δροσιζόμενος αφράστως *
Κρίμα που είχε τόσο λίγο κόσμο. Ωραίο διακριτικό μέρος για να βρεθεί κανείς κοντά σε κάποια κοπέλα. Κολλημένοι με τις ώρες υπό τους ήχους αργής μουσικής. Η γυναίκα της λειτουργίας του μεσονυκτίου. Στον έβδομο ουρανό. Γονατισμένες γυναίκες στα στασίδια με κόκκινα κομποσκοίνια περασμένα γύρω από τον λαιμό τους και σκυμμένα κεφάλια. Μια ομάδα ήταν γονατιστή μπροστά από το κιγκλίδωμα του ιερού. Ο ιερέας πέρασε από μπροστά τους, μουρμουρίζοντας, κρατώντας στα χέρια του αυτό το πράμα. Σταματούσε μπροστά από την καθεμία, έβγαζε από μέσα μίαν όστια που την τίναζε μια ή δυό φορές (μέσα στο νερό τις φυλάνε;) και την έβαζε μέσα στο στόμα της με ακρίβεια. Το καπέλο της και το κεφάλι της χαμήλωναν. 'Υστερα η σειρά της επόμενης∙ μιας κοντής γριούλας. Ο ιερέας έσκυψε χαμηλά για να την αποθέσει στο στόμα της, μουρμουρίζοντας όλη την ώρα στα Λατινικά. Η επόμενη. Κλείσε τα μάτια σου και άνοιξε το στόμα σου. Τί; Corpus. Σώμα. Πτώμα. Καλή ιδέα η χρήση των Λατινικών. Κατ' αρχήν τις ναρκώνει. 'Ασυλο ετοιμοθανάτων. Δεν φαίνεται να τη μασάνε∙ μόνο την καταπίνουν. Γελοία ιδέα, να τρώνε μικρά κομμάτια πτώματος, γι' αυτό και το αποδέχονταν τόσο εύκολα οι καννίβαλοι.
Τζαίημς Τζόυς, Οδυσσέας (μτφρ. Σωκράτης Καψάσκης, έκδ. Κέδρος, Αθήνα 1990, σ. 110).
-----
* Στο motto δυό λεξούλες από τον Συμεώνα τον νέο Θεολόγο, εκ των θείων ερωτήσεων περί της αγίας Μεταλήψεως των αχράντων μυστηρίων, όπως εμπεριέχονται στην Ζ' Ευχή του ιδίου στην Ακολουθία προ της γεύσεως της θείας Μεταλήψεως. Εύχαρις, ο ίδιος, πιπιλογατούλης, ως εκ της καλιαρντής τε.
1 σχόλιο:
Αα, τι μού θύμισες: Ένα ολόκληρο καλοκαίρι και τις "προσβάσεις" μου στον Τζόυς, ενώ ο Καψάσκης, ο αλησμόντος, να μού διαβάζει ατέλειωτες σελίδες Οδυσσέα!...
Φευ... έφυγαν όλοι...
Δημοσίευση σχολίου