«Το κακό έρχεται από πιο μακριά», όπως θα πεί η Φαίδρα του Ρακίνα. Όπως το γνωρίζει και μάς το μαθαίνει η μνήμη των Φοινισσών. Πράγματι, αυτό το κακό δεν έχει καμία σχέση με μια οικογενειακή ιστορία, τίποτα που να εξαρτάται από μια κατάρα αμιγώς λαβδακική. Τα πάντα όμως συνδέονται με την πρωταρχική ιστορία της Θήβας, με την αυτόχθονα θεμελίωσή της, από την οποία αντλεί την περηφάνειά της.
Αυτό που αναδεικνύουν οι Φοίνισσες, πέρα από την ιστορία του Οιδίποδα, είναι ένα κακό, μια δυσμορφία μέσα στον πολιτισμό. Τον τερατώδη πολιτισμό των Σπαρτών που γεννήθηκαν κάποτε από τη Γή, όταν ο Κάδμος έσπειρε τα δόντια του δράκοντα που διεκδικούσε από κείνον την κυριαρχία του τόπου. Το δράκο αυτόν οι Φοίνισσες τον αναγνωρίζουν ως τέκνο του Άρη, του θεού του πολέμου και του αιματοκυλίσματος, υπερασπιστή της Θήβας, «αφέντη των μεγάλων δεινών», που εξαπολύει σήμερα τους ακολούθους του, μεθυσμένους από αίμα και θάνατο, κατά της πόλης και των Λαβδακιδών που κατέχουν την εξουσία της.
Διότι για τις Φοίνισσες ο Οιδίποδας είναι καταρχήν απόγονος των Σπαρτών από τη μητέρα του Ιοκάστη, δισέγγονη ενός εξ αυτών, του τρομερού αυτόχθονα Εχίονα, πατέρα του Πενθέα των Βακχών· κι απ' την άλλη, ο πατέρας του ο Λάιος, γιος του Λαβδάκου, ήταν δισέγγονος του ίδιου του Κάδμου.
Συνεπώς, ο Οιδίποδας είναι διπλά απόγονος των θεμελιωτών της Θήβας, φορέας βασάνων της προπατορικής κατάρας του.
Μόνο η προγονική –προελληνική, πρωτοϊστορική– γνώση των Φοινισσών επιτρέπει την πρόσβαση σ' αυτή την προπατορική κατάρα, με το πρώτο στάσιμο που κατέχει το κλειδί του οιδιπόδειου αινίγματος [Ευριπίδη, Φοίνισσες, στ. 638-672].
*
Η ορμή της ζωής για τις Φοίνισσες παίρνει υπόσταση θεϊκή και όνομα από τον Βρόμιο (βροντερό) Διόνυσο. Θεός της παγκόσμιας κοινότητας, χωρίς αποκλειστικότητες εδάφους ή γένους, θεός της γιορτής και της μουσικής, θεός της περίσσιας γονιμότητας, ονομάζει για λογαριασμό των Φοινισσών μια ανθρώπινη τάξη που προσφέρει σε κάθε ζωή την τύχη της, χωρίς διακρίσεις. Δεν ανοίγει στους ανθρώπους τα μονοπάτια της δόξας, αλλά εκείνα της πείρας της ζωής που προσφέρεται στην κοινότητα των θνητών, δηλαδή την ουσιαστική εμπειρία της θνητότητάς τους.
Συνεπώς, η διονυσιακή εκδοχή του μύθου του Οιδίποδα παρουσιάζεται σαν εξάλειψη του μοναδικού πεπρωμένου του, το οποίο αποδίδει σε ένα συλλογικό λάθος (αμαρτία) του πολιτισμού. Αυτό το λάθος το είχαν αντιληφθεί και οι ίδιοι οι θεοί, αφού, οκτώ χρόνια μετά την ολέθρια θεμελίωση του Κάδμου, είχαν οργανώσει το γάμο του με την Αρμονία, κόρη του Άρη και της Αφροδίτης, της Έριδας και του Έρωτα. Από το γάμο αυτόν γεννήθηκε η Σεμέλη και ο Πολύδωρος·
απ' τη Σεμέλη γεννήθηκε ο Διόνυσος κι απ' τον Πολύδωρο ο Λάβδακος -πατέρας του Λαΐου και παππούς του Οιδίποδα, σύμφωνα με την εκδοχή του Ευριπίδη. Αυτός ο γάμος υπήρξε μεγαλοπρεπής, ήταν η τελευταία από τις γιορτές στην οποία παρευρέθηκαν οι θεοί πλάι στους ανθρώπους, γιορτή του γάμου του Ουρανού και της Γής, που θα έπρεπε να ξορκίσει την προπατορική δυστυχία της πόλης της Θήβας. Το κακό όμως είχε γίνει και ο γάμος παρέμεινε χωρίς μέλλον, κι η ένωση του Λαΐου με την Ιοκάστη επανεισήγαγε την πρωταρχική κατάρα σε αυτό που θα έπρεπε να είναι η ευτυχής διονυσιακή πόλη.
Claire Nancy, “Οι Φοίνισσες, ο άλλος μύθος του Οιδίποδα”, στον τόμο: Το θήλυ και οι ανατρεπτικές όψεις του στην ελληνική αρχαιότητα. Πρακτικά Συνεδρίου (μτφρ. Σ. Λεωνίδη, έκδ. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα 2018, σσ. 77-79, 81-82).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου