"Πάλιν δ' επί του Πατρόκλου είχεν εξαπλωθή πεισματώδης μάχη επίπονος πολλών δακρύων πρόξενος, διότι εξήγειρε την φιλονικίαν η Αθηνά [καταβάσα εκ του ουρανού· διότι απέστειλεν (αυτήν) ο βροντόφωνος Ζευς, ίνα εξεγείρη τους Δαναούς· διότι ήδη είχε γυρίση ο νους αυτού]. [...]
Προς αυτήν δε πάλιν είπεν ο ικανός εις την μάχην Μενέλαος· «Φοίνιξ, γεροπατέρα παλαιέ, είθε βέβαια η Αθηνά να δώση εις εμέ δύναμιν, (560) και ν' αποκρούη την ορμήν των βελών· εν τοιαύτη περιπτώσει εγώ βέβαια θα ήθελον να ίσταμαι πλησίον και να υπερασπίζω τον Πάτροκλον· διότι αποθανών πολύ με ήγγισε την καρδίαν· αλλ' ο Έκτωρ έχει σφοδράν ορμήν πυρός και δεν παύει να σπαράττη διά του χαλκού· διότι εις τούτον παρέχει δόξαν ο Ζεύς».
Τοιουτοτρόπως είπεν, εχάρη δε η γλαυκώπις θεά Αθηνά, διότι δηλ. εις αυτήν πρώτα πρώτα εξ όλων των θεών ηυχήθη. ενέβαλε δε δύναμιν εις τους ώμους και τα γόνατα, και του ενέβαλεν εις τα στήθη θάρρος μυίας, (570) η οποία, αν και σφοδρώς αποδιώκεται, επιθυμεί ανθρώπινον σώμα, ώστε να δαγκάση (αυτό), και ευχάριστον είναι εις αυτήν το αίμα του ανθρώπου· τοιούτου θάρρους επλήρωσεν αυτόν (περί) τας σκοτεινάς φρένας, εβάδισε δε προς τον Πάτροκλον και ηκόντισε με το στιλπνόν δόρυ". (Ρ 543-546, 560-574)
Στο σμικρό αυτό απόσπασμα από την Ιλιάδα, και δη και την Μενελάου αριστεία, ο Μενέλαος παίρνει θάρρος από την θεά Αθηνά, προς την οποία άλλωστε προσεύχεται καίτοι δεν γνωρίζει ότι ήδη του συμπαραστέκεται με την μορφήν του γερο-Φοίνικος, ώστε να κτυπήσει τον εχθρό προστατεύοντας συγχρόνως το νεκρό σώμα του Πάτροκλου. Εδώ λαμβάνει χώρα η γνωστή σκηνή μάχης των Αχαιών, όπως παρασταίνεται και στον αργυρό κρατήρα της μάχης εκ του τάφου IV, πρίγκηπος τινός 18 ετών, του Α΄ κυκλικού ταφικού περιβόλου των Μυκηνών, που έφερε στο φώς ο Σλήμαν κατά το 1876, χωρίς να τού δώσει περισσότερη σημασία, διότι δεν ήταν χρυσός. Μέχρι πρόσφατα δεν είχε βγεί από τις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου. Τον απολαύσαμε στις Δράσεις του Αθέατου Μουσείου τον παρελθόντα Σεπτέμβριο - Οκτώβριο του 2016, δηλαδή 140 έτη μετά την ανεύρεσή του.
[στο πρωτότυπο έχει ως εξής:]
"αψ δ' επί Πατρόκλω τέτατο κρατερή υσμίνη
αργαλέη πολύδακρυς, έγειρε δε νείκος Αθήνη
[ουρανόθεν καταβάσα· προήκε γαρ ευρύοπα Ζευς
ορνύμεναι Δαναούς· δη γαρ νόος ετράπετ' αυτού].
[...]
την δ' αύτε προσέειπε βοήν αγαθός Μενέλαος·
«Φοίνιξ, άττα γεραιέ παλαιγενές, ει γαρ Αθήνη
δοίη κάρτος εμοί, βελέων δ' απερύκοι ερωήν·
τω κεν εγώ γ' εθέλοιμι παρεστάμεναι και αμύνειν
Πατρόκλω· μάλα γαρ με θανών εσεμάσσατο θυμόν·
αλλ' Έκτωρ πυρός αινόν έχει μένος, ουδ' απολήγει
χαλκώ δημόων· τω γαρ Ζευς κύδος οπάζει».
ως φάτο, γήθησεν δε θεά γλαυκώπις Αθήνη,
όττι ρα οι πάμπρωτα θεών ηρήσατο πάντων
εν δε βίην ώμοισι και εν γούνεσσιν έθηκε,
και οι μυίης θάρσος ενί στήθεσσιν ενήκεν,
η τε και εργομένη μάλα περ χροός ανδρομέοιο
ισχανάα δακέειν, λαρόν τε οι αίμ' ανθρώπου·
τοίου μιν θάρσευς πλήσε φρένας αμφιμελαίνας.
βή δ' επί Πατρόκλω, και ακόντισε δουρί φαεινώ·"
αψ = πάλιν, αφού δηλ. επανήλθον οι Αίαντες και ο Μενέλαος, ο Έκτωρ και ο Αινείας, όπερ παρέλιπεν ο ποιητής. επί = τοπικήν έννοιαν έχει.
υσμίνη = μάχη.
έγειρε = εξήγειρεν, ανερρίπιζεν.
δε = γαρ.
545-546 = οι στίχοι απορρίπτονται, διότι, αφού ο Ζευς διατρίβει επί της Ίδης, δεν δύναται να στείλη από του ουρανού την Αθηνάν, και διότι αποφασίσας να δώση την νίκην μέχρι της εσπέρας εις τους Τρώας (206, 453), δεν μετέβαλεν ήδη γνώμην, αλλ' εκτελεί εν 593 κ. εξ. την απόφασίν του.
άττα = φιλική προσφώνησις νεωτέρου προς πρεσβύτερον, ανάλογος πρς τα ημέτερα παππού, γεροπατέρα.
ει γαρ... = πρότασις ευχής.
κάρτος = υπεροχήν, νίκην.
δ' απερύκοι = κατά παράταξιν εξηνέχθη αντί μετοχής: απερύκουσα.
τώ = επαναλαμβάνει την ευχήν του 562.
εγώ = επιτείνεται υπό του γε.
παρεστάμεναι = παρά τω Πατρόκλω.
θανών = διά του θανάτου αυτού, ο θάνατος αυτού.
εσεμάσσατο = του εισ-μαίομαι = εγγίζω, συγκινώ. Η έννοια: ο θάνατός του πολύ μού ήγγισε την καρδίαν, πολύ με συνεκίνησεν. Έλαβε δύο αιτιατικάς, όλου και μέρους, όπως το λαμβάνειν, αιρείν, ικάνειν, ικείν Ξ 475, Π 805, Α 362.
565 = ως ακατάσχετος ο Έκτωρ λέγεται ότι έχει μένος πυρός Λ 596, Ν 39.
έχει = έχει εν εαυτώ, είναι πλήρης.
χαλκώ = η ύλη αντί του εξ αυτής οργάνου, δόρατος, ξίφους, μαχαίρας, πελέκεως.
δηιόων = του δηιόω μετοχή συνηρημένη και επεκτεταμένη.
γλαυκώπις = όρα Α 206 = έχουσα αστράπτοντας οφθαλμούς, διότι παράγεται εκ του γλαυκός (= λαμπρός, σπινθηροβόλος, πρβλ. γλαύσσω = λάμπω) και ώψ. Είναι επίθετο της Αθηνάς, αλλ’ ευρίσκεται και μόνον του ως ουσ. Θ 373 κ. α.
ηρήσατο = του αράομαι.
ώμοισι = διότι ούτοι εσήκωνον τα όπλα. πρβλ. Π 106.
570 = Θάρρος αποδίδει εις την μυίαν διά την επιμονήν, μεθ' ής και πολλάκις διωκομένη επανέρχεται.
μάλα περ = ανήκει εις την παραχωρητικήν μετοχήν και εργομένη, ην επιτείνει. Συνήθως προτάσσεται της μετοχής· εδώ δε παρά την συνήθειαν είναι επιτεταγμένον. πρβλ. Ζ 85, Α 217.
ισχανάω = μόνον ενεστ. και παρατ. Τούτο και το ισχάνω έτεροι τύποι του ίσχω = έχω, κρατώ, εμποδίζω. Μετά γενικής = έχομαί τινος, επιθυμώ τινος.
δακέειν = του έδακον του δάκνω. Ανάπτυξις του «χροός ισχανάα».
λαρόν = (λάω, λιλαίομαι Γ 133) = γλυκύ, ευχάριστον.
574 = Πολλαχού η επί μετά δοτικής προσώπου δεν σημαίνει εχθρικήν προσέγγισιν Β 6, Δ 251, 273, Ρ 706.
(απόδοση, υπό Α.Ξ. Καραπαναγιώτου (1893), έκδοση βασισμένη στην Ιλιάδα του J. La Roche.)
'Αλλο απόσπασμα από το ίδιο έργο εδωδά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου