Είναι ενδιαφέρον ότι και οι απόπειρες ορθολογιστικής εξήγησης των ονείρων που μαρτυρούνται από αυτή την εποχή δεν αποδεσμεύονται από τη θρησκευτική διάσταση του ονείρου.
Το ιπποκρατικό σύγγραμμα Περί ενυπνίων (το τέταρτο βιβλίο του Περί διαίτης), που ασχολείται με τα όνειρα ως συμπτώματα σωματικών καταστάσεων και παθήσεων, επισημαίνει εξαρχής τη σημασία της ονειροκριτικής εξήγησης των θεόσταλτων ονείρων.
Ο Πλάτων δίνει επίσης έμφαση στο κύρος των θεόσταλτων ονείρων του Σωκράτη και στον Τίμαιο (71a-72c) ορίζει το ήπαρ ως πηγή ονείρων και προρρήσεων στο ανθρώπινο σώμα, ενώ στη βάση της επιστημολογικής θεωρίας που αναπτύσσεται στην Πολιτεία (476c) το όνειρο ορίζεται σαν άλλο ένα είδος αναξιόπιστης εικασίας: οι δύο αντίθετες εικόνες του ονείρου στον Πλάτωνα θυμίζουν τη διάκριση των ονειρικών πυλών στην Οδύσσεια, η οποία θίγεται στον Χαρμίδη (173a).
Αν εξαιρέσει κανείς την όποια απήχηση φαίνεται να είχε στην Αθήνα ο πρωταγόρειος σχετικισμός, υπάρχουν ελάχιστες μαρτυρίες θεωρητικών απόψεων που αποδεσμεύονται από τη θρησκευτική σημασία ή τη μυθολογική θεώρηση του ονείρου πριν από τον Αριστοτέλη. Ακραία αντίδραση στη θρησκευτική άποψη μοιάζει η σκεπτικιστική θέση του Ηρακλείτου ότι το όνειρο είναι μία απολύτως υποκειμενική εμπειρία, αν αυτό εννοεί το απόσπασμα “τοις εγρηγορόσιν ένα και κοινόν κόσμον είναι, των δε κοιμωμένων έκαστον εις ίδιον αποστρέφεσθαι” (Β89 Diels-Kranz).
Εξάλλου, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς σε ποιό βαθμό αντιστρατεύεται ή συμπληρώνει τη μυθική παράδοση ο Δημόκριτος, που εντάσσει τη σημασία του ομηρικού ειδώλου και το ζήτημα της ονειρικής πρόρρησης στο πλαίσιο της ατομικής θεωρίας και εξηγεί τα ονειρικά είδωλα σαν τηλεπαθητικά φαινόμενα επικοινωνίας και γνώσης.
Στα δοκίμια Περί ενυπνίων και Περί της καθ' ύπνον μαντικής ο Αριστοτέλης απορρίπτει την ονειρική πρόρρηση και τη σχετική θεωρία του Δημόκριτου, εξηγώντας ότι η επαλήθευση των ενυπνίων, όταν δεν είναι συμπτωματική, οφείλεται σε σωματικούς, λογικούς ή φυσικούς παράγοντες. Η ρήξη με την παράδοση είναι ριζική: τα ενύπνια στον Αριστοτέλη είναι βιολογικές εμπειρίες που έχουν και τα ζώα, δεν εξαρτώνται με κανένα τρόπο από θεϊκή επενέργεια και εντάσσονται στη λειτουργία της ανθρώπινης φαντασίας.
Βαλάκας Κ., «Όνειρα και τραγωδία: Το πρόβλημα των προρρήσεων στην Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη», στο περιοδικό Αριάδνη (Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, τόμ. 6ος, Ρέθυμνο 1993, σ. 134).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου