Παραδίδω ανορθόγραφο [έστω κατά το ήμισυ - σε φραγκολεβαντίνικη γραφή] τον γνωστό παρακλητικό στίχο των ημερών, που μελωδεί την ένσαρκη παρουσία του Θεού ανάμεσά μας [άν, φυσικά, τον έχουμε κατά νού] για να μιλήσω για τις ημέρες αυτές τις πρώτες της σαρακοστής που θυμιάζει.
Κατέβηκα στο κέντρο για να χωθώ σε μιάν από τις μικρούλες του εκκλησιές. 'Ισως φθάσω μέχρι τον Λουμπαρδιάρη, ν' ανεβώ να αγναντεύσω λιγούλι ουρανό κι ας έχει βαριά απάνω σύννεφα και ένα αεράκι. Δε με πειράζει να πέσει και καμμιά ψιχάλα. Στις μικρούλες εκκλησιές γυρεύω να χωθώ, τις εναπομείνασες, όπου σε λίγο θα ψαλλούν οι πρώτοι των ημερών Χαιρετισμοί, στην Παναγία. Τούς διψώ κάθε χρόνο, είναι να μήν τούς διψάς, άλλο αν δεν τα καταφέρνω πάντα να γλιστρώ εκεί όπου τούς τραγουδάνε. Και να μείνω. Μένε εδώ.
Φέρνω κατά νού τον Καβάφη, περαστικόν κάποτε κι απ' τη δικήν μας πόλη και την φαρσοκωμωδία που τήν σφίγγει γραμματικό -πραγματικά χωριό, μπροστά στην Αλεξάνδρεια όπου έζησε και τ' άλλα του ταξείδια. Τον γυρεύω στα στενά σοκάκια της Πλάκας, τις γωνιές που απότομα σε ρίχνουν από το 'να σ' άλλο εκκλησάκι απάνω. Στίχοι.
Δεν ήταν τυχαίο. Προσπαθώ, θέλω να πώ, ν' αναλογιστώ την αίσθηση, την τρομερή αίσθηση που προκάλεσε το κήρυγμα εκείνο, από άμβωνος δεσπότου, 'κεί γύρω στα '970, όταν της Τυρινής την Κυριακή ακούστηκε αυτός ο βαρύς ακόμη και για μάς λόγος, από τα χείλη του. Λόγος για τους μασκαράδες. Είδα κι εδώ, στην σμικρά μας ghetonia, πως αντιμετωπίστηκε. Μόνον αυτό; Και άλλα.
Η κυρά-σαρακοστή εις έτι βαίνει.
------
[Το τί έχει γραφεί στα comments των προηγουμένων ημερών, δε λέγεται. Κάτι μάς πιάνει με το moderation. Το οποίο τελικά, απ' ό,τι φαίνεται είναι ένα χρήσιμο εργαλείο. Παρατηρώ πως σχεδόν όλα, άν όχι όλα για όλα, τα σχόλια που γράφηκαν στο άωρον, από καταβολής του, βρίσκονται σε μιάν οπτική αντίληψη ξένη προς το πνεύμα του και την πρόθεση ή την διάθεσή του. Το κατά πού, δηλαδή, κοιτά αυτό το ίδιο. Ουσιαστικά θα έπρεπε να διαγραφούν όλα, μά όλα, αν όχι τα περισσότερα. Χρειαζόμαστε ακόμη παιδεία. Παιδεία πολλήν [και παχιάν], ως αναγνώστες λέω. Λίγοι, -στα δάχτυλα του ενός μόλις χεριού μετριούνται- είναι αυτοί που όντως ευχαριστήθηκα σαν τούς βρήκα να περνούν από τούτο δώ το άωρον θανάτου μνήμα. Εννοώ πως την ανάσα τους αφουγκράστηκα στις δυό τους λέξεις, τούτα τα δυό-δυόμισυ χρόνια, που οικοδομώ -εις μάτην. Μα το συνθέτω, λίγο-λίγο, ψήφο–ψήφο, και όχι, φυσικά, για το θεαθήναι. Ζητούμενο μένει να συμπληρωθεί κι άλλο ο καμβάς. Να κάνει πέρα τις προσμίξεις που το βαστούν στου κόσμου την πολλήν και κάλπικη αμάχη. Ο καμβάς. Του τάφου σήμα περπενδούλι...
Τί νοήμα έχει να τα παραθέσω;]
2 σχόλια:
Mε γειές και χαρές, τουτέστιν πολλά πολλά άρθρα, η νέα εμφάνιση της σελίδας σας!
Μεθ ημών και υμών ο Θεός, που φαίνεται να αρέσκεται να περπατεί στα εκκλησιδάκια του κέντρου..
Θείε, θα παίξεις μαζί μας το 5;
Δημοσίευση σχολίου