Σάββατο 30 Μαΐου 2020

δεν γνωρίζουν παρά την γλώσσα του σώματος...


Όταν ο Κινησίας πάει να βρεί τη γυναίκα του τη Μυρρίνη στην Ακρόπολη για να ικανοποιήσει αμέσως μια σεξουαλική ανάγκη, εκείνη καθυστερεί να ανταποκριθεί στο αίτημά του, προφασιζόμενη την παρουσία του παιδιού, τον ιερό χαρακτήρα του τόπου, το άβολο του δαπέδου, τα υποχρεωτικά τελετουργικά κλπ.· τόσα τεχνάσματα εξυφαίνει για να επιτευχθεί το σχέδιο της Λυσιστράτης. Πανούργα, διαστροφική, η γυναίκα δεν είναι μία Πηνελόπη που υφαίνει, αλλά μία κακοποιός Αράχνη.

Σε μια θεωρία συνομωσίας, ο κορυφαίος του χορού των ανδρών φαντάζεται ακόμη και επιστροφή στην τυραννία, λόγω της μηχανορραφίας των γυναικών και του Λακεδαιμόνιου εχθρού, κακούργημα παρόμοιο με την προδοσία του Αλκιβιάδη: «Και γιατί; Να μάς καθίσουν τυραννίδα στο λαιμό» [Αριστοφάνη, Λυσιστράτη, στ. 630].

Προφανής μάστιγα, αναγκαία ωστόσο, η γυναίκα δεν έχει λόγο ύπαρξης παρά μέσα στην αίσθηση ενός ελλείμματος, και αυτό το έλλειμμα υποχρεώνει τους άνδρες να συμβιβάζονται μαζί τους, όπως το συμπεραίνει και ο κορυφαίος του χορού παραθέτοντας τον Ησίοδο: «Με πανούκλα δε ζείς, μα ούτε δίχως πανούκλα» [Αριστοφάνη, Λυσιστράτη, στ. 1039].

Όλο το τέλος του έργου αναπαριστά τους άνδρες αναστατωμένους, με ορθωμένους τους φαλλούς τους, προς αναζήτηση ενός δοχείου, ενός αγγείου, ενός σκεύους για άρμεγμα: «Βάσανο μεγάλο! Σκυφτοί γυρνάμε στα σοκάκια, σάμπως να βαστάμε φανάρι» [Αριστοφάνη, Λυσιστράτη, στ. 1002-1004].

Ωστόσο στην κωμωδία πραγματοποιείται μια ανατροπή, διότι αν οι γυναίκες πρέπει να παραμείνουν έξω από τον δημόσιο χώρο, αυτό συμβαίνει ακριβώς εξαιτίας της σεξουαλικότητάς τους. Η αταξία που προκαλούν στην πόλη οφείλεται στην ασυδοσία τους, επαναλαμβανόμενο θέμα στο ελληνικό θέατρο, όπως υπογραμμίζει η Claire Nancy για τον Ευριπίδη: οι γυναίκες είναι υποταγμένες στη σεξουαλική τους τρέλα, τη μωρία, την αποδιοργάνωση της λογικής τους:

Ο έρωτας αφαιρεί τη λογική από τις γυναίκες. Αλίμονο στους άνδρες, που είναι υποχρεωμένοι από μια μεροληπτική καταδίκη των θεών να περάσουν από την κλίνη των γυναικών για τη διαιώνισή τους [Claire Nancy, 2016].

Κατακυριευμένες από τις ανάγκες της κοιλιάς τους, οι γυναίκες του Αριστοφάνη αναζητούν πράγματι να επιτύχουν την ειρήνη μέσω της σεξουαλικής ματαίωσης και ανάγκης τροφής· το έργο ξεκινά με το παράπονο των συντροφισσών της Λυσιστράτης, των οποίων οι σύζυγοι βρίσκονται μακριά και οι εραστές απουσιάζουν. Η σεξουαλική ανάγκη και τα οικιακά προσχήματα ωθούν εξίσου ορισμένες από αυτές να εγκαταλείψουν την Ακρόπολη για να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Όπως και στις Εκκλησιάζουσες, ο Αριστοφάνης αναπαριστά τη γυναίκα σαν μια κοιλιά για γέμισμα, που δεν γνωρίζει παρά τη γλώσσα του σώματος, απούσα η πρόσβαση στη γλώσσα, στο Λόγο, μοναδικοί κάτοχοι του οποίου είναι οι άντρες.

A. Verlet, “Λυσιστράτη, κωμωδία της αποσύνδεσης”, στον τόμο: Το θήλυ και οι ανατρεπτικές όψεις του στην ελληνική αρχαιότητα. Πρακτικά Συνεδρίου (μτφρ. Σ. Λεωνίδη, έκδ. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα 2018, σσ. 25-27).

Δεν υπάρχουν σχόλια: