Παιδίον ήν πάνυ ατελές την ηλικίαν [=πολύ ανώριμο στην ηλικία] και έτι υποτίτθιον [=και θηλάζον ακόμη], ώ κλήσις μεν Μανουήλ, αστείον δε [=χαρίεν δε], άμα και φύσεως ευ έχον και αγχινοίας [=και συγχρόνως υγιές εκ φύσεως και εύστροφο πνευματικά]. [...] τέρας αντί παιδός τον παίδα και αωρόλειον αυτόν μικρόν όσον θεώμενοι γενησόμενον [=τέρας αντί παιδί να γίνεται και μετ’ ολίγον αγένειο].Βίος και Πολιτεία και μερική θαυμάτων διήγησις του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε (νεοελ. απόδ. Γ. Κατσούλα, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1997, σ. 241, παραγρ. ξη΄ 2-4, 19-20).
*
ΙΔ. Ζώντα δεν βλέπω· ουδ' άφησε
Καν ένα η σκληρά τύχη
Επάνω εις τέτοιον θέατρον,
Τ' έθνους να κλαίη την άωρον
Τρισάθλιον μοίραν.
ΙΕ. Μεγάλη, τρομερή,
Με τα πτερά απλωμένα,
Καθώς αετός ακίνητος,
Κρέμεται 'ς τον αέρα
'Ψηλά η Διχόνοια.
«Εγώ,» φωνάξει «εγώ
«Από τον κόσμον έσβυσα
«Ένα λαόν· και ταύτην
«Την γην εξολοθρεύσασα
«Τώρα εωρτάζω.»
Ανδρέας Κάλβος, Ωδή Δεκάτη εβδόμη· Το φάσμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου