«Η Χάρτα πέτυχε απόλυτα τον στόχο του Βελεστινλή. Έδωσε μια ιδιότυπη και συμπαγή εικόνα "βαλκανικότητας" που ήταν άγνωστη στον χειμαζόμενο από το σύνδρομο Ρούμελης-Ανατολής συνήθη Έλληνα λόγιο. Η Χάρτα του Ρήγα τοποθετεί την Ελληνική οδοστασία ως πρόβλημα της Ευρώπης και μάλιστα της Ανατολικής, επειδή είναι πολύ κοντά στον τρόπο τού σκέπτεσθαι των μεγάλων ευρωπαϊκών επιτελείων και Αυλών. Καθορίζοντας τα όριά της, η Χάρτα κατευθύνει πλέον ένα υβρίδιο Μεγάλης Ιδέας προς τον Βορρά. Ουσιαστικά η παράθεση της δυναμικής των Ελλήνων, είτε είναι εμπορευόμενοι στην καρδιά των Βαλκανίων είτε ηγεμόνες στα παραδουνάβεια, είτε κάτοικοι πανάρχαιοι των ακτών και των πεδίων, είναι μια απολύτως μοντέρνα άποψη για τον πολιτισμό και την διεισδυτικότητά του. Ας μη ξεχνάμε ότι στα χρόνια σύνταξης και σύλληψης της Χάρτας, οι ορεινές κοινότητες της Ελλάδος ήταν σε πρωτοφανή ακμή, το εμπόριο και οι συναλλαγές σε έξαρση, τα δίκτυα ανεφοδιασμού και συντήρησης (χάνια, καραβάνια, εμπορεύματα και εταιρικές μερίδες) στα χέρια των ορεσιβίων».
Πάνος Θεοδωρίδης, εν 200 χρόνια της Χάρτας του Ρήγα 1797-1997 (έκδ. Παρατηρητής 1997, σσ. 15-16).
*
[...] Ο Ρήγας προχωρεί σε μία όχι και τόσο επιστημονική πρωτοβουλία. Παραλείπει την παράσταση του εμπροσθότυπου, προβαίνει σε δικούς του συνδυασμούς και δημιουργεί πλαστούς τύπους. Έτσι το νόμισμα των 2 Τζιανάκ Καλεσί, όπου στην μια όψη αναφέρεται η Άβυδος και στην άλλη η Σηστός, προέρχεται από το συνδυασμό οπισθοτύπων δύο νομισμάτων των δύο πόλεων. Παρομοίως τα απεικονισμένα νομίσματα της Εφέσου και της Κυζίκου αποτελούν συνδυασμό οπισθοτύπων δύο διαφορετικών εκδόσεών τους.
Τα κίνητρα μιάς τέτοιας 'πλαστογράφησης' είναι μάλλον έκδηλα. Η απεικόνιση του Ρωμαίου αυτοκράτορα άφηνε τον Ρήγα τουλάχιστον αδιάφορο. Αντίθετα οι πίσω όψεις των επαρχιακών αυτών κοπών με παραστάσεις έντονου τοπικού χαρακτήρα, γίνονται αφηγητές λατρειών, μυθολογικών εικασιών, εορτών και πανηγύρεων, και βρίσκονται σε άμεση σχέση με την ελληνικότητα των περιοχών.
Η θεματολογία τους συγκινεί τον Ρήγα και βρίσκει την ευκαιρία να παινέσει το περίφημο άγαλμα της Εφεσίας Αρτέμιδος με την παράθεση αρχαίου επιγράμματος («Της Αρτέμιδος της Εφεσίας δόμος, τον όνπερ ανήγειρεν Αρτεμισία η Μαυσόλου τάλαινα σύζυγος πάλαι») και να μάς διηγηθεί με τον ίδιο τρόπο την τραγική ερωτική ιστορία της Ηρούς και του Λεάνδρου στο νόμισμα των 2 Τζιανάκ Καλεσί («Ούτος ο Λειάνδροιο διάπλοος, ούτος ο Πόντου πορθμός, ο μη μούνω τω φιλέοντι βαρύς, ταύθ' Ηρούς τα πάροιθεν επαύλια, τούτο το πύργου λείψανον, ο προδότης ώδ' επέκειτο λύχνος»).
Σύμφωνα με τον μύθο, στη Σηστό, σε ένα πύργο δίπλα στη θάλασσα, κατοικούσε μια νέα και όμορφη κοπέλα, η Ηρώ, ιέρεια της Αφροδίτης. Κάποτε σε μια γιορτή που οργανώθηκε στην πόλη προς τιμήν της θεάς, η Ηρώ για πρώτη φορά παρουσιάστηκε στο πλήθος, που θαμπώθηκε από την ομορφιά της και όλα τα παλληκάρια την ερωτεύτηκαν. Ανάμεσά τους ήταν και ο Λέανδρος, ένας όμορφος νέος από την Άβυδο, με τον οποίο η Ηρώ συμφώνησε να παντρευτεί.
Ο γάμος όμως έπρεπε να μείνει κρυφός, αφού για την Ηρώ ήταν απαγορευμένος. Τις νύχτες ο Λέανδρος περνούσε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο, με οδηγό το φώς ενός λυχναριού και συναντούσε τη γυναίκα του. Τα χαράματα ο νέος ξαναριχνόταν στη θάλασσα και γυρνούσε στην πόλη του. Έτσι η Ηρώ την ημέρα ήταν για όλους αγνή παρθένα και ιέρεια, και τη νύχτα γινόταν για τον Λέανδρο γυναίκα και ερωμένη.
Η ευτυχία τους όμως δεν κράτησε για πολύ. Μια θυελλώδη χειμωνιάτικη νύχτα ο Λέανδρος αψήφισε τα στοιχεία της φύσεως. Ο άνεμος έσβησε το λυχνάρι και τα κύματα της θάλασσας έπνιξαν τον άτυχο νέο. Ο πόνος της γυναίκας του ήταν μεγάλος όταν το πρωί αντίκρυσε το άψυχο σώμα να χτυπιέται στα απότομα βράχια. Η Ηρώ ρίχτηκε από τον πύργο ακολουθώντας τον άντρα της στο θάνατο.
Βάσω Πέννα, «Τα νομίσματα της Χάρτας του Ρήγα», εν 200 χρόνια της Χάρτας του Ρήγα 1797-1997 (έκδ. Παρατηρητής 1997, σσ. 56-57).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου