Πιστεύουμε ότι στους μύθους και στα παραμύθια μπορούμε να διακρίνουμε απόηχους τόσο της αποπομπής των μεγαλυτέρων όσο και της προτίμησης των νεοτέρων γιών. Το επόμενο, αποφασιστικό βήμα προς την αλλαγή αυτού του πρώτου είδους «κοινωνικής» οργάνωσης πρέπει να ήταν το πιθανό γεγονός ότι οι αποπεμφθέντες αδελφοί, που ζούσαν σε μια κοινότητα, ένωσαν τις δυνάμεις τους, κατέλαβαν τον πατέρα και σύμφωνα με το έθιμο εκείνων των καιρών τον καταβρόχθισαν ωμό.
Αυτός ο καννιβαλισμός δεν είναι ανάγκη να μάς ενοχλεί, αφού διατηρήθηκε και σε πολύ μεταγενέστερες εποχές. Ουσιώδες όμως είναι ότι σε αυτούς τους αρχέγονους ανθρώπους αποδίδουμε τις ίδιες συναισθηματικές στάσεις που μπορούμε να διαπιστώσουμε μέσα από την ψυχαναλυτική έρευνα στους πρωτόγονους της σημερινής εποχής, δηλαδή στα παιδιά μας, το γεγονός ότι όχι μόνο μισούσαν και φοβούνταν τον πατέρα, αλλά και ότι τον λάτρευαν ως πρότυπο και ο καθένας τους στην πραγματικότητα ήθελε να πάρει τη θέση του.
Την πράξη καννιβαλισμού μπορούμε έτσι να την κατανοήσουμε ως προσπάθεια των εξεγερμένων να διασφαλίσουν την ταύτιση με τον πατέρα μέσω της ενσωμάτωσης ενός κομματιού από το σώμα του.
Πρέπει να υποθέσουμε ότι μετά την θανάτωση του πατέρα ακολούθησε μια μεγάλη περίοδος κατά την οποία οι αδελφοί φιλονικούσαν για την πατρική κληρονομιά, την οποία ο καθένας ήθελε να αποκτήσει αποκλειστικά για τον εαυτό του. Η κατανόηση ότι αυτές οι διαμάχες είναι επικίνδυνες και θα αποβούν άκαρπες, η ανάμνηση της απελευθερωτικής πράξης που κατόρθωσαν από κοινού και οι αμοιβαίοι συναισθηματικοί δεσμοί που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο μετά την αποπομπή τούς οδήγησαν σε μια συμφωνία μεταξύ τους, σε ένα είδος κοινωνικού συμβολαίου.
Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη μορφή μιας κοινωνικής οργάνωσης με ορμική παραίτηση, με αναγνώριση αμοιβαίων υποχρεώσεων, με εγκαθίδρυση ορισμένων θεσμών που ανακηρύχθηκαν απαράβατοι (ιεροί), τέθηκαν δηλαδή τα πρώτα θεμέλια ηθικής και δικαίου. Κάθε άτομο εγκατέλειπε το ιδανικό να αποκτήσει τη θέση του πατέρα μόνος του, να κατέχει τη μητέρα και τις αδελφές.
Έτσι γεννήθηκε το ταμπού της αιμομειξίας και η εντολή εξωγαμίας. Ένα ικανό μερίδιο της απόλυτης εξουσίας, που μετά την εξουδετέρωση του πατέρα ήταν διαθέσιμη, πέρασε στις γυναίκες και ήλθε η εποχή της μητριαρχίας.
Η μνήμη του πατέρα εξακολουθούσε να είναι ζωντανή σε αυτή την περίοδο της «ένωσης των αδελφών». Ως υποκατάστατο του πατέρα βρέθηκε ένα δυνατό ζώο, που στην αρχή ενέπνεε ίσως και τον φόβο. Μια τέτοια επιλογή μπορεί να μάς ξενίζει, αλλά το χάσμα που δημιούργησε αργότερα ο άνθρωπος ανάμεσα στον εαυτό του και στο ζώο δεν υπήρχε για τον πρωτόγονο άνθρωπο και δεν υπάρχει ούτε για τα παιδιά μας, τις ζωοφοβίες των οποίων μπορούμε να τίς κατανοήσουμε ως άγχος μπροστά στον πατέρα.
Στη σχέση προς το ζώο-τοτέμ διατηρήθηκε πλήρως η αρχική διαίρεση (αμφιθυμία) της αισθηματικής σχέσης απέναντι στον πατέρα. Το τοτέμ το θεωρούσαν αφενός ως όμαιμον πρόγονο και αγαθοδαίμονα του γένους, έπρεπε να το λατρεύουν και να το αφήνουν άθικτο, αφετέρου όριζαν μια εορτάσιμη ημέρα κατά την οποία τού επιφύλασσαν την ίδια τύχη που είχε άλλοτε ο προπάτορας. Το σκότωναν και το έτρωγαν όλοι οι σύντροφοι μαζί (τοτεμικό γεύμα σύμφωνα με τον Robertson Smith [1894]).
Αυτή η μεγάλη γιορτή ήταν στην πραγματικότητα ένας θριαμβευτικός πανηγυρισμός για τη νίκη των ενωμένων αδελφών επί του πατέρα.
Σίγκμουντ Φρόϋντ, Ο άνδρας Μωϋσής και η μονοθεϊστική θρησκεία (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, έκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1997, σσ. 173-175 (πρβλ. σσ. 178, 243-244), για την ορμική παραίτηση, βλ. σσ. 222 κ.εξ.).