Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

να συλλέξωσιν σύκα


Ενώ ο Ιμπραΐμ επετύγχανε τόσον εν Ακαρδία, αιφνίδιον κίνημα κατά της γραμμής της συγκοινωνίας του τον ανησύχησε. Ταραχώδης συνάθροισις 4 χιλ. Μεσσηνίων και Λακώνων κατέλαβεν εξ εφόδου την πόλιν Νησί, και μετά πείσμονα πάλην, καθ' ήν 50 εκ των εφορμώντων έπεσον, διεπέρασεν εν μαχαίρα τρεις λόχους πεζικού των Αράβων σταθμεύοντας εκεί. Ο σκοπός των ήτο εντούτοις να συλλέξωσιν την συγκομιδήν των σύκων και, αφού εξετέλεσαν τούτο, απεσύρθησαν εις τα απρόσιτα ύψη των.

*

Περί την 19 Σεπτεμβρίου [1825] η εκστρατεία εν Πελοποννήσω είχε συντελεσθή, και ο Ιμπραΐμ, του οποίου οι πόροι είχον αρχίσει να εκλείπωσι, έμενεν αργός, περιμένων στόλον και στρατόν εξ Αλεξανδρείας. Δι' όλου του θέρους, ο λοιμός έκαμνε θραύσιν εις Κορώνην, Μοθώνην και Νεόκαστρον, αλλά δι' υγιεινών προφυλάξεων τον απέκλεισεν έξω του στρατοπέδου του.

Ο Ιμπραΐμ Πασάς είχε στρατιωτικόν δαιμόνιον, και ηγάπα τον πόλεμον χάριν αυτού του πολέμου· εις το πεδίον έζη λιτώς όσον ο ελάχιστος στρατιώτης, αλλ' επεδείκνυεν εις τα καταλύματά του πολλήν μεγαλοπρέπειαν, στεγαζόμενος υπό ευρείαν σκηνήν από ινδικά σάλια, στεφομένην διά χρυσής σφαίρας, κ' εστρωμένην με περσικούς τάπητας και με μεντέρια από μεταξωτά του Λουγδούνου· πέριξ αυτής ήσαν κατεσκηνωμέναι αι μοίραι του στρατού του μετ' ανοικτών χώρων δι' ασκήσεις.

Εις τας μάχας συνείθιζε να περιέρχεται έφιππος όπισθεν των ταγμάτων του, κατακόπτων πάντα στρατιώτην δεικνύοντα κλίσιν να καταλίπη τας τάξεις. (Είς των αντιπάλων του (ο Γενναίος Κολοκοτρώνης) παρεδέχθη το ίδιον σχέδιον, περιπατών όπισθεν των ανδρών του μετά μεγάλης ράβδου, και μη φειδόμενος της χρήσεώς της).

Είχε την φιλοδοξίαν να θεωρήται ως πεπολιτισμένος πρίγκιψ, και ως είς των ηρώων της εποχής, ήτο ευπροσήγορος προς τους Ευρωπαίους, και τακτικά ελάμβανε τας γαλλικάς εφημερίδας, τας οποίας ο δραγομένος του, Αρμένιος, μετέφραζε δι΄αυτόν. Καίτοι δεν διεξήγεν ακριβώς τας εχθροπραξίας κατ΄αρχήν εξολοθρεύσεως, πολύ όμως απείχε τού να είνε μαλακός, κ' ενίοτε διέπραττε προς τέρψιν του πράξεις ιδιοτρόπου σκληρότητος.

Κατά την πρώτην άφιξίν του, εκολακεύετο ότι οι Έλληνες δυνατόν να επείθοντο να υποταχθώσι, και διά τούτο περιέστειλε την βαρβαρότητα του στρατού του, κ' εφέρθη μετ' ελευθεριότητος προς τους ηττημένους· αλλ' όταν είδεν ότι επέμενον εις την αντίστασιν, κατέστη αδιάφορος προς την διαγωγήν των στρατιωτών του, επιτρέπων αυτοίς να δουλαγωγώσι και να σφάζωσιν όσον ήθελον.

Οι επιφανείς μεταξύ των αιχμαλώτων του δεν εδοκίμαζον πολύ κακήν μεταχείρισιν, αλλ' η θέσις των άλλων ήτο αθλιότης αυτόχρημα. Αγορά είχε ανοιχθή εις Μοθώνην προς πώλησιν νεαρών προσώπων εκατέρου του φύλου, και οι έφηβοι αιχμάλωτοι, φορτωμένοι με σίδερα, σφραγισμένοι ως κτήνη, ανηλεώς τυπτόμενοι, και πολλάκις σφαζόμενοι από τους φύλακάς των, ριπτόμενοι την νύκτα εις δυσώδεις ειρκτάς, ειργάζοντο δι' όλης της ημέρας, εωσότου ετοιμασθώσι πλοία διά να τους μεταφέρωσιν εις Αίγυπτον, όπως αγγαρεύωσιν εκεί ως ανδράποδα διά το λοιπόν της ζωής των.

Το παλαιόν τουρκικόν σύστημα του αποκεφαλίζειν, ή ανατινάσσειν εκ κανονίου, πάντα άρρενα αιχμάλωτον ηλικίας υπέρ τα δεκαέξ έτη, δύναται να θεωρηθή οπωσούν φιλανθρωπότερον.

Αι δηώσεις του βεβαίως εμεγαλοποιήθησαν· έκαυσε τας οικίας (όχι μεγάλη ζημία εν Ελλάδι, όπου ευτελώς κτίζονται), και ήρπασε προς ιδίαν χρήσιν του συγκομιδάς, ποίμνια και αγέλας· αλλά δεν κατέστρεψεν ασκόπως τους ελαιώνας, τας συκάς και λεμονέας, τας αποτελούσας τον κύριον πλούτον της χώρας την οποίαν ήλπιζε τάχιστα να καταστήση κτήμα του.

Θωμάς Γόρδων, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως (μτφρ. Αλ. Παπαδιαμάντης, έκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2015, τ. Γ΄, σσ. 52, 53-55).

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2020

ταραχθείς από την συμμαχίαν με τους Τούρκους


Ο Γκούρας, ταραχθείς από την συμμαχίαν του Οδυσσέως με τους Τούρκους, αρτίως ήρχιζε την αναδρομικήν πορείαν του προς την Αττικήν, και ο Κωλλέτης είχεν ανακληθή εις την πρωτεύουσαν από τον φθόνον των συναδέλφων του· διάβημα ασύνετον κατά την στιγμήν εκείνην, και λίαν απαρέσκον εις τους Ρουμελιώτας. Εντούτοις μεγάλη δραστηριότης ανεπτύχθη εις παρασκευάς όπως αντισταθώσιν κατά των Αιγυπτίων· από την Αχαΐαν τα στρατεύματα έτρεχον προς την Μεσσηνίαν [...]

*

Όταν οι Έλληνες έμαθον περί τον χρόνον τούτον [1825], ότι ο Μεχμέτ Αλής ήτο διατεθειμένος να στείλη νέαν εκστρατείαν κατά της Ελλάδος, ότι τρία τακτικά συντάγματα είχον βαδίσει από το Κάϊρον προς την παραθαλασσίαν, και μεγάλη αρμάδα από φρεγάτας και μεταφορικά ητοιμάζετο, ο Ψαριανός ήρως συνέλαβε το παράβολον σχέδιον να μηδενίση τας ετοιμασίας του Αντιβασιλέως εις αυτόν τον λιμένα της Αλεξανδρείας.

Με το ίδιόν του και δύο υδραϊκά βρίκια, εσκευασμένα εις πυρπολικά, έπλευσε την 23 Ιουλίου [1825], συνοδευόμενος από το πολεμικόν βρίκιον του Κριεζή και την κορβέτταν «Θεμιστοκλέα», πλοιαρχουμένην από τον Εμμανουήλ Τομπάζην, όστις εξετέλει χρέη μοιράρχου.

[...[ έν αιγυπτιακόν βρίκιον με 16 κανόνια αναφλέχθη, και ετινάχθη εις τον αέρα, αλλ' οι επαναστάται ηλίευσαν από τα κύματα 81 ναύτας και πεζοναύτας εκ του πληρώματός του. […]

Οι Έλληνες συνήντησαν, αντικρύ της Αττάλειας, έν άλλο τουρκικόν εμπορικόν πλοίον, μετά 95 ανδρών, οίτινες υπετάχθησαν μετά βραχείαν αντίστασιν, και την εσπέραν της 13 [Αυγούστου 1825] επανήλθον εις Ύδραν, απολέσαντες μόνον δύο ναύτας φονευθέντας καθ’ όλην την εκδρομήν, και τέσσαρας πληγωμένους. Είχον την γενναιοφροσύνην ν' αποβιβάσωσιν επί της ασιατικής ακτής όλους τους αιχμαλώτους των, ως και τον λιμενάρχην Αλεξανδρείας.

Το έκτακτον τούτο της φιλανθρωπίας παράδειγμα πρέπει ν' αποδοθή εις την επιθυμίαν την οποίαν ησθάνοντο να εξαλείψωσι την κηλίδα φοβεράς ωμότητος διαπραχθείσης εν Ύδρα, και την οποίαν αλγεινόν χρέος μας είνε να διηγηθώμεν.

Το πλοίον του Αθανασίου Κριεζή ανετινάχθη εις Βάτικα, Ιουνίου 11, μετά του πλοιάρχου, ενός των αδελφών του, και 60 ανδρών, καταστροφή αποδοθείσα από 11 επιζήσαντας εις την εκδίκησιν ενός Τούρκου σκλάβου, εις τον οποίον ο Κριεζής είχε δώσει ράπισμα.

Επειδή πλείστοι των Υδραίων συνδέονται δι' αγχιστείας, ολίγαι ήσαν οικογένειαι τας οποίας το συμβάν τούτο δεν ελύπησε, και ευθύς ως διεδόθη η είδησις, ο λαός, φυσικά μανιώδης, εξηγέρθη, και διαρρήξας τας πύλας της ειρκτής κατέσφαξε με τα γιαταγάνια τους αιχμαλώτους τους φερμένους τελευταίον από την Σύραν, όπως και άλλους Μουσουλμάνους από πριν συλληφθέντας, ώστε ο αριθμός των σφαγέντων ανήλθεν εις διακόσιους.

Θωμάς Γόρδων, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως (μτφρ. Αλ. Παπαδιαμάντης, έκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2015, τ. Γ΄, σσ. 17, 37, 38-39).

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020

πανώλους πέρι


«Το πάθος τούτο ήλθε προ πολλών αιώνων εις την Ευρώπη
από τα ενδότερα μέρη της Ασίας και της ευδαίμονος Αραβίας».
Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός *

«Ταύτα υμίν ακάθαρτα από των ερπετών των επί της γής·
η γαλή και ο μυς και ο κροκόδειλος ο χερσαίος,
μυγαλή και χαμαιλέων, και χαλαβωτής
και σαύρα και ασπάλαξ».
Λευϊτικόν, ΙΑ΄ 29 **

ο μαύρος αρουραίος στις οροφές,
ο καφέ στα υπόγεια και στους υπονόμους ***

Στα τέλη του 15ου αρχές του 16ου αιώνα, η Yersinia pestis εμφανίζει δείγματα αλλαγής της συμπεριφοράς της: θα πάψει στο εξής να εκδηλώνεται τρεις, τέσσερις και συχνά πέντε φορές στο διάστημα μιας γενιάς. Τα μεσοδιαστήματα ανάμεσα σε δύο επιδημίες θα είναι πλέον πολύ μεγαλύτερα και υπογραμμίζουν, ίσως, την τάση για εξάλειψη της πανώλης από τη Δύση.

Αυτό θα συμβεί νωρίτερα για την Αγγλία, στα 1665-66, λίγο αργότερα στη Γαλλία· το 1720, η πανώλη θα κάνει την τελευταία καταστροφική της εμφάνιση στη Μασσαλία, ενώ με την επιδημία της Μεσσήνης κατά την πέμπτη δεκαετία του 18ου αιώνα θα κλείσει τον κύκλο της στη Δύση οριστικά.

Η Μόσχα θα γνωρίσει για τελευταία φορά τη δράση της το 1771· η Βαλκανική χερσόνησος απελευθερώνεται από το λοιμό με καθυστέρηση μεγαλύτερη των εξήντα χρόνων, στη Μέση Ανατολή, όμως, η πανώλη θα εξακολουθήσει το έργο της για μερικές δεκαετίες ακόμη.

*

«Προ πολλών ετών ιατρού γέροντος και δοκίμου εν ή διέτριβε πόλει αποθανόντος, πάντα τα εαυτού δημοσίως επράθη· ήν δ' εν τη βιβλιοθήκη αυτού και βίβλος εσφραγισμένη επιγραφήν έχουσα, ως περί της προφυλακής και ειδικής ιάσεως του λοιμού επραγματεύετο. Των ουν παρόντων ιατρών τε και ιδιωτών πρίασθαι την βίβλων εφιεμένων, και πολλά διδόντων, είς μάλλον των άλλων υπεραυξήσας το τίμημα την βίβλον ωνήσατο, και δρομαίος οίκαδε απελθών σπουδή ταύτην ανέωξε, τα εν αυτή τάχιον μαθείν εφιέμενος· αλλά την μεν βίβλον άγραπτον εύρεν, εν δ' εκάστη σελίδι γράμμασι μεγάλοις εγέγραπτο, ΦΥΓΗ».

Αν. Γεωργιάδης-Λευκίας, Πυρετού πεμφιγώδους ή λοιμού αφορισμοί, Παρίσι 1832, σ. 351.

*

Ήδη από τον καιρό της πρώτης επιδημίας πανώλης στο Βυζάντιο, η οικογένεια του αυτοκράτορα Ιω. Καντακουζηνού θα θρηνήσει τον γιο της Ανδρόνικο, και το Δεσποτάτο της Ηπείρου τον Ιωάννη Άγγελο. Είναι η εποχή κατά την οποία στην Ιταλία οι Πετράρχης και Βοκκάκιος θα κλάψουν τις αγαπημένες τους Λάουρα και Fiammenta αντιστοίχως. Στα 1364, η Ορθοδοξία κινδύνεψε να θρηνήσει έναν από τους θεωρητικούς της, τον Νικόλαο Καβάσιλα, ο οποίος προσβλήθηκε από την πανώλη, κατάφερε όμως να επιβιώσει.

Λίγο αργότερα η οικογένεια του χρονογράφου αλλά και υψηλά ισταμένου στη γραφειοκρατία των υπολειμμάτων της Αυτοκρατορίας, Γ. Σφραντζή, θα αποδεκατιστεί, κατά τον ίδιο αιώνα η οικογένεια των Τόκκων αλλά και του μελλοντικού πατριάρχη Γενναδίου γνωρίζουν από κοντά τον όλεθρο της πανώλης. Τον Αύγουστο του 1501, εξάλλου στη Μεσσήνη της Ιταλίας τη φορά αυτή, ο λόγιος Κ. Λάσκαρις θα χάσει τη ζωή του από πανώλη. Στα 1604 δε στα θύματα της πανώλης θα προσγραφεί και ο σουλτάνος Μεχμέτ Γ΄.

Ως χαρακτηριστικό, τέλος, για την ικανότητα της πανώλης να αναδιαρθρώνει τις κοινωνικές δομές, αναφέρεται το παράδειγμα της μεγάλης επιδημίας που έπληξε τη Θεσσαλονίκη στα 1620-21, οπότε η εβραϊκή κοινότητά της, η οποία θίγεται περισσότερο από τις υπόλοιπες εθνότητες της πόλης, φέρεται να χάνει κυρίως τα πλούσια και ισχυρά μέλη της, τους κοσμικούς και θρησκευτικούς αρχηγούς της.

«τί θελεν ο κακότυχος να πάρη την σκλαβίναν,
ή αφτά βρωμισμένα τους τα ρούχα τους εκείνα;
διά τούτο και ο Χάροντας παίρνει πρώτον εκείνον
και εξάλειψέν τον ο Θεός τον άτυχον τον φίνον·
έπειτα και το σπήτιν του και όλην την φαμελιάν του,
και ο θάνατος εχείρισεν από την γειτονιάν του
».
Εμμ. Γεωργιλλάς, Το θανατικό της Ρόδου ****

«ούτω ήν άμαχον το κακόν ως μήτε δίαιταν μηδεμίαν,
μήτε ρώμην σώματος δυνηθήναι αντισχείν, πάντα γαρ ομοίως καθήρει
και ισχυρά και ασθενή σώματα,
και οι μάλιστα θεραπευόμενοι ομοίως απέθνησκαν
τοις απορωτάτοις».
Ιω. Καντακουζηνός, Ιστοριών βιβλία Δ΄ (τομ. ΙΙΙ) *****

Κώστας Π. Κωστής, Στον καιρό της πανώλης. Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας (έκδ. ΠΕΚ, Ηράκλειο 1995, σσ. 99, 255, 203-204).

-----
* Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 183: Εγκόλπιον των ιατρών ήτοι πρακτική Ιατρική, τόμος Α΄, Ναύπλιο 1831, σ. 161).
** Το δεύτερο εκ του ιδίου (ό.π., σ. 31).
*** Το τρίτο εκ του ιδίου (ό.π., σ. 297).
**** Η πρώτη κατακλείδα (ό.π., σ. 157).
***** Η δεύτερη κατακλείδα (ό.π., σ. 195).

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

οσμές καθαρτήριες πανώλους αποτρεπτικές


«ότ' ήταν πανούκλα εις την Άρτα
και ήταν έλλειψη το ψωμί».
Ιω. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα *

«σημεία του τοιούδε νοσήματος ήν εξανθούντα,
και του αθρόου πρόδρομα θανάτου εκείνου,
ογκώδης τε έκφυσίς τις περί τας αρχάς των μηρών και των βραχιόνων».
Ν. Γρηγοράς, Ρωμαϊκή Ιστορία **

Σκόρδα, κρεμμύδια και ξίδι βρίσκονται πρώτα πρώτα στην ημερήσια διάταξη ως προφυλακτικά μέσα κατά της πανώλης, και από τους Εβραίους, και από τους Έλληνες ή τους Αρμένιους. Κοντά σε αυτά το λάβδανο και η καμφορά αποτελούν συχνά έναν απαραίτητο σύντροφο στις περιδιαβάσεις μιας μολυσμένης πόλης. Κρατώντας τα στα χέρια, μυρίζοντάς τα κατά διαστήματα, οι απειλούμενοι διαβάτες διώχνουν τις δυσάρεστες ή επικίνδυνες οσμές, προφυλάσσονται από τον μολυσμένο αέρα.

Αντίστοιχα, οι καυστήρες υδραργύρου θα χρησιμοποιηθούν ευρύτατα, και ίσως για αυτό να πίστευαν πολλοί ότι όσοι έκαναν θεραπεία για τη σύφιλη δεν προσβάλλονταν από την πανώλη. Στην ίδια έκταση χρησιμοποιούνταν οι λεβάντες, το ροδόσταμο και άλλα αρώματα για να διώξουν την πανούκλα.

Σε μια πόλη γεμάτη οσμές, όπως θα πρέπει να φανταστούμε ότι ήσαν τα προβιομηχανικά αστικά κέντρα, και από τη στιγμή που η επιδημία δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μολυσμένος αέρας, τα δυνατά αρώματα μόνο μπορούσαν να διώξουν τις κακοποιές μυρωδιές. Αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος για τον οποίο τα σκηνώματα των αγίων διώχνουν την πανώλη: οι ευωδίες που αναβλύζουν από την κάρα του Αγίου Βησσαρίωνος, επί παραδείγματι, δεν μπορούν παρά να επιβάλλονται στα κακοποιά μιάσματα ενός τόπου.

[-Είναι παράδοξο, και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί, ότι κατά μία εκδοχή η επιδημία του 1743 στη Λευκάδα οφειλόταν στο μολυσμένο με πανωλικό μίασμα βαμβάκι που υπήρχε στα κοιλώματα της κάρας του Αγίου Βησσαρίωνος, η οποία κατά το έτος αυτό είχε μετακομισθεί στο νησί].


*

Σε πολλές περιπτώσεις ο κόσμος θα προσφύγει στο λάδι, αλείφοντας το σώμα ολόκληρο ή τα εκτεθειμένα στον αέρα μέλη του με φυτικά έλαια, καθώς πιστεύουν ότι εμποδίζει το μίασμα να διεισδύσει στον οργανισμό από τους πόρους του σώματος.

[…] η στροφή προς την ακαθαρσία παρατηρείται όντως τον 6ο αιώνα -μήπως ο Ιουστινιανός δεν είναι ένας από τους τελευταίους αυτοκράτορες του Βυζαντίου που απεικονίζεται με κοντά μαλλιά και ξυρισμένος- ίσως να μην είναι τυχαία η σύμπτωση με την πρώτη πανδημία της πανώλης.

[…] το συνήθειο της κατάποσης των ούρων τους, που εφαρμόζουν οι Φραγκισκανοί μοναχοί της Ρόδου για να προστατευθούν από την πανώλη.

Κώστας Π. Κωστής, Στον καιρό της πανώλης. Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας (έκδ. ΠΕΚ, Ηράκλειο 1995, σσ. 286, 287, 287-288 και σημ. 913).

-----
* Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 233).
** Το δεύτερο εκ του ιδίου (ό.π., σ. 51).

Κυριακή 12 Ιουλίου 2020

βίου πανώλης εικόνες


«Έτους αχπη΄ Μαρτίω. Ιδών ο κυρ Κανέλος Καράκαλλος τον φοβερόν θάνατον της πικροτάτης πανούκλας επικαλέσθηκεν την υπέραγνον Θεοτόκον του μοναστηρίου των Αιμυαλών, ίνα βοηθήση αυτόν της πικροτάτης αυτής ασθενείας και αφιέρωσεν εις το αυτό μοναστήριον τα χωράφια, όπου είχεν».

Ι. Γιανναρόπουλος, «Ποικίλα σημειώματα εκ Γορτυνιακών κτητορικών κωδίκων», Γορτυνιακά (1 (1972), σ. 234).


*

«Και πολλοί τινες από τους ιερείς και από τους κοσμικούς ενήστευσαν τριήμερα και ευχέλαια έψαλλαν και ελεημοσύνη έδωσαν εις φυλακήν, εις χήρες, εις αστενείς, εις αδυνάτους, εις στενοχωρημένους και εις επτωχούς, και εξεμολογήθηκαν και σαρανταλείτουργα έκαμαν και άλλα πολλά καλά έκαμαν κρυφά δια να γένη ίλεως ο πανάγαθος Θεός εις το πλάσμα του».

Παπασυναδινός, «Το χρονικόν των Σερρών» (σ. 122/86r).


*

«και πολλοί εκ του τοιούτου βελτίους την ψυχήν εγένοντο σωφρονισθέντες, ου μόνον οι τελευτήσαντες, αλλά και όσοι περιεγένοντο της νόσου· πάσης γαρ απέσχοντο κακίας εν τω τότε χρόνω και αρετής επεμελούντο· και πολλοί τα όντα πένησι διένειμον και πριν την νόσον εις αυτούς εγκατασκήψαι. ει δέ ποτε και αίσθοιντο αυτούς κατεχομένους, ουδείς ήν ούτως αναλγήτως έχων, ώστε μη μετάνοιαν ενδείξασθαι των πεπλημμελημένων και προς τα εκεί δικαιωτήρια μη πρόφασίν τινα παρασχείν του σωθήσεσθαι υπό θεού, ει μή πάνυ ανιάτως είχε και αθεραπεύτως την ψυχήν».

Ιω. Καντακουζηνός, Ιστοριών βιβλία Δ΄ (τόμ. ΙΙΙ).


*

«αλλά και όσοι πράγμασι τα πρότερα παριστάμενοι αισχροίς τε και πονηροίς έχαιρον, οίδε την εις την δίαιταν αποσεισάμενοι παρανομίαν την ευσέβειαν ακριβώς ήσκουν, ου την σωφροσύνην μεταμαθόντες ουδέ της αρετής ερασταί τινες εκ του αιφνιδίου γεγενημένοι· επεί τοις ανθρώποις όσα εμπέπηγε φύσει ή χρόνου μακρού διδασκαλία ράστα δη ούτω μεταβάλλεσθαι αδύνατά εστιν, ότι μή θείου τινός αγαθού επιπνεύσαντος· αλλά τότε ως ειπείν άπαντες καταπεπληγμένοι μεν τοις ξυμπίπτουσι, τεθνήξεσθαι δε αυτίκα δη μάλα οιόμενοι, ανάγκη, ως το εικός, πάση την επιείκειαν επί καιρού μετεμάνθανον. ταύτα τοι, επειδή τάχιστα της νόσου απαλλαγέντες εσώθησαν εν τε τω ασφαλεί γεγενήσθαι ήδη υπετόπασαν, άτε του κακού επ' άλλους ανθρώπων τινάς κεχωρηκότος, αγχίστροφον αύθις της γνώμης την μεταβολήν επί τα χείρω πεποιημένοι, μάλλον ή πρότερον την των επιτηδευμάτων ατοπίαν ενδείκνυνται, σφας αυτούς μάλιστα τη τε πονηρία και τη άλλη παρανομία νενικηκότες».

Προκόπιος, Υπέρ των πολέμων, ΙΙ.

*

«και τ' ακριβά σας τα κορμιά 'ς τα τράνα τα φορτόνουν,
εις κάμπους έξω σκοτεινά, εκείσε να τα χώνουν
δίχα μεγάλαις ψαλμουδιαίς, διχώς αλληλουιάρια
νά 'ρχουνται να τα βάλλουσιν επάνω 'ς τα μουλάρια,
οι μανιόρδοι με χαραίς τα σώματα να παίρνουν,
και άλλοι να τα θάπτουσιν και κείνοι να διαγέρνουν
».


Εμμ. Γεωργιλλάς, Το θανατικό της Ρόδου.


*

«η δε βίζιτα [του γιατρού], η οποία ήτον μάλλον μία απλή φορμαλιτά, συνίστατο εις το να δηλώση έκαστος εκ στόματος ότι είναι καλά, να κτυπήση τας μασχάλας των χειρών του και των μηρών του, και να πηδήση, εις σημείον του ότι δεν έχει τι πρήξιμον».

Κορδικάς, Εφημερίδες.


*

Οι κάτοικοι ενός χωριού της Κέρκυρας μάλιστα, του Μαραθιά, από το οποίο εθεωρείτο ότι ξεκίνησε η επιδημία θα υποχρεωθούν να το εγκαταλείψουν και ακολούθως οι αγγλικές αρχές θα το κάψουν. Οι ίδιες αρχές εξάλλου, προκειμένου να επιτύχουν την απολύμανση των σπιτιών των πανωλόβλητων σε άλλα χωριά του νησιού και μπροστά στην απροθυμία των ντόπιων να αναλάβουν αυτά τα καθήκοντα, θα φέρουν βαρυποινίτες από τη Μάλτα, με αντάλλαγμα την απελευθέρωσή τους. Από τους 64 καταδίκους, μόνο δεκατέσσερις θα χαρούν την απροσδόκητη ελευθερία τους.


*

[…] οι οθωμανικές αρχές θα βρεθούν υποχρεωμένες, μετά την επιδημία του 1577-78 στη Θεσσαλονίκη, να αναθεωρήσουν τις φορολογικές επιβαρύνσεις της εβραϊκής κοινότητας, οι οποίες καταβάλλονταν σε τσόχα με προορισμό τους γενιτσάρους.

[…] Πέρα από τις δικαιολογίες όμως, πέρα από την αποδιοργάνωση της επίσημης, τουλάχιστον, οικονομίας, οι οικονομικές δραστηριότητες των πόλεων δεν παύουν, καθώς πάντοτε βρίσκονται πρόσωπα ή ακόμη και ομάδες πρόθυμες να αναλάβουν τον κίνδυνο του θανάτου με κάποιο χρηματικό αντίκρισμα, που θα τούς επιτρέψει να αντιμετωπίσουν την επαύριο της επιδημίας από άλλη θέση, πολύ πιο ευνοϊκή, στις αρχές του 19ου αιώνα στη Σμύρνη, όταν ξεσπάει η πανώλη όλες οι επιχειρηματικές δραστηριότητες περιέχονται στα χέρια των Εβραίων της πόλης. Και βεβαίως οι αμοιβές που λαμβάνουν για τις υπηρεσίες που προσφέρουν δεν θα μπορούσαν να είναι οι συνηθισμένες.

Κώστας Π. Κωστής, Στον καιρό της πανώλης. Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας (έκδ. ΠΕΚ, Ηράκλειο 1995, σσ. 224-226, 281, 277, 280, 242, 243).

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020

άωρος βαρδιάνος


το σχέδιόν των τους εφάνη άωρον ακόμη,
όθεν εκοιμήθησαν ήσυχα επί μίαν νύκτα.*

Από της εσπέρας εκείνης, καθ' ήν η θεια-Σκεύω, επιστρέφουσα από την οικίαν της Γερακίνας, ήκουσε το δυσοίωνον άγγελμα, το οποίον τής έστειλεν εν τη αώρω και ασυνειδήτω σκληρότητί του έν παιδίον από μίαν βάρκα: «Θεια-Σκεύω Σαβουρόκοφα! Ο γυιός σου είναι άρρωστος στον Τσουγκριά από χολέρα...» [...]

*

[…] η μήτηρ μετά τας τρικυμιώδεις συγκινήσεις του έρωτος, μετά τας γαληνίους απολαύσεις του γάμου, μετά τας δεινοπαθείας της κυοφορίας, μετά τας ωδίνας του τοκετού, το βρέφος μετά την πρώτην αίσθησιν του πόνου και την πρώτην φωνήν του κλαυθμυρισμού, ανηρπάγησαν εις επουρανίους καλιάς, το τέκνον εις τας αγκάλας της μητρός, και αμφότεροι εις τους κόλπους του αγνώστου. Ο γάμος είχε τελεσθή εν Σμύρνη προ δέκα μηνών, το ζεύγος φεύγον την χολέραν είχεν επιβιβασθή εκ Σμύρνης. Κατά τον διάπλουν είχεν επέλθει, άωρος ίσως, ο τοκετός.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ο βαρδιάνος στα σπόρκα (Άπαντα, έκδ. Δόμος, τ.2, Αθήνα 1982, σσ. 576, 594). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 634).

*

θαύμα εν Ταλαντίω

μοσχάριν ελάφης ελθόν ομού μετά των χριστιανών και όσο το έδιωχναν οι άνθρωποι εκείνο πλέον εστρίμωνε διά να ακούει τας φωνάς των κανόνων όπου έψαλλον οι ιερείς. και όταν εδιαβαζόντουσαν αι ευχαί και πάντες οι άνθρωποι έκλιναν προύμητα και αυτό το ζώον έκλινεν τους πόδας αυτού και όταν αναστούσαν οι άνθρωποι ομοίως εποίει και αυτό. ούτω εποίει όλην την άλλην ημέραν έμπροσθεν του λαού του εν τω Ταλαντίω.

Λ. Πολίτης, «Χειρόγραφα μοναστηρίων Αιγίου και Καλαβρύτων» (1939).

Κώστας Π. Κωστής, Στον καιρό της πανώλης. Εικόνες από τις κοινωνίες της ελληνικής χερσονήσου, 14ος-19ος αιώνας (έκδ. ΠΕΚ, Ηράκλειο 1995, σσ. 288).

Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Αλεξανδριανέ μ’ αέρα


Θα έλεγέ τις ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες
διά ν' αποδειχθή ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν.*

Και ο τριάστερος Πήχυς [ο Ωρίωνας] ίστατο
μυστηριώδης επάνω εις το στερέωμα,
ακατανόητον όργανον το οποίον ετέθη εκεί
ως διά να εξακολουθή να μετρή εσαεί
το άπειρον διά του αιωνίου.**

Ο δήμαρχος είχε κηρύξει χθες επιχόλερον την νήσον Τσουγκριάν. Ο Γιάννης ο Μπρίκος, όστις έλειπεν από προχθές, δεν το ήξευρε, και είχε προσεγγίσει εις τον Τσουγκριάν, είχεν αποβιβασθή μάλιστα επάνω εις την μικράν νήσον.

Ιδών τα τρεχαντήρια, τα οποία είχον φθάσει την προτεραίαν, και μη γνωρίζων ότι ήσαν υπό κάθαρσιν, ή ίσως ελπίζων να διαλάθη, επλησίασε διά να τους πωλήσει ακριβά τους ορφούς, τας συναγρίδας και τους αστακούς, όσους είχε ψαρεύσει. Άλλοι όμως τον είδαν, και τον κατήγγειλαν εις τον υγειονόμον, και ο υγειονόμος τον έβαλε καραντίνα άλλας τόσας ημέρας, όσας θα ετέλουν και τα πλοία, τα οποία είχον φθάσει εξ επιχολέρων μερών.

*

[λίαν πρωί:] Ο μπαρμπα-Νίκας διέταξε εν τω μεταξύ να τού βάλη το σύνηθες πρωινόν του ρώμι. […] Είτα τον διέταξε να τού βάλη έν δεύτερον ρώμι, «το ταχτικό του». […] Είτα ο μπάρμπα-Νίκας είπε: «Για, βάλε μου ακόμη ένα ρώμι». […] και διέταξεν ακόμη έν ρώμι. «Αυτό θα τραβήξω ακόμη, είπεν· είναι γιατρικό».Το έπιε, και είπεν εις τον κάπηλον να περάση τα τέσσαρα ρώμια εις τα οψώνια του προϊσταμένου του. […]

[λίγο αργότερα:] Ο μπαρμπα-Νίκας διέταξε να τού βάλη ένα ρώμι, «το δυναμωτικό του», και ο κάπηλος τού το έβαλε. Είτα εστρώθη εις το καπηλείον, εκάπνισεν αργά το τσιγάρον του, και διέταξε να τού βάλη «το ούλτιμο». Ο κάπηλος τού το έβαλεν. Ο μπαρμπα-Νίκας το ερρόφησε. […] Ο μπαρμπα-Νίκας επανήλθεν εις το καπηλείον και διέταξε τον κάπηλον να τού βάλη «το κόντρα ούλτιμο». Το έπιε, είπεν εις τον κάπηλον να περάση τα τρία ρούμια εις τα οψώνια του αφεντικού, και λαβών τα οψώνια ανήλθεν εις την οικίαν. […] και διέταξε τον κάπηλον να τού βάλη «το πρίμο σεκόντο».

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ο βαρδιάνος στα σπόρκα (Άπαντα, έκδ. Δόμος, τ.2, Αθήνα 1982, σσ. 555, 578-579). - Ο τίτλος του παρόντος, εκ του ιδίου (ό.π., σ. 565) με την επισήμανση: «Εάν εκαλείτο Ευστάθιος [η προσηγορία ήτο] «Σταθένιε μου», ή «Αρέθα μου», εκ του ονόματος άρχοντός τινος, προεστού της κώμης Προμυρίου, του Πηλίου όρους.». Τα δυό motto ομοίως (ό.π., σσ. 571, 628).