Η Αράχωβα παραδείγματος χάριν
ήταν τόπος με καρυδιές.*
Στην γενικότερη Ιστορία της Πελοποννήσου είναι γνωστές οι ξένες εποικίσεις, Σλάβων, Αλβανών ή Ασιατών, ακόμη και η παρουσία Ιουδαίων σε ωρισμένα κέντρα έχει κάποια σημασία. Στην Μεσαιωνική Ιστορία της Ελλάδος υπό το σκήπτρο των Βυζαντινών αυτοκρατόρων σκοτεινοί χρόνοι ονομάζονται ο 7ος και 8ος αι., εν μέρει και ο 9ος. Τότε τοποθετείται η κάθοδος των Σλαβικών φυλών, για τα οποία έχομε αρκετές πληροφορίες. [...]
Oι Σλάβοι, νομαδικός λαός, κατήρχοντο στην Πελοπόννησο και αποτελούσαν καραβάνια θορυβώδη με γυναίκες, παιδιά, ποίμνια, μεταφορικά ζώα και τ' απαραίτητα εφόδια της πορείας μαζί με τις οικοσκευές. Καθ' οδόν αναγκαστικώς εστάθμευαν και η κάθοδος στην Πελοπόννησο μέσω του Ισθμού ή και από το Ρίον ήταν ειρηνική.
Ο σκοπός της μετακινήσεως ήταν επιλογή χώρων για εγκατάστασι κια ήταν φυσικό σε κάθε στάθμευσι να σημειώνεται μερική διαρροή ομάδων, που επέλεγαν τον κατάλληλο τόπο. Και είναι γνωστόν ότι δεν ενδιέφεραν τους Σλάβους τα παράλια και τα πεδινά, αλλά τα ορεινά ως ασφαλή. Τα στοιχεία που κυρίως αναζητούσαν ήταν νερό, βοσκή για τα ζώα και σιγουριά. Βέβαια οι πρώτες εγκαταστάσεις δεν ήταν οριστικές, γιατί συχνά εγίνοντο μετακινήσεις για την ανεύρεσι καλυτέρων συνθηκών.
Από την σλαβική πλημμυρίδα κάποια ομάδα θ' απεκόπη και επέλεξε για εγκατάστασι τον χώρο της αρχαίας Τεύθιδος και της γύρω περιοχής. Ήταν απόμερος και φυλαγμένος ορεινός χώρος, όπως τον κατανοούμε σήμερα με τους διαμορφωμένους οικισμούς Δημητσάνας, Ράδου, Στεμνίτσας, Ζάτουνας, Ζυγοβιστίου, Τρεστενάς Ζέρζοβας, Στρούζας, Εγκλένοβας κλπ. Σ' αυτόν τον χώρο πιθανώτατα εσκορπίσθησαν ολιγομελείς ομάδες ειρηνικώς, χωρίς να ενοχλήσουν τους τυχόν κατοίκους των εν ενεργεία οικισμών.
Ένα σώμα πρόσθετο, όπως περίπου οι σημερινοί Ατσίγγανοι, ανοργάνωτο, σχεδόν φιλοξενούμενο μέσα στην ερημιά, ίσως και να είχε κάποια ελπίδα νέας ζωής. Με σύμμαχο τον χρόνο και την νοοτροπία των μεταναστών μπορούμε να δεχτούμε ότι στα τέως εγκαταλελειμένα εδάφη εσχηματίσθησαν μικροί συνοικισμοί. Οι έποικοι κάποτε απέκτησαν πατρίδα, αφού παρέλαβαν χέρσα γή και την εκαλλιέργησαν. Και παράγοντες αγαθά εξασφάλιζαν πάλι νομαδική ζωή, η οποία με τον συγχρωτισμό με τους εντοπίους εβελτιώνετο και οι μέχρι προ ολίγου επιδρομείς έγιναν μόνιμοι κάτοικοι του τόπου που είχαν επιλέξει σε συνεργασία με όσους γείτονες ήλθαν σ' επαφή, ώστε εσχηματίσθησαν σιγά-σιγά μεικτοί οικισμοί.
Ιωάννα Κ. Γιανναροπούλου, Συνοπτική Ιστορία της Δημητσάνας (Αθήνα 1999, σσ. 19-20). - Το motto εκ της ιδίας, (ό.π, σ. 21).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου