μητριαρχικά στοιχεία περιοδικής υπέρβασης του Νόμου καθώς και παιδοκτονίας (θυσίας). Εδώ πρόκειται για «σεξουαλική σχέση» και (μυστική) Γνώση. Δηλαδή οι άνθρωποι εδώ, ξεφεύγοντας διαστροφικά από τα όρια του «ανθρώπου», σκηνοθετούν μια «σχέση» (φαντασιακή) με τα ζώα και τους θεούς, η οποία συγχέει και τις γενεές και τα φύλα και έχει ως αποτέλεσμα τη Γνώση για διάφορες πρακτικές και κοσμο-θεωρίες, που παράγουν τη φαντασιακή εικόνα μιας πληρότητας και ολότητας. Από όλα αυτά ο Ιεχωβά δεν θέλει να ξέρει τίποτα, γιατί ακριβώς απαγορεύει κάθε τέτοια ολοκληρωτική απόλαυση, επιτρέποντας όμως την «ευνουχισμένη» μερική απόλαυση. Έτσι ο Ιεχωβά γνωρίζει τρία βασικά πάθη: την αγάπη, το μίσος και την άγνοια, σε αντίθεση με τη Γνώση καθώς και τη στάση α-πάθειας και σοφίας των βουδιστών και των στωικών.

Ο Ιεχωβά, δηλαδή ο θεός του Μωυσή, γνωρίζει τον συμβολικόν ευνουχισμό, δεν είναι «παντοδύναμος» και αυθαίρετος (σε αντίθεση με τον Αλλάχ). Στην ιουδαϊκή παράδοση της Καμπάλας υπάρχουν πέραν από τα γνωστικά στοιχεία και ουσιαστικές μετεξελίξεις της αρχικής ιουδαϊκής σκέψης. Η έννοια του «αυτοπεριορισμού» του θεού είναι μια από αυτές· πρόκειται ακριβώς για τον «αυτοευνουχισμό» και την εθελουσία παραίτηση του θεού από την παντοδυναμία του μέσα στην ιστορία, προκειμένου ο άνθρωπος να μπορέσει να αναπτύξει, αντιπροσωπεύοντας το θέλημα του θεού, τη δική του πρωτοβουλία και υπευθυνότητα και τον ορθό Λόγο. Στον χριστιανισμό παραδοσιακά όλες οι σκοταδιστικές τάσεις είχαν και έχουν ως σημάδι τον καταχρηστικό τονισμό της παντοδυναμίας του θεού.

Θάνος Λίποβατς, “Η προβληματική κατασκευή του εργου και η επιθυμία του Φρόντ”, εν Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 52-56). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 51).

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

η συνεχιζόμενη θέληση του πατέρα


το ιερό αρχικά δεν είναι τίποτε άλλο από
την συνεχιζόμενη θέληση του πατέρα
.*

Η θέληση του πατέρα δεν ήταν όμως μόνο κάτι που δεν επιτρεπόταν να θιγεί και που έπρεπε να τιμάται ιδιαίτερα, αλλά και κάτι που προκαλούσε δέος, διότι απαιτούσε μια οδυνηρή οριακή παραίτηση. Όταν ακούμε ότι ο Μωυσής «καθαγίασε» τον λαό του με την καθιέρωση του εθίμου της περιτομής, αντιλαμβανόμαστε πια το βαθύ νόημα αυτού του ισχυρισμού.

Η περιτομή είναι το συμβολικό υποκατάστατο του ευνουχισμού, τον οποίο ο προπάτορας ως απόλυτος κυρίαρχος επέβαλλε κάποτε στους γιούς του, και όποιος δεχόταν αυτό το σύμβολο έδειχνε ότι ήταν πρόθυμος να υποταγεί στην θέληση του πατέρα, ακόμη και αν αυτός τού επέβαλλε την πιο επώδυνη θυσία.

*

[…] η μωσαϊκή θρησκεία επέβαλε την επιρροή της στον εβραϊκό λαό μόνον όταν πέρασε στην παράδοση.
[…] Κατανοούμε ότι ο πρωτόγονος χρειάζεται έναν θεό ως δημιουργό του κόσμου, ως φύλαρχο, ως όν που μεριμνά γι' αυτόν προσωπικά.
[…] η ιδέα ενός μοναδικού θεού σημαίνει και μια πρόοδο στην πνευματικότητα […]
[…] Δεν πιστεύουμε … ότι υπάρχει σήμερα ένας μοναδικός μεγάλος θεός, αλλά ότι σε πανάρχαιους χρόνους υπήρξε ένα μοναδικό πρόσωπο, που τότε έπρεπε να φαίνεται στους άλλους πολύ μεγάλο και που αργότερα, θεοποιημένο πια, επανήλθε στη μνήμη των ανθρώπων.
[…] Μια τέτοια ιδέα έχει ψυχαναγκαστικόν χαρακτήρα, πρέπει να γίνει πιστευτή. Στον βαθμό που είναι παραμορφωμένη μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε αυταπάτη, στον βαθμό που σημαίνει την επιστροφή του παρελθόντος πρέπει να την αποκαλέσουμε αλήθεια.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 231, 239, 240, 241, 241, 242). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 230).

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

ο πατέρας-θεός


[…] Βλέπουμε ότι τα παιδιά μας σε πολλές σημαντικές περιπτώσεις δεν αντιδρούν όπως θα ανταποκρινόταν στα ίδια τους τα βιώματα, αλλά ενστικτωδώς, τρόπον τινά όπως τα ζώα, κάτι που μπορεί να εξηγηθεί μόνον φυλογενετικά. Η επιστροφή του απωθημένου γίνεται αργά, ασφαλώς όχι αυθόρμητα, αλλά υπό την επιρροή όλων των αλλαγών στις συνθήκες ζωής, από τις οποίες είναι γεμάτη η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.

[…] Ο πατέρας ξαναγίνεται αρχηγός της οικογένειας, αλλά η εξουσία του δεν είναι απεριόριστη όπως του προπάτορα στην πρωταρχική ομάδα. Το ζώο-τοτέμ υποχωρεί ενώπιον του θεού κατά σαφείς μεταβατικές βαθμίδες. Στην αρχή ο ανθρωποειδής θεός έχει ακόμη κεφαλή ζώου, αργότερα μεταμορφώνεται κατά προτίμηση σε αυτό το ορισμένο ζώο, ύστερα αυτό το ζώο γίνεται ιερό γι' αυτόν και ο αγαπημένος του συνοδός, ή έχει σκοτώσει το ζώο και φέρει ο ίδιος μια επωνυμία αναγόμενη σε αυτό.

Ανάμεσα στο ζώο-τοτέμ και στον θεό εμφανίζεται ο ήρωας, συχνά ως πρώτη βαθμίδα προς την θεοποίηση. Η ιδέα μιας υπέρτατης θεότητας αναδύεται μάλλον πολύ νωρίς, στην αρχή είναι απλώς σκιώδης και δεν αναμειγνύεται στα καθημερινά ενδιαφέροντα του ανθρώπου.

Με την συνένωση των φυλών και των λαών σε μεγαλύτερες ενότητες οργανώνονται και οι θεοί σε οικογένειες, σε ιεραρχίες. Ένας από αυτούς ανυψώνεται συχνά σε υπέρτατον άρχοντα θεών και ανθρώπων. Διστακτικά σημειώνεται το επόμενο βήμα, η λατρεία μόνον ενός θεού, και τελικά λαμβάνεται η απόφαση να παραχωρηθεί όλη η εξουσία σε έναν μοναδικό θεό και να μην γίνεται ανεκτός κανένας άλλος θεός πλάι σε αυτόν.

Τώρα μόνον αποκαταστάθηκε το μεγαλείο του πατέρα της πρωταρχικής ομάδας και στάθηκε δυνατόν να αναπαραχθούν τα συναισθήματα που έτρεφαν οι άνθρωποι για εκείνον. Το πρώτο αποτέλεσμα της συνάντησης με εκείνον που τόσον καιρό ένοιωθαν την απουσία του και τον λαχταρούσαν ήταν επιβλητικό και έτσι όπως το περιγράφει η παράδοση της νομοθεσίας στο όρος Σινά. Θαυμασμός, δέος και ευγνωμοσύνη για το γεγονός ότι εκείνος τούς αντίκρυσε με επιείκεια -η μωσαϊκή θρησκεία δεν γνωρίζει άλλα αισθήματα απέναντι στον πατέρα-θεό εκτός από αυτά τα θετικά.

[…] [Με τον Παύλο] στην θέση της μακάριας πεποίθησης ότι οι Εβραίοι είναι ο περιούσιος λαός μπήκε τώρα η απελευθερωτική λύτρωση.

[…] Το ακατονόμαστο έγκλημα αντικαταστάθηκε από την παραδοχή ενός κατά βάθος σκιώδους προπατορικού αμαρτήματος. Το προπατορικό αμάρτημα και η λύτρωση μέσω της ανθρωποθυσίας έγιναν οι ακρογωνιαίοι λίθοι της νέας θρησκείας που ίδρυσε ο Παύλος.

Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 246, 247-248, 250, 250-251 ).

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

ο πατέρας - ηγέτης


Η ατομική ψυχολογία πρέπει να είναι μάλλον εξίσου αρχαία όσο η ψυχολογία των μαζών, εφόσον εξαρχής υπήρχαν δύο ψυχολογίες, αυτή των ατόμων της μάζας και αυτή του πατέρα, του κυρίαρχου, του ηγέτη. Τα άτομα της μάζας ήταν όσο συνδεδεμένα είναι και σήμερα, αλλά ο πατέρας της αρχέγονης ορδής ήταν ελεύθερος. Οι διανοητικές του ενέργειες ήταν ισχυρές και ανεξάρτητες ακόμη και στην απομόνωση, η βούλησή του δεν χρειαζόταν να ενισχυθεί από τους άλλους. [...]

Στην αρχή της ανθρώπινης ιστορίας αυτός ήταν ο Υπεράνθρωπος, που ο Νίτσε περίμενε μόνο από το μέλλον. Ακόμη και σήμερα τα άτομα της μάζας χρειάζονται την ψευδαίσθηση ότι αγαπιούνται ίσα και δίκαια από τον ηγέτη, μόνο που ο ίδιος ηγέτης δεν χρειάζεται κανέναν άλλον να αγαπά, πρέπει να είναι από τη στόφα των κυρίαρχων, απόλυτα ναρκισσιστής αλλά γεμάτος αυτοπεποίθηση και αυτονομία.

*

Τότε ο αρχέγονος πατέρας της ορδής δεν ήταν αθάνατος, όπως έγινε αργότερα με την αποθέωση. Όταν πέθανε, έπρεπε να αντικατασταθεί· στη θέση του μπήκε πιθανόν ένας νεότερος γιος, που μέχρι τότε ήταν ένα άτομο της μάζας όπως κάθε άλλο. […] ο αρχέγονος πατέρας εμπόδιζε τα παιδιά του να ικανοποιούν τις άμεσες σεξουαλικές τους ανάγκες· τούς ανάγκαζε σε αποχή και, κατά συνέπεια, σε συναισθηματικούς δεσμούς με αυτόν και μεταξύ τους, οι οποίοι μπόρεσαν να προκύψουν από τις σεξουαλικά ανεσταλμένες τάσεις τους. Τούς υποχρέωνε, θα λέγαμε, στην ψυχολογία των μαζών. Η σεξουαλική του ζήλεια και αδιαλλαξία έγιναν, σε τελική ανάλυση, πρωταίτιες της ψυχολογίας των μαζών.

*

Ο ηγέτης της μάζας είναι ακόμη ο τρομερός πατέρας, η μάζα θέλει ακόμη να κυριευτεί από μιαν απερίσταλτη βία, είναι παθιασμένη με την εξουσία και, σύμφωνα με την άποψη του Λε Μπον, διψά για υποταγή. Ο αρχέγονος πατέρας είναι το ιδεώδες των μαζών, αυτό που, στη θέση του ιδεώδους του Εγώ, κυριαρχεί στο Εγώ. […] Αργότερα, εξυψώθηκε, και δικαιολογημένα, σε πλάστη του κόσμου, μιας και δημιούργησε όλους τους γιούς που συναπάρτιζαν την πρώτη μάζα. Ήταν το ιδεώδες καθενός από αυτούς, ενώ τούς προκαλούσε φόβο και ταυτόχρονα σεβασμό, πράγμα που αργότερα έδωσε την έννοια του ταμπού.

*

Για τον πατέρα της αρχέγονης ορδής έχουμε δεχτεί ότι λόγω της σεξουαλικής του αδιαλλαξίας επέβαλε σε όλους τους γιούς του την αποχή και τούς ώθησε, έτσι, σε στοχοανεσταλμένους δεσμούς, ενώ επεφύλαξε για τον εαυτό του μια ελεύθερη σεξουαλική απόλαυση και, κατ' αυτόν τον τρόπο, παρέμεινε ασύδοτος.

Sigmund Freud, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ (μτφρ. Β. Πατσογιάννης, έκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2014, σσ. 85, 86, 91, 101-102, 108).

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024

για την λίμπιντο


Αν ένας άλλος μαζικός δεσμός εμφανιστεί στη θέση του θρησκευτικού,
όπως φαίνεται τώρα να το καταφέρνει ο σοσιαλιστικός,
τότε θα προκύψει η ίδια μισαλλοδοξία έναντι όσων στέκουν απ' έξω *

Η λίμπιντο […] μια έκφραση παρμένη από τη θεωρία των συγκινήσεων. Έτσι ονομάζουμε τη θεωρούμενη ως ποσοτικό μέγεθος -έστω και προσώρας μη μετρήσιμο- ενέργεια εκείνων των ενορμήσεων που σχετίζεται με όλα όσα κανείς μπορεί να συμπεριλάβει στη λέξη αγάπη [Liebe]. Τον πυρήνα αυτού που αποκαλείται αγάπη και υμνείται από τους ποιητές συνιστά, φυσικά, η σεξουαλική αγάπη που αποσκοπεί στη σεξουαλική ένωση. […] όλες αυτές οι τάσεις είναι η έκφραση των ίδιων ενορμητικών ωθήσεων, που παρακινούν σε σεξουαλική ένωση των δύο φύλων, που μέσα σε άλλες σχέσεις εκτρέπονται από αυτόν τον σεξουαλικό στόχο ή εμποδίζονται στην επίτευξή του, αλλά συγχρόνως διατηρούν πάντα αρκετή από την πρωταρχική τους ουσία ώστε να αναγνωρίζονται εύκολα […].

*

[…] έρωτας δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια επένδυση αντικειμένου εκ μέρους των σεξουαλικών ενορμήσεων με σκοπό την άμεση σεξουαλική ικανοποίηση, η οποία και σβήνει με την επίτευξη αυτού του στόχου· αυτός είναι ο κοινός, αισθησιακός έρωτας. [...] Η σιγουριά με την οποία μπόρεσε κανείς να περιμένει την εκ νέου αφύπνιση της σβησμένης ανάγκης πρέπει, ασφαλώς, να υπήρξε το πρώτο κίνητρο να περιβληθεί το σεξουαλικό αντικείμενο με μια διαρκή επένδυση, να το «αγαπά» κανείς ακόμα και ενδιάμεσα, όταν ο πόθος απουσιάζει.

*

[…] Είναι ενδιαφέρον ότι ακριβώς οι στοχοανεσταλμένες σεξουαλικές τάσεις είναι αυτές που επιτυγχάνουν τόσο διαρκείς δεσμούς μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό φαίνεται εύκολα από το γεγονός ότι δεν μπορούν να προσφέρουν πλήρη ικανοποίηση, ενώ οι μη ανεσταλμένες σεξουαλικές τάσεις, αφού πετύχουν μέσω εκτόνωσης τον εκάστοτε σεξουαλικό στόχο, υπόκεινται σε μείωση. Ο αισθησιακός έρωτας είναι μοιραίο να σβήνει μαζί με την ικανοποίηση· για να διαρκέσει, πρέπει να αναμιχθεί εξαρχής με καθαρά τρυφερές, δηλαδή στοχοανεσταλμένες, συνιστώσες ή να υποστεί έναν ανάλογο μετασχηματισμό.

*

Ας σημειώσουμε ότι στις δύο αυτές τεχνητές μάζες [Εκκλησία, Στρατός] το κάθε άτομο είναι λιβιδινικά δεμένο, αφενός με τον ηγέτη (Χριστός, στρατηγός), αφετέρου με τα άλλα άτομα της μάζας.

*

[…] Είναι σύνηθες να μεταστρέφονται οι άμεσες, βραχύβιες καθαυτές, σεξουαλικές βλέψεις σε μόνιμο, απλώς τρυφερό δεσμό, ενώ το στέριωμα ενός γάμου που έγινε από ερωτικό πάθος βασίζεται εν πολλοίς στη διαδικασία αυτή.

*

Τα δύο πρόσωπα που συναντιούνται με σκοπό τη σεξουαλική ικανοποίηση εκφράζουν, καθώς αναζητούν την μοναξιά, τη διαμαρτυρία τους απέναντι στην ενόρμηση της αγέλης, απέναντι στο αίσθημα της μάζας. Όσο πιο ερωτευμένοι είναι, τόσο πιο πολύ αρκούνται μεταξύ τους. Η αποποίηση της επίδρασης της μάζας εκφράζεται ως αίσθημα αιδούς. Οι πλέον σφοδρές συναισθηματικές αντιδράσεις ζήλειας ξεσπούν για να προστατέψουν τη σεξουαλική επιλογή αντικειμένου από την ανίερη επαφή ενός μαζικού δεσμού. Μόνο όταν ο τρυφερός, άρα προσωπικός, παράγοντας της ερωτικής σχέσης υποχωρεί εντελώς σε σχέση με τον αισθησιακό, είναι δυνατόν για ένα ζευγάρι να έχει σεξουαλικές σχέσεις παρουσία άλλων ή να εκτελεί ταυτόχρονη σεξουαλική πράξη μέσα σε μια ομάδα, όπως σε ένα όργιο.

Sigmund Freud, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ (μτφρ. Β. Πατσογιάννης, έκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2014, σσ. 38-39, 67 (και πρβλ. σσ. 68-70 για τον έρωτα της εφηβείας), 73 (πρβλ. σ. 113), 45, 108, 109). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 50).

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024

για την ταύτιση


Η ταύτιση είναι γνωστή στην ψυχανάλυση ως η πρωιμότερη εκδήλωση συναισθηματικού δεσμού με ένα άλλο πρόσωπο. […] Εκδηλώνει, λοιπόν, τότε [το αγόρι] δύο ψυχολογικά διαφορετικούς δεσμούς, μια ξεκάθαρα αντικειμενοτρόπο σεξουαλική επένδυση προς τη μητέρα, μια τυπική ταύτιση προς τον πατέρα. Αμφότερες συνυπάρχουν για ένα διάστημα η μία δίπλα στην άλλη, χωρίς αμοιβαία επίδραση ή ενόχληση. […] Η ταύτιση είναι εξαρχής, όντως, μια αμφίσημη υπόθεση, μπορεί να στραφεί τόσο προς την έκφραση τρυφερότητας όσο και προς την επιθυμία εξουδετέρωσης.

*

[…] Μπορούμε να σκεφτούμε τα σμήνη των ερωτοχτυπημένων κυριών και κοριτσιών που περιτριγυρίζουν έναν τραγουδιστή ή έναν πιανίστα ύστερα από μια παράσταση. Σίγουρα, θα ήταν εύκολο για καθεμιά τους να ζηλεύει τις άλλες, μόνο που, δεδομένου του αριθμού τους και της συνακόλουθης αδυναμίας να πετύχουν τον ερωτικό τους στόχο, τον εγκαταλείπουν και, αντί να ξεμαλλιάζονται μεταξύ τους, συμπεριφέρονται σαν ενιαία μάζα, τιμούν από κοινού τον ήρωά τους και θα ήταν χαρούμενες να μοιραστούν μια κυματιστή μπούκλα από τα μαλλιά του. Αυτές οι πρώην αντίπαλες κατάφεραν να ταυτιστούν μεταξύ τους βάσει ενός παρόμοιου έρωτα για το ίδιο αντικείμενο.

*

[…] Ακόμη και το ωραίο ανέκδοτο για την κρίση του Σολομώντα έχει τον ίδιο πυρήνα. Αν το παιδί της μιας πέθανε, γιατί να ζεί αυτό της άλλης; Η επιθυμία πρόδωσε εκείνη που έχασε το παιδί της.

Επομένως, το κοινωνικό αίσθημα στηρίζεται στη μετατροπή ενός αρχικά εχθρικού συναισθήματος σε έναν θετικά χρωματισμένο δεσμό δίκην ταυτίσεως.

*

Κάθε χριστιανός αγαπά τον Χριστό ως ιδεώδες του και νιώθει μέσω ταύτισης δεμένος με τους άλλους χριστιανούς. Όμως η Εκκλησία απαιτεί περισσότερα από αυτόν. Οφείλει, επίσης, να ταυτιστεί με τους άλλους χριστιανούς και να τούς αγαπήσει όπως τον έχει αγαπήσει ο Χριστός. Επομένως, η Εκκλησία απαιτεί να πληρωθεί και στα δύο σημεία η θέση της λίμπιντο που προκύπτει από τον σχηματισμό της μάζας. […] Αυτό το επιπλέον ξεπερνά, προφανώς, τη συγκρότηση της μάζας. […] Όμως, αυτή η περαιτέρω εξέλιξη της κατανομής της λίμπιντο στη μάζα είναι, προφανώς, ο παράγοντας επί του οποίου ο χριστιανισμός στηρίζει τον ισχυρισμό του ότι έχει κατακτήσει μια υψηλότερη ηθική.

Sigmund Freud, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ (μτφρ. Β. Πατσογιάννης, έκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2014, σσ. 58, 80, 81, 100-101).

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2024

ζωικός μαγνητισμός



ο υπνωτιστής έχει μπεί στη θέση του ιδεώδους του Εγώ *

το Εγώ γίνεται όλο και λιγότερο απαιτητικό, μετριοπαθές,
το αντικείμενο όλο και σπουδαιότερο, πολυτιμότερο·
μέχρι να καταφέρει, τελικά, να θέσει υπό την κατοχή του
τη συνολική φιλαυτία του Εγώ **

Ο υπνωτιστής ισχυρίζεται ότι κατέχει μια μυστική δύναμη που αφαιρεί τη δύναμη από το υποκείμενο ή, πράγμα που είναι το ίδιο, το υποκείμενο το πιστεύει γι' αυτόν. Αυτή η μυστική δύναμη -που λέγεται ακόμη συχνά επί τω λαϊκότερον και ζωικός μαγνητισμός- πρέπει να είναι η ίδια που στους πρωτόγονους είναι η πηγή του ταμπού, αυτή που εκπορεύεται από βασιλιάδες και φυλάρχους, και αυτή που καθιστά επικίνδυνη την προσέγγισή τους (μάνα).

Υποτίθεται, λοιπόν, ότι ο υπνωτιστής κατέχει τη δύναμη αυτή -πώς την εκδηλώνει όμως; Απαιτώντας από το πρόσωπο να τον κοιτά στα μάτια· ο τυπικός τρόπος υπνωτισμού γίνεται με το βλέμμα του. Ακριβώς όπως το βλέμμα του φυλάρχου είναι επικίνδυνο και ανυπόφορο για τους πρωτόγονους, όπως αργότερα η θεότητα για τους θνητούς.

Ακόμη και ο Μωϋσής έπρεπε να κάνει τον μεσάζοντα μεταξύ του λαού του και του Ιεχωβά, επειδή ο λαός δεν άντεχε το βλέμμα του Θεού, ενώ, όταν επιστρέφει από την παρουσία του Θεού, το πρόσωπό του λάμπει, ένα μέρος του μάνα έχει μεταβιβαστεί σ' αυτόν, όπως στον μεσολαβητή των πρωτογόνων.

*

[…] Η ύπνωση μοιάζει με τον έρωτα ως προς τον περιορισμό στα δύο εν λόγω πρόσωπα, αλλά στηρίζεται εξ ολοκλήρου σε στοχοανεσταλμένες σεξουαλικές τάσεις και τοποθετεί το αντικείμενο στη θέση του ιδεώδους του Εγώ.

*

[…] Η νεύρωση ξεχωρίζει […]· στηρίζεται σε μια ιδιομορφία της ανθρώπινης λιβιδινικής εξέλιξης, στη διπλή, με την παρεμβαλλόμενη λανθάνουσα περίοδο, αφετηρία της άμεσης σεξουαλικής λειτουργίας. […] Εμφανίζεται, γενικά, εκεί όπου η πρόοδος από τις άμεσες προς τις στοχοανεσταλμένες σεξουαλικές ενορμήσεις δεν έχει επιτευχθεί πλήρως, και αντιστοιχεί σε μια σύγκρουση μεταξύ των ενορμήσεων που έχουν γίνει δεκτές από το Εγώ, οι οποίες έχουν περάσει μια παρόμοια εξέλιξη, και εκείνων των μερών από τις παρόμοιες ενορμήσεις τα οποία ξεκινώντας από το απωθημένο ασυνείδητο -όπως ακριβώς και άλλες πλήρως απωθημένες ενορμητικές διεγέρσεις- τείνουν προς την άμεση ικανοποίησή τους. […]

Sigmund Freud, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ (μτφρ. Β. Πατσογιάννης, έκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2014, σσ. 88, 113, 114). - Τα motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 72, 70).

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

για την μάζα


θεωρεί την τάση για σχηματισμό μαζών
ως βιολογική συνέχεια της πολυκυτταρικότητας
όλων των ανώτερων οργανισμών.*

[…] η μάζα μάς φαίνεται σαν μια αναβίωση της αρχέγονης ορδής.**

Όλοι οι δεσμοί επί των οποίων στηρίζεται η μάζα είναι

Η μάζα είναι μια υπάκουη αγέλη, αδύναμη να ζήσει χωρίς αφέντη.
Είναι τέτοια η δίψα της για υπακοή ώστε υποτάσσεται ενστικτωδώς
σε όποιον αυτοαναγορεύεται αφέντης της.****

(από τον Λε Μπον:) Η μάζα είναι παρορμητική, ευμετάβλητη και ευερέθιστη. Κατευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά από το ασυνείδητο. Οι παρορμήσεις στις οποίες υπακούει η μάζα μπορεί, ανάλογα με τις συνθήκες, να είναι ευγενείς ή χυδαίες, ηρωικές ή δειλές, αλλά είναι τόσο επιτακτικές ώστε τίποτα το προσωπικό, ούτε καν το ενδιαφέρον της αυτοσυντήρησης, δεν έχει σημασία γι' αυτές. Δεν υπάρχει σ' αυτήν τίποτα το προμελετημένο. Παρότι μπορεί να ποθεί με πάθος κάποια πράγματα, αυτό δεν κρατά για πολύ επειδή είναι ανίκανη για μια βούληση διαρκείας. Δεν ανέχεται καμιά αναβολή μεταξύ επιθυμίας και υλοποίησης του επιθυμητού. Έχει το αίσθημα της παντοδυναμίας, ενώ για το άτομο εντός της μάζας η έννοια του ακατόρθωτου εξαφανίζεται.

Η μάζα είναι εξαιρετικά ευεπίφορη σε επιδράσεις και εύπιστη, δεν έχει κριτική ικανότητα, το απίθανο δεν υπάρχει γι' αυτή. Σκέφτεται με εικόνες που ανακαλούν συνειρμικά η μία την άλλη, όπως εμφανίζονται στο άτομο, όταν φαντασιώνεται ελεύθερα, ενώ η συμφωνία τους με την πραγματικότητα δεν ελέγχεται από κανέναν έλλογο ψυχικό θεσμό. Τα συναισθήματα της μάζας είναι πάντα απλούστατα και διογκωμένα. Η μάζα δεν γνωρίζει, λοιπόν, αμφιβολία ή αβεβαιότητα.

[…] Επιρρεπής καθώς είναι από μόνη της σε ακρότητες, η μάζα διεγείρεται, επίσης, μόνο από υπερβολικά ερεθίσματα. Όποιος θέλει να την επηρεάσει δεν χρειάζεται να σταθμίσει λογικά τα επιχειρήματά του, πρέπει να ζωγραφίζει τις εντονότερες εικόνες, να υπερβάλει και να επαναλαμβάνει πάντα το ίδιο.

[…] Αν θέλαμε να αποτιμήσουμε σωστά την ηθική της μάζας, θα έπρεπε να λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι, όταν μαζεύονται τα άτομα της μάζας, κάθε ατομική τους αναστολή ακυρώνεται και όλα τα ώμα, βίαια και καταστροφικά ένστικτα που κοιμούνται μέσα στα άτομα ως κατάλοιπα της πρωτόγονης εποχής αφυπνίζονται με σκοπό να ικανοποιηθούν ελεύθερα. Όμως υπό την επίδραση της υποβολής οι μάζες είναι, επίσης, ικανές για υψηλά επιτεύγματα υπό μορφή αυταπάρνησης, αλτρουισμού και αφοσίωσης σε ένα ιδανικό. Ενώ στα μεμονωμένα άτομα το προσωπικό συμφέρον είναι σχεδόν πάντα η μοναδική κινητήρια δύναμη, στις μάζες είναι σπάνια το κυρίαρχο στοιχείο. […] η μαζική ψυχή ταυτίζεται με την ψυχή των πρωτογόνων.

*

Όσον αφορά τις διανοητικές επιδόσεις ισχύει, βέβαια, ότι τα σημαντικά διαβήματα της στοχαστικής εργασίας, οι βαρυσήμαντες ανακαλύψεις και λύσεις προβλημάτων είναι εφικτές μόνο στο άτομο, αυτό που δουλεύει κατά μόνας. Βέβαια, και η μαζική ψυχή είναι ικανή για ιδιοφυείς πνευματικές επιτεύξεις, όπως πρωτίστως, δείχνει η γλώσσα, αλλά και τα λαϊκά τραγούδια, τα ήθη και τα έθιμα και άλλα. Επιπλέον, πρέπει να αναλογιστούμε πόσα οφείλει ο μεμονωμένος στοχαστής ή ποιητής στα εναύσματα της μάζας όπου ζεί, πρέπει να σκεφτούμε μήπως αποπερατώνει απλώς μια ψυχική εργασία στην οποία έχουν συνεργήσει ταυτόχρονα και άλλοι.

[…] για να σχηματιστεί κάτι σαν ανθρώπινη μάζα, υπό την ψυχολογική έννοια του όρου, από την τυχαία συνάθροιση των μελών ενός ανθρώπινου πλήθους, απαιτείται ως προϋπόθεση ότι τα άτομα αυτά έχουν μεταξύ τους κάτι κοινό, ένα κοινό ενδιαφέρον για κάποιο αντικείμενο, ένας παρεμφερή συναισθηματικό προσανατολισμό προς μία συγκεκριμένη κατάσταση και […] έναν ορισμένο βαθμό ικανότητας για αλληλεπίδραση […]. Το χαρακτηριστικότερο και συνάμα σημαντικότερο φαινόμενο κατά τον σχηματισμό της μάζας είναι η προκαλούμενη σε κάθε άτομο επίταση της συγκίνησης.

*

[…] οι έντονοι συναισθηματικοί δεσμοί που αναγνωρίζουμε στη μάζα αρκούν ώστε να αναγνωρίσουμε ένα από τα χαρακτηριστικά της, την έλλειψη αυτονομίας και πρωτοβουλίας που διακρίνει το άτομο εντός της, την ομοιομορφία της αντίδρασής του απέναντι σε όλους τους άλλους, την έκπτωση, θα λέγαμε, του ατόμου σε μαζικό άτομο.

Όμως η μάζα δείχνει περισσότερα αν τη συλλάβουμε ως ολότητα: τα χαρακτηριστικά της αποδυνάμωσης των διανοητικών λειτουργιών, της έλλειψης συγκινησιακής συγκράτησης, της ανικανότητας για μετριοπάθεια και αναβολή, της τάσης για υπέρβαση κάθε ορίου στη συναισθηματική έκφραση και για πλήρη εκτόνωση της ίδιας στη συμπεριφορά.

Sigmund Freud, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ (μτφρ. Β. Πατσογιάννης, έκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2014, σσ. 19-20, 21, 21-22, 27-28, 29, 75). - Τα motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 34, 85, 108, 24).