Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

για την μουσική του Μπετόβεν


Ο Στραβίνσκυ θέλει να κρίνουμε τη μουσική του Μπετόβεν μόνο από τη μορφή της, από το σύνολο της εντύπωσης που αφήνει ως ήχος. Η στάση του Σοπενάουερ είναι παρόμοια, αν και κάπως βαθύτερη:

«Αν τώρα ρίξουμε μια ματιά στην καθαρά οργανική μουσική, μια συμφωνία του Μπετόβεν μάς παρουσιάζει τη μεγαλύτερη σύγχυση, η οποία ωστόσο έχει την πιο τέλεια τάξη για βάση της, την πιο βίαιη σύγκρουση, που την επόμενη στιγμή μεταμορφώνεται στην πιο ωραία συγχορδία...

Στη συμφωνία αυτή βρίσκουν επίσης έκφραση όλα τ' ανθρώπινα πάθη και οι συγκινήσεις, χαρά, λύπη, αγάπη, μίσος, τρόμος, ελπίδα κλπ. οι αναρίθμητες βαθμίδες, όμως όλα, σαν να λέμε, μόνο in abstracto και χωρίς καμιά εξειδίκευση· πρόκειται γι ατη μορφή τους απλώς, χωρίς ουσία, είναι σαν ένας κόσμος πνεύματος χωρίς ύλη».

Κι εδώ επίσης η «εσώτατη ζωή που έχει ειδικό περιεχόμενο» [κατά Χέγκελ] μετατρέπεται σε κρύα και παγερή αφαίρεση. Η εσώτατη αυτή ζωή όμως δεν είναι ζήτημα καθαρής μορφής ή καθαρού πνεύματος: γεννιέται από τον πολύ συγκεκριμένο και ειδικό τρόπο με τον οποίο ο Μπετόβεν αντιδρούσε στην εποχή του· ανήκει στον πραγματικό κόσμο όπου δεν υπάρχει χαρά ή λύπη in abstracto, αλλά μόνο αιτιολογημένο λύπη και αιτιολογημένη χαρά.

*

Το πένθιμο εμβατήριο στην «Ηρωική» δεν πενθεί in abstracto, στερημένο κάθε ειδικού νοήματος: είναι ηρωικό πένθος γεμάτο επαναστατική συγκίνηση. Δεν είναι αυτός ο τρόπος που πενθεί ο άνθρωπος έναν αγαπημένο του νεκρό, ούτε θα ταίριαζε τέτοιο πένθος σ' ένα Χριστιανό που λυπάται για τη σταύρωση του Ιησού. Το πένθος που εκφράζεται στη Συμφωνία του Μπετόβεν είναι επαναστατικό και Ιακωβίνικο. Στο ερώτημα του Χέγκελ: «Ποιά είναι η φύση του χαμού;» απαντά χωρίς διφορούμενα η μουσική του Μπετόβεν.

Και παρόμοια, στην Ενάτη Συμφωνία, η χαρά που ξεσπά στην κίνηση της χορωδίας δεν είναι καμιά χαρά in abstracto, είναι χαρά γεννημένη από τρομερές αντιφάσεις, παρά την κατήφεια και την απόγνωση και σε πρόκληση της κατήφειας και απόγνωσης, είναι άρνηση αυτής της απόγνωσης που έχει λάβει απείρως συνειδητή μορφή. Και επί πλέον, χαρά που προϋποθέτει τα πλήθη στις πολιτείες, που δεν έχει καμιά σχέση με την αγροτική χαρά, με θερισμούς και χωριάτικους χορούς.

Ή πάλι, αν εξετάσουμε το «περιεχόμενο» της μουσικής δωματίου του Μπετόβεν στα τελευταία του χρόνια, αναγκαστικά βρίσκουμε πως εκφράζει μια τρομερή μοναξιά -αλλά όχι μοναξιά in abstracto και πολύ διαφορετική από τη μοναξιά του θρήσκου ερημίτη ή του αγρότη που τον έκλεισαν τα χιόνια στη βουνήσια του καλύβα· είναι η νέα μοναξιά της πολιτείας, που γεννήθηκε μαζί μα τα πλήθη της σύγχρονης αστικής καπιταλιστικής εποχής και που βρήκε την πρώτη μουσική της έκφραση στον Μπετόβεν.

Με άλλα λόγια, αν προσέξουμε το έργο του Μπετόβεν περισσότερο απ' ό,τι γίνεται με μια πεταχτή ματιά, δεν ανακαλύπτουμε σ' αυτό όλα τ' ανθρώπινα πάθη και τις συγκινήσεις «in abstracto και χωρίς καμιά εξειδίκευση»· αντί γι' αυτό βρίσκουμε μερικά εξαιρετικά ειδικά πάθη και συγκινήσεις άγνωστα -με την ιδιαίτερη αυτή μορφή και έκφραση- σε παλιότερους καιρούς.

Έρνστ Φίσερ, Η αναγκαιότητα της τέχνης (μτφρ. Φ. Χατζηδάκη, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1966, σσ. 219-220).

Δεν υπάρχουν σχόλια: