Ο Θουκυδίδης λέγει κάπου ότι, αν ερημωθή ποτέ η Σπάρτη και απομείνωσι μόνα τα ιερά της πόλεως και τα θεμέλια των κτισμάτων, δεν θα είναι πιστευτόν εις τους μεταγενεστέους, ότι είχεν άλλοτες μεγάλην δύναμιν η πόλις εκείνη, ενώ αν συμβή το αυτό εις τας Αθήνας, εκ των ερειπίων αυτών κρίνοντες θα φαντάζωνται την δύναμίν των διπλασίαν της πραγματικής.
Ο χρόνος δε εβεβαίωσε το ορθόν της κρίσεως του μεγάλου ιστορικού. Της Σπάρτης τόσον ασήμαντα είναι τα λείψανα, ώστε ουδέ την ελαχίστην παρέχουσιν ένδειξιν του παλαιού μεγαλείου.
*
Εκτός των τειχών δύο είναι τα αξιολογώτατα αρχαία μνημεία, το Στάδιον και οι τάφοι του Κεραμεικού. […] Λίθινοι θρόνοι και εδώλια δεν εκόσμουν κατά τους χρόνους εκείνους το στάδιον, αλλ' οι θεαταί εκάθηντο κατά γής. Μαρμάρινον δε κατεσκευάσθη το στάδιον πολλούς αιώνας ύστερον (εν έτει 131 μ.Χ.) υπό του Ηρώδου του Αττικού, όστις ιδίαις δαπάναις ανεκαίνισε και μεγαλοπρεπέστατα εκόσμησεν αυτό, αποδείξας πρόσφορον όχι μόνον προς γυμνικούς αγώνας, αλλά και προς θηριομαχίας και τάλλα συνήθη και προσφιλή του όχλου των ρωμαϊκών χρόνων βάρβαρα θεάματα.
*
Ο κάλλιστος [τάφος] πάντων είναι ο της Ηγησούς, στήλη έχουσα ανάγλυφον παράστασιν της Ηγησούς, λαμβανούσης παρά παιδίσκης κοσμήματα δια να στολισθή. Απέναντι του τόξου της Ηγησούς είναι μέγας μολοσσός, επιτύμβιον επίθημα.
Παρά τούτον υψηλή στήλη, εφ' ής ορθούται ισχυρός ταύρος και περαιτέρω επιτύμβιον ανάγλυφον του εν Κορίνθω των 394/3 πεσόντος ιππέως Δεξίλεω. Αξιολογώτατος διά την τέχνην αυτού είναι και ο της Δημητρίας και της Παμφίλης τάφος εν σχήματι ναΐσκου.
*
[…] το Ασκληπιείον, ιερόν του Ασκληπιού, του οποίου η λατρεία εισήχθη εις τας Αθήνας περί τα τέλη του Ε΄ αιώνος. Εις το τέμενος αυτού περιλαμβάνονται ιερά και βωμοί και άλλων τινών θεών, στοαί και πηγή ιερά εν μικρώ σπηλαίω, όπερ κατά τον μεσαίωνα μετεποιήθη εις χριστιανικόν εκκλησίδιον.
*
Βορειοδυτικώς της Ακροπόλεως υψούται ο Άρειος πάγος, ο βράχος εφ' ού κατά τους αρχαιοτάτους χρόνους ήδρευεν η εξ Αρείου πάγου βουλή, ήτις έπειτα συνήρχετο εις την Βασίλειον στοάν εν τη αγορά. Εκεί δε και όχι επί του βράχου φαίνεται, ότι είπεν εν έτει 54 μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος τον προς Αρεοπαγίτας λόγον, όν αναφέρουσιν αι Πράξεις των Αποστόλων. Κατά την βορειοανατολικήν γωνίαν του βράχου υπάρχει χάσμα, όπου ίσως ήτο το πάλαι το ιερόν των Ευμενίδων.
*
Ο νοτιώτατος των λόφων, ο του Μουσείου, έχει έν μέγα τοιούτο πανάρχαιον οίκημα, την κοινώς λεγομένην Φυλακήν του Σωκράτους, διασκευασθέν κατά τους αρχαίους χρόνους εις αποθήκας ίσως ή εις τάφους.
*
Προς δυσμάς του Αστεροσκοπείου ήτο το Βάραθρον, όπου ερρίπτοντο οι καταδικασθέντες εις θάνατον, μη αναγνωριζόμενον νυν ένεκα των πολλών επιχώσεων.
*
Του πλαστικού κόσμου αυτού [του ναού του Θησείου] διετηρήθησαν αι εκ παρίου μαρμάρου ζωοφόροι [sic] της ανατολικής και της δυτικής πλευράς του σηκού, και αι ανάγλυφοι 12 μετόπαι της ανατολικής πλευράς της περιστάσεως, απεικονίζουσαι άθλους του Ηρακλέους, και ανά έξ της νοτίου και της βορείας πλευράς, απεικονίζουσαι άθλους του Θησέως· αι λοιπαί μετόπαι δεν είχον πλαστικόν κόσμον.
*
Το δ' Ολυμπιείον ή Ολύμπιον, ήτο ναός του Ολυμπίου Διός, ο μέγιστος ίσως των ελληνικών ναών μετά το εν Εφέσω Αρτεμίσιον και τον εν Διδύμοις ναόν του Απόλλωνος.
Ν.Γ. Πολίτης, “Αρχαιότητες των Αθηνών” εν Οδηγός των Αθηνών που εξέδωσε η Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων για την Μεσολυμπιάδα του 1906 (Ανατύπωση Δήμος Αθηναίων, Αθήνα 2002, σσ. 50, 52-53, 53, 63, 64, 65, 65-66, 66, 68).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου