Παρασκευή 11 Απριλίου 2025

χωριστά για τον καθένα


Θυμήσου, τις νύχτες του καλοκαιριού μαζί ολόφωτη
έφεγγες ανάβοντας όλα τα άστρα της ψυχής σου
και άνθιζε πανσέληνο στα χέρια το κορμί σου.*

ΚΥΚΛΟΙ

Ομόκεντρους κάνει κύκλους που ολοένα μικραίνουν
πάνω από το θήραμά του το γεράκι
με το μάτι, με το φτερό, ζυγίζοντας
τόπο και απόσταση κι εκείνο
απ' την ανάγκη σπρωγμένο εμπρός
ευθεία τρέχει
στο χαμό του.

Είναι ωσάν ο παρατηρητής θεός
την εύνοια στον ένα να χαρίζει
ενώ διακριτικά αποχωρεί μπροστά
στην υπεροχή της μοίρας τού άλλου.
Μα ποιός θα οριστεί κριτής στων θεών τις πράξεις;

[...]

*

ΕΠΙ ΜΑΤΑΙΩ


Το έρημο δέντρο το μοναχικό
απλώνει ρίζες, ανοίγει κλαδιά.
Με τα πουλιά συνομιλεί
στον άνεμο απαντάει.
Πίνει τον ήλιο και μεθά
φεγγάρι και λυγιέται.
Και το στοιχειώνει κεραυνός
ή χέρι ξυλοκόπου.

*

ΠΑΣΧΑ ΣΤΑ ΠΕΛΑΓΑ

Στο δικό μας Πάσχα
ο Χριστός θα σταυρωθεί και θα αναστηθεί
χωριστά για τον καθένα.
Μικρά τής επιθυμίας ωσαννά θα προσπαθήσουν
είσοδο θριαμβική στο μαζί, πλην ματαίως
Ιούδας ο δρόμος και θηλιά η στιγμή. Σταύρωσον.

[...]

*

Έγιναν θρησκείες για τη λατρεία της ανυπαρξίας
και της αυτοκαταστροφής,
εν ονόματι της αιώνιας γαλήνης
στους κόλπους του μηδενός
.*


Γιώργος Γώτης, Συγκλίνοντες άνεμοι (έκδ. Στιγμή, Αθήνα 2018, σσ. 50, 54, 67). -Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 15 από το ποίημα «Άμλετ»). Ωραία ποιήματα και τα «Ελένη Σελήνη» (σσ. 16-17) και «Ο Απόλλωνας στα τείχη» (σσ. 18-19).

-----
* Η κατακλείδα εκ του Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σ. 345: Απρίλιος 1877. ΚΕΦ. ΔΕΥΤΕΡΟ. «Το όνειρο ενός γελοίου - Φανταστικό παραμύθι»).

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

τα αόρατα γηρατειά


Είναι λίγο να πεθαίνεις, άμα δεν έχεις φαντασία,
άμα όμως έχεις, είναι πάρα πολύ.

F. Céline,
Voyage au bout de la nuit *

Άμα περάσεις τα ογδόντα σού λένε: «Μια χαρά κρατιέσαι, φαίνεσαι νέος». Λόγια γλυκά για όποιον τα λέει, αλλά για εκείνον που τα ακούει ανοίγουν τη δίνη του χρόνου όπου βυθίζεται σαν να έπεσε σε κινούμενη άμμο.

Τα γηρατειά προχωρούν στο σκοτάδι, με το αθόρυβο βήμα των συμπτωμάτων, εκπαιδευμένων ομάδων καταστροφής που βάζουν μπρος την απρόσμενη, απρόσδεκτη και αυξανόμενη ομοιότητα με τους ξένους. [...] τα γηρατειά μοιάζουν με τους τσιγγάνους, ζούν με τις ελεημοσύνες.

Ποιητές, συγγραφείς και φιλόσοφοι που μίλησαν για τα αποτρόπαια γηρατειά, τις περισσότερες φορές δεν έφτασαν ποτέ σε αυτή την ηλικία· συνεπώς μιλούσαν για τα γηρατειά κάποιου άλλου και αυτό είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό.

*

[...] άμα είναι να γεράσεις, θα γεράσεις, και αν βιάζεσαι πολύ θα έχεις άσχημο τέλος. Θα πρέπει να αντισταθούμε στον πειρασμό των φροντίδων και των προνομίων. Θυμάμαι τον Eugenio Montale, στη Φλορεντία, κατά τη διάρκεια του πολέμου· δεν ήταν ούτε πενήντα ετών και παρίστανε τον γέρο με την καρώ κουβερτούλα στα γόνατα και περπατούσε σέρνοντας τα πόδια. Προστατευόταν από τις βόμβες με την «αρχαιότητα».

Ήμουν νέος, όταν εξέδωσα, πριν από σαράντα χρόνια, το Monsieur Teste του Paul Valéry, αλλά μόνο τώρα μού φαίνεται πως καταλαβαίνω κάποια λόγια που τότε είχα επιχειρήσει να αντιγράψω σε ένα τετραδιάκι:

«Όταν είναι κανείς παιδί ανακαλύπτει τον εαυτό του, ανακαλύπτει αργά τον χώρο τού σώματός του. Αγγίζει τη φτέρνα του, πιάνει το δεξί του πόδι με το αριστερό χέρι και κατορθώνει να σφίξει το κρύο πόδι μέσα στη ζεστή φούχτα. Τώρα ξέρω τον εαυτό μου από στήθους, ακόμη και την καρδιά».

Το σώμα και η ύλη είναι έτοιμα να καταρρεύσουν και πίσω από εκείνες τις σκιές υπάρχει το κενό, μία τρύπα σκαμμένη στη γή για κάτι που θα βλαστήσει αύριο, κρυφά από τα δικά μας μάτια που είναι γεμάτα χθες.

*

Όταν είσαι γέρος, γίνεσαι αόρατος: σε μια αίθουσα αναμονής, όλοι στη σειρά, μπαίνει μια κοπέλα ψάχνοντας κάποιον. Κοιτάζει τριγύρω και όταν φτάνει σ' εσένα σε προσπερνά λες και είσαι κολονάκι στην εθνική οδό. Τότε ξεκινούν τα γηρατειά. [...]

Θα πρέπει να διασχίσουμε την έρημο των γηρατειών με τα μάτια πυρακτωμένα από αγάπη. Αρκούν, γιατί βλέπουν για τελευταία φορά και τα πάντα αποκτούν την ιερή τους φύση.

Το τέλος να ξεκινήσει από τον εγκέφαλο. Πριν από τρεις αιώνες ο Σουηδός μυστικιστής Emanuel von Swedenborg έγραφε ή καλύτερα πληροφορούσε «ex auditis et visis» [διά ακοής και διά οράσεως, σύμφωνα με όσα είδα και όσα άκουσα] ότι στο επέκεινα πρώτα χάνεται η μνήμη, κατόπιν οι επιθυμίες, μέχρι που το στυλωμένο μάτι δεν βλέπει παρά το φώς τού Θεού. Να είναι αυτό άραγε το χαμόγελο των νεκρών;

*

πώς να διδάξουν εκ νέου, ενάντια
στην τσιγγουνιά των ηλικιωμένων,
τη σπατάλη του χρόνου,
η οποία κάνει πλούσιους τους νέους.*


Το φθινόπωρο, όταν τα λουλούδια γέρνουν το κεφάλι τους, τα κόβω (και ασφαλώς δεν είμαι ο μόνος που το κάνω) και στη συνέχεια τα βάζω κλεφτά στις τσέπες, για να κρύψω την απρέπεια τού επικείμενου τέλους.

*

Θυμάμαι ένα ατύχημα που είχα, όταν ήμουν παιδί. Έτρεχα στην κατηφόρα και στο τέλος, σκοντάφτοντας, χτύπησα με το στήθος πάνω σε μια μυτερή πέτρα. Πόνεσα τόσο πολύ που πίστεψα πως ήμουν νεκρός. Είχα δεί τα ανθρώπινα κορμιά που είχε διαμελίσει ο σεισμός, αλλά η ιδέα τού θανάτου σαν ένα λάθος βήμα, σαν ένα στραβοπάτημα, η ιδέα τού εφήμερου με συνόδευσε σε όλη μου τη ζωή.

Ενθυμούμαι ότι, στη διάρκεια τού πολέμου, σε μια ημέρα μάχης, περισυνέλεξα έναν τραυματία και τον φόρτωσα στους ώμους. Είναι αλήθεια ότι τον έσωζα, αλλά ταυτοχρόνως εκείνο το σώμα λειτουργούσε και σαν ασπίδα μου. Αυτή η πρώτη ανάμνηση που μού ήρθε στο μυαλό συνάπτεται με τη συνείδηση. Να είναι άραγε αυτή η «μαύρη τρύπα» που βρίσκεται έξω από τον χρόνο και τον χώρο;

Ένα κοριτσάκι, περνώντας μπροστά από μία οθόνη
όπου υπήρχε η ακίνητη μορφή ενός άνδρα,
λέει με φυσικότητα: «Πρέπει νά 'ναι νεκρός.
Όταν δεν κουνιούνται, σημαίνει ότι είναι νεκροί».
Ζωή σημαίνει κίνηση και αντιστρόφως.

Valentino Bompiani, Τα αόρατα γηρατειά (μτφρ. Παν. Τσιαμούρα, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2009, σσ. 9-10, 11-12, 13, 16-17, 36, 40). - Το ενδιάμεσο motto και η κατακλείδα εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 26, 19), αλλά το αρχικό motto είναι του Σελίν (από το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας) και ως παράθεμα (ό.π., σ. 19).

Πέμπτη 3 Απριλίου 2025

το πάθος που γεννά Χαμαιδράκοντες


Το στοίχημα για νέους εκφραστικούς τρόπους
που θα μιλήσουν για τις νέες μας
ψυχικές διαθέσεις
είναι πάντα ανοιχτό.*


...Η πόλη ετούτη που ένιωσε καλά τι σημαίνει να κλείνει ο κόσμος, όταν έκλεισαν τα σύνορα της βόρειας ενδοχώρας, βρίσκεται σήμερα σε σταυροδρόμι κρίσιμο. Ένας περίπατος ωστόσο, κάποιο πρωί, στο μεγάλο προμαχώνα πίσω από τη Ροτόντα, που όλοι ονόμαζαν πύργο του Χαμαιδράκοντα και σήμερα φιλοξενεί μονάχα βλέμματα και ιδέες, θα πείσει ότι η πόλη αυτή έχει ακόμη πυρετική φαντασία, έχει το πάθος που γεννά Χαμαιδράκοντες.

Αυτούς που θα υπερασπίζονται εσαεί τη μνήμη της και θα εργάζονται για εκείνο τον νέο πολιτισμό που θα δικαιώσει τα εκατό χρόνια ελευθερίας.

Έργα νέα ζητά τούτη η πόλη για να λαμπρύνουν ξανά όχι μόνο την ίδια αλλά συνολικά τον νεώτερο ελληνισμό ώστε να βγεί κάποτε από το τέλμα αυτό που τον κατατρώει δεκαετίες τώρα...

*

Το άνοιγμα σε ευρωπαϊκές επιρροές εδώ [ενν. στη Θεσσαλονίκη] θ' ακολουθήσει γεωγραφικές επιταγές. Κι αν η αθηναϊκή γενιά του Τριάντα προεκτείνει ιδεατά τον οριζόντιο άξονα Ιωνία-Αθήνα-Παρίσι, η σχολή της Θεσσαλονίκης, όπως τη γνωρίζουμε κατ' αρχάς με τις «Μακεδονικές Ημέρες», θα είναι το νότιο άκρο ενός κάθετου άξονα με την Κεντρική Ευρώπη κορυφή. Θα είναι το κέντρο που ενώνει τον ελληνικό νότο με τον ευρωπαϊκό βορρά μέσω του δρόμου Αξιού-Μοράβα.

[...] Με πυρήνα τις «Μακεδονικές Ημέρες» αναδείχτηκε ένα νέο ύφος, με θεμελιώδη στοιχεία τον εσωτερικό μονόλογο, τη χαλαρή δομή (με περιορισμό ή και ανατροπή της πλοκής) και την αποσπασματική αφήγηση, σε μια άρρηκτη σχέση των δημιουργών με το φυσικό περιβάλλον της πόλης που αυτό κυρίως και όχι η καταγωγή σφράγισε το έργο τους. Έργο με ενότητα, παρά τις διαφορές που σε όλα τα ρεύματα και τις σχολές συναντάμε.

[...] Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο κορυφαίος πεζογράφος αυτής της σχολής, ο Στέλιος Ξεφλούδας (1901-1984), εισηγητής του εσωτερικού μονολόγου στη λογοτεχνία μας [...]. Η δίχως γεγονότα υπόθεση και πρόσωπα πεζογραφία του, μαρτυρεί την καταθλιπτική μοναξιά του ανθρώπου σ' ένα κατατεμαχισμένο κόσμο. Η αγωνία οδηγεί στο χάος όπου δεν είναι πια δυνατή καμία ισορροπία [...].

*

Μία άλλη μορφή των «Μακεδονικών Ημερών», ο έξοχος κριτικός νούς του περιοδικού, ο Πέτρος Σπανδωνίδης (1890-1964), που έχει εμφανιστεί και ως πεζογράφος [...], είναι αυτός που θα θέσει τον Απρίλιο του 1959 (ξεκινώντας στη «Νέα Εστία» σειρά κριτικών κειμένων με τίτλο «Συνομιλίες με τον εαυτό μου») ένα μείζον αίτημα της φιλοσοφίας της ιστορίας που αφορά άμεσα και τη λογοτεχνία. Μία πρότασή του θα έπρεπε να είχε προκαλέσει, αν είχαμε πνευματική ζωή σε εγρήγορση, ευρύτατη συζήτηση:

«Είναι καιρός», έγραφε «να μεταστούμε από τον αστερισμό της παγανιστικής μορφολατρίας και του αρμονικού κάλλους όπου μάς έχει εντάξει η γεωγραφική μεσογειακή μας μοίρα, στον αστερισμό της δύναμης και της τόλμης μπροστά στο ανεξερεύνητο, το προ-αρμονικό, το ουσιαστικό ή και το γυμνά εκφραστικό».

[...] Οι ιδέες του Σπανδωνίδη αποκαλύπτουν, νομίζω, τις προθέσεις εκείνων των πεζογράφων της μεσοπολεμικής Θεσσαλονίκης που δεν ήταν απλώς πιο κοντά σε νεωτερικές επιρροές απ' ό,τι οι ποιητές της πόλης, αλλά τολμώ να πώ ήταν πιο μπροστά και από την περίφημη γενιά του Τριάντα που ξετυλίγει τον ίδιο καιρό το έργο της στην Αθήνα. [...] Από τη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε η σύνδεση της λογοτεχνίας μας με μορφές όπως ο Προυστ, ο Κάφκα, ο Μαλρώ, ο Ρίλκε, ο Τσβάιχ, ο Τόμας Μαν, ο Μαρινέτι, η Γουλφ, η Μάνσφιλντ, ο Τρακλ.

*

Οι πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης δουλεύουν έτσι τα μυθιστορήματά τους εσωτερικά, μουσικά, με υποτυπώδη μύθο που διαστέλλεται από την αφήγηση: ως ένα οδοιπορικό του ενδότερου χώρου που καταγράφει είτε την εσωτερική περιπλάνηση (ακόμη κι όταν απέξω δεν υπάρχει καμιά κίνηση) είτε την εσωτερική ακινησία, ακόμη κι όταν εξωτερικά τα τοπία εναλλάσσονται. Ο έξω κόσμος διαλύεται στον εσωτερισμό, συγχέεται με αυτό που ο Μπερξόν ονόμαζε αδιάκοπη μελωδία της ψυχικής μας ζωής.

*

[...] αν οι Αθηναίοι νομίζουν ότι ξέρουν ποιοί είναι, οι Θεσσαλονικείς έχουν την τραγική αμφιβολία διότι δεν ξέρουν ποιοί πραγματικά είναι. Κι αυτό είναι το ακριβό μυστικό του φλογερού ρομαντισμού που εμπνέει τον εσωτερικό μονόλογο.

[...] ήταν επόμενο η ιδιαίτερη σχέση της Θεσσαλονίκης με τη βυζαντινή μυστική παράδοση, με την Ιουδαϊκή εσωτερικότητα αλλά και με την Κεντρική Ευρώπη, μέσα σ' ένα ομιχλώδες, υποβλητικό φυσικό περιβάλλον, να φέρουν πρώτα σε αυτή την πόλη τον εσωτερικό μονόλογο. Στη Θεσσαλονίκη με τις έντονες μεταφυσικές και αναχωρητικές διαθέσεις, ο εσωτερικός μονόλογος είναι η μόνη διέξοδος από την απομόνωση και τον ερμητισμό.

*

Ως προς τη Θεσσαλονίκη όμως (αυτό το διαιώνιο ελληνικό προγεφύρωμα στον κόσμο του βορρά), δεν είναι τυχαίο ότι χρειάστηκε η απελευθέρωση για να κινηθεί η λογοτεχνική δημιουργία. Κοινοτοπία μα αλήθεια: Η τουρκική κυριαρχία αφυδάτωνε κάθε πνευματικότητα.

*

Ο Νίκος Μπακόλας (1927-1999) από την πλευρά του, με τη μαγεία και το δέος της συλλογικής φαντασίας να διαπερνά μια γραφή που ακολουθεί τη νεωτερική τεχνική της ροής της συνείδησης, πλάθει κι αυτός ξανά την ιστορία με τη μουσική του αφήγηση. Ανασύρει από το υποσυνείδητό του μνήμες προφορικές που έχουν υλοποιηθεί και εικόνες τρίτων, όλα τα στοιχεία που συναρθρώνουν μία παράδοση. Η ιστορία της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, τοπία, πολεμικές σκηνές, προσφυγικές αναμνήσεις, ο εβραϊσμός και η ασύγκριτη οδύνη του, εγγράφονται ως συμβάντα αποδεδειγμένης ιστορίας που ξεπερνούν σε σήμανση το ύφος της γραφής του. Ρεαλισμός δεν είναι πια η πιστή αναπαράσταση μα η οδυνηρή αναπόληση της ενδόμυχης, ξεχασμένης ίσως από επικαλύψεις του χρόνου, πραγματικότητας.

*

Ποιός ήταν όμως ο Χαμαιδράκων; Πρόκειται για τον βυζαντινό πολέμαρχο που διακρίθηκε στην άμυνα της πόλης κατά την πολιορκία από τους Νορμανδούς το 1185, όταν άγρυπνος φύλαγε τον πιο αδύναμο, τον πιο ετοιμόρροπο πύργο που «ανανεωτές» πολεοδόμοι γκρέμισαν τον περασμένο αιώνα.

Κώστας Χατζηαντωνίου, Η πεζογραφία της Θεσσαλονίκης (έκδ. Κουκούτσι, Αθήνα 2016, σσ. 50, 15-16, 17, 19, 21, 25, 26, 27, 28, 29, 36, 7). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 48).

Κυριακή 30 Μαρτίου 2025

ο λίγο νεώτερος Ράμφος για τον εκλιπόντα Χρ. Γιανν. (+24.8.24)


Πώς αντιλαμβανόταν, δηλαδή, τον άνθρωπο;

– Ο Γιανναράς έβλεπε τον άνθρωπο σε ένα επίπεδο σχέσεως με τον άλλο άνθρωπο και αυτό ήταν το Πρόσωπο. Πρόσωπο – άπειρο – ο Θεός, Πρόσωπο και ο άνθρωπος. Δηλαδή, έβλεπε το Πρόσωπο ως υπέρβαση μιας ατομικότητος εγωκεντρικής, την οποία συνδύαζε με τη Δύση. Γι’ αυτό και έδινε πολύ μεγάλη σημασία στην ενορία, ως συμβολικό και πραγματικό στοιχείο και κατ’ επέκταση στην κοινότητα. Μέσα σε αυτήν την προσέγγιση υπήρχε, κατά τη γνώμη μου, ένα κενό, το οποίο αποτελούσε πολλές φορές θέμα συζητήσεως μεταξύ μας. Εκείνος θεωρούσε ότι η ατομικότητα και το ατομικό εγώ είναι η αιτία όλων των κακών στον σημερινό κόσμο, στην Ελλάδα αλλά και στη Δύση. Σκεφτόταν το εγώ ως «κλειστότητα», όχι ως δυνατότητα ανοίξεως. Αυτό έχει μία βάση και μία λογική, αλλά δεν παύει να προϋποθέτει έναν άνθρωπο, μια ατομικότητα της οποίας η εσωτερική άνοιξη πρέπει να είναι μια θεμελιώδης, υπαρξιακή δυνατότητα, κάτι το οποίο εκείνος δεν έβλεπε.

Αυτό ήταν τα κύριο σημείο της διαφωνίας σας;

– Δεν θα έλεγα η διαφωνία, ήταν η συζήτησή μας. Αργότερα ο Γιανναράς βρήκε τον Λακάν και τον ενδιέφερε πολύ η γέννηση της υποκειμενικότητας μέσα στον Λακάν. Αυτό δείχνει ότι δεν είχε αφήσει το θέμα κλειστό και ο ίδιος το ζύμωνε μέσα του. Αλλά η θεμελιώδης θέση του ήταν αυτή, ότι η αυθυπέρβαση γίνεται από έναν άνθρωπο ως σχέση και ότι η ατομικότητα ήταν κάτι καταδικασμένο. [...]

Από τα κεντρικά βιβλία του είναι νομίζω «Η Ελευθερία του Ηθους». Είναι το σημείο που δείχνει καθαρά το στίγμα της αποστολής του. Πριν από αυτό είχε ανακαλύψει τον Χάιντεγκερ και του έδειχνε μια προσήλωση για ένα πολύ μεγάλο διάστημα της ζωής του. Τον τελευταίο καιρό, όμως, δεν επέμενε ιδιαίτερα. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι όλη η σκέψη του Γιανναρά ήταν για τη ζωή, ενώ ο Χάιντεγκερ είναι στοχαστής του θανάτου. Είναι κάτι το οποίο δεν ήθελε να προσέξει ο Γιανναράς ή του διέφυγε. [...]

Υπήρχε κάτι που προετοίμασε τη σκέψη του Γιανναρά;

– Προϋπήρχε η νεοπατερική θεολογία του ’60, όπως και η θεολογική παρουσία του καθηγητή Νίκου Νησιώτη, ο οποίος προσπάθησε να φέρει κοντά την ορθόδοξη βιωματική εμπειρία και τον υπαρξισμό, ένας πολύ συμπαθής άνθρωπος που διακονούσε τη θεολογία και προπονούσε τον Πανελλήνιο στο μπάσκετ. Από αυτήν την ανησυχία βγαίνουν ο Χρήστος Γιανναράς, ο Ιωάννης Ζηζιούλας και άλλοι. Εβαλε τη σφραγίδα της στη νεότερη ορθόδοξη θεολογία με έντονο το περσοναλιστικό στοιχείο, μια φιλοσοφία που είχε στον πυρήνα της την προσωπική σχέση ανθρώπου και Θεού. Στην προσωπική αυτή σχέση τα πάντα ανάγονται σε αξία. Η έννοια της σχέσης έχει να κάνει με την εμπειρία ανοίξεως και προσφοράς του ανθρώπου προς τον άπειρο θεό. Εκεί μπορεί να αναζητήσει κανείς την έννοια του Προσώπου – σχέσεως στην οποία πατάει και η φιλοσοφική έννοια του έρωτος στον Γιανναρά. Με μία διαφορά, ότι ο Ερως είναι άνοιξη του εγώ στο άπειρο φως και με κλειστό εγώ είτε χωρίς εγώ, έρως δεν μπορεί να υφίσταται.

[..] δεν ανήκει στην κατηγορία των συγγραφέων των οποίων τα βιβλία διαβάζονται ως ξεχωριστά πονήματα. Εχει μια στρατηγική σκέψη που μπορεί να περιοριστεί σε μια επιφυλλίδα ή να αναλυθεί σε τόμους. Και στις επιφυλλίδες του, πάντως, έχει μια χροιά φιλοσοφική, όταν έβλεπε τη φθορά των πραγμάτων που οφείλονταν, κατά την άποψή του, σε μια προϊούσα ακατανοησία των συστατικών αληθειών ενός πολιτισμού. Οι επιφυλλίδες ήταν ένα κομμάτι της προσωπικότητάς του, καθώς τον αφορούσε και τον ενδιέφερε πάρα πολύ το καθημερινό, το εμπειρικό, όπως έλεγε ο ίδιος.

συνέντευξη στην Καθημερινή και τον Σάκη Ιωαννίδη την 3.9.2024!

Τρίτη 25 Μαρτίου 2025

το πρώην Τσεργίνης


Δημακαίοι· Μεγάλη οικογένεια από το Ψάρι
που άρχισε τη δράση της με τον Γιάννη Δημάκη,
αλλά και πολλούς αγωνιστές κατά τον Τουρκο-
Βενετσιάνικο πόλεμο με την ανταρσία του Κλαδά
(1492-1530) *

Μετά τον θάνατο [στις 22 Μαρτίου 1720] των ξακουστών αυτών αρματολών, Δήμου Σουλιμιώτη, Χρόνη και Θανασά, και κατά την δεύτερη αυτή περίοδο της Τουρκοκρατίας, από το 1720 μέχρι το 1770 που έγινε η επανάσταση με τους αδελφούς Ορλώφ, διακρίθηκαν ιδιαίτερα, άλλοι ξακουστοί, σε όλη την Πελοπόννησο, Κλέφτες Ντρέδες, όπως ήσαν ο θρυλικός Μάρκος Ντάρας από το Ψάρι, ο Δήμος Κολοκοτρώνης από το Βυδίσοβα του Αετού, ο Κόλιας Πλαπούτας καθώς και ο Γιαννάκης Ντάβος από το Σουλιμά. Αυτοί οδηγούσαν από 200 έως 400 παλληκάρια ο καθένας και είχαν προξενήσει φοβερές καταστροφές στους Τούρκους, ώστε είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος τους.

Αρχηγός της οικογένειας των Κολοκοτρωναίων ήταν ο Λάμπρος Σεργγίνης ή Τσεργίνης, ο οποίος ήλθε σε διένεξη για κτηματικές διαφορές με τους Τούρκους και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Ρουπάκι του Δωρίου και αφού πούλησε τα κτήματά του, όπως γράφει ο Παναγ. Παπαδόπουλος από τον Αετό, εγκαταστάθηκε στο Λιμποβίτσι της Γορτυνίας.

Ο γυιός του Δήμος, βγήκε κλέφτης και πήρε το όνομα Κολοκοτρώνης, κατ' άλλους γιατί ήταν κοντός και στρογγυλός, σαν στρογγυλή πέτρα - κοτρώνα (στην Αλβανική Μπίθυ - Γκούρας = Κώλος - κοτρώνα), κατ' άλλους γιατί, τραυματίστηκε βαρειά σε μια μάχη, και ενώ οι υπόλοιποι κλέφτες τον εκάλυπταν με τα ντουφέκια τους και τον προσκαλούσαν να απαγγιστρωθεί από την πέτρα, που είχε πιάσει για κάλυψη, αυτός όμως δεν μπορούσε να κινηθεί από το τραύμα του και τότε τού φώναξαν οι σύντροφοί του «Βρε κόλλησε ο κώλος σου στην πέτρα;» (Μπιθυ-Γκούρ) και τού έμεινε το παρωνύμιο στην Αλβανική Μπίθι-Γκούρας που επικράτησε ως «Κολοκοτρώνης», πράγμα που το συνήθιζαν τότε πολύ οι κλέφτες, να αλλάζουν τα ονόματά τους με άλλα παρωνύμια για να παραπλανούν τους Τούρκους, ώστε να μη κάνουν αντεκδικήσεις στους δικούς τους.

Οι Κολοκοτρωναίοι έδωσαν από το 1720 μέχρι το 1821 εβδομήντα περίφημα παλληκάρια - κλέφτες, που είτε δολοφονήθηκαν με προδοσία, είτε έπεσαν μαχόμενοι, είτε καρατομήθηκαν ή κρεμάστηκαν από τους Τούρκους στον Πλάτανο της πλατείας της Τριπολιτσάς.

*

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΤΟΥ Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ

Ο Θοδωράκης κάθεται στη Ζάκυνθο στο Κάστρο.
Βάνει το κυάλι και τηράει και το Μωριά αγναντεύει,
βλέπει το πέλαγο πλατύ και τα βουνά αλάργα
βλέπει την Αλωνίσταινα και την Απάνω Χρέπα
βλέπει και τ' Αρκουδόρεμα το έρημο Λιμποβίτσι
βλέπει λημέρια έρημα πολύ χορταριασμένα
και τούρθε σαν παράπονο και κάθεται και κλαίει.
Και του Σταμάτη μίλησε και του Σταμάτη λέει:
Σταμάτη πού είναι τ' αδέλφια μας ο Γιάννης με το Γιώργη;
Διώχτε βουνά την αποσκιά, διώχτε την Κατσιφάρα
για ν' αγναντέψω το Μωριά τό 'ρημο Λιμποβίτσι
και να πετάξω σαν Αητός στα έρημα λημέρια
να ιδώ αν είν' Κλεφτόπουλα να πά τα διαφεντέψω
στο καρυοφίλι, το σπαθί και στο καλό σημάδι.

Παναγ. Λαμπρόπουλος, Οι Ντρέδες τα παλληκάρια του Μωρηά (Αθήνα 1980, σσ. 33-34).

-----
* Το άσχετο motto, εκ του ιδίου (ό.π., σ. 185) για την αναφορά στην παλαιά ανταρσία.

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

εκίνησε η Κουκουναριά μ' όλα τα κουκουνάρια


Αετοβουναίοι. Είναι πάρα πολλοί
και πολύ διάσημοι
οι κλεφτοκαπεταναίοι από τον Αετό
και τα γύρω χωριά του *

ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΑΙΟΙ
Σεργκίνηδες - Τσεργκίνηδες - θρυλικοί Κολοκοτρωναίοι


[...] οι Κολοκοτρωναίοι είναι γνήσιοι Ντρέδες αγωνιστές, κατάγονται από τα Σουλιμοχώρια, διατήρησαν πάντοτε στενό δεσμό με αυτά και παρ' όλο ότι αναγκάσθηκαν από τη δράση τους να εκπατριστούν γύρω στα 1700 και εγκαταστάθηκαν στο Λιμποβίτσι της Γορτυνίας, στις δύσκολες όμως στιγμές τους θυμούνται τα Σουλιμοχώρια, το χωριό τους το Ραμοβούνι, μισή ώρα από το Δώριο. Όταν καταδιωκόταν σαν κλεφταρματωλός, ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, θυμήθηκε την πατρίδα τού παππού του και εκεί στα Σουλιμοχώρια έστειλε τη γυναίκα του που ήταν έγκυος στον τελευταίο μήνα της και γύρισε αυτή στο Ραμοβούνι, απέναντι από το χωριό Βασιλικό του Δωρίου, όπου και γεννήθηκε ο κατόπιν αρχιστράτηγος του Αγώνα Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, κάτω από μια βελανιδιά, όπως ο ίδιος όλα αυτά τ' αναφέρει στ' απομνημονεύματά του.

[...] Η ιστορία των Κολοκοτρωναίων αρχίζει στα 1620. Ο Κωνσταντής Σεργκίνης ήταν γιός του Άλτυ Κεφάλα, καταγόταν από το Βυδίσοβα, χωριό δίπλα στον Αετό, και υπηρετούσε ως υπαξ/κός στους Ενετούς, «σεργένης». Επειδή βοήθησε το γυιό του Κόλια, Αντώνη, άρχοντα τής Κοπρινίτσας, ο άρχοντας αυτός τον πάντρεψε με την κόρη του και τού έδωσε προίκα την περιοχή πάνω από την Κόκλα.

Εκεί, σ' ένα λόφο, έκτισαν οι Σεργκίνηδες ένα χωριό που λεγόταν Ρουπάκι και αργότερα καταστράφηκε από τους Τούρκους. Ο προπάππος του Θ. Κολοκοτρώνη, διότι κινδύνευε από τους Τούρκους, πούλησε τα κτήματά του και εγκαταστάθηκε στο Λιμποβίτσι.

Εκεί συνέχισαν την κλέφτικη δράση τους και έδωσαν δεκάδες κλεφτοκαπεταναίους και εκατοντάδες αγωνιστές που μόνο στον Πλάτανο της Τριπολιτσάς κρεμάσθηκαν πάνω από 70, όπως αναφέρει ο γέρος του Μωρηά στα απομνημονεύματά του.

Είχαν πάντοτε στενό δεσμό με όλους τους Ντρέδες κλεφτοκαπεταναίους στους οποίους είχε απόλυτη εμπιστοσύνη ο Θ. Κολοκοτρώνης και τούς χρησιμοποιούσε στις πιο επικίνδυνες θέσεις και αποστολές.

*

Η ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΙΑ

Εκίνησε η Κουκουναριά μ' όλα τα κουκουνάρια
και στο ντερβένι ροβολάν όλοι οι καβαλλαρέοι

στου Μπούγα ξεπεζέψανε στου Τζαμαλά το χάνι
κανένας δεν ομίλησε από τα παλληκάρια
ένας γαμπρός του Τζαμαλά του Μπέη πάει και λέει:
Άδικα μπέημ άδικα, από τους Σουλιμαίους,
γυναίκες δεν ορίζουμε, κορίτσια και νυφάδες.
Πού πάει δρόμος για το Σουλιμά, τ' αρβανιτοχώρι;
Στην Κόκλα που θα φτάσετε δεξιά μεριά θα πάτε.
Στου Σουλιμά ξεπέζεψαν στου Γκάζντα το κονάκι,
βουτύρια αρνιά εφέρανε του Μπέη για να φάει,
δεν ήρθε ο Μπέης για φαΐ, αρνιά, τυρί να φάει,
θέλει τα δυό Γκαζντόπουλα, κι' αυτόν τον Μήτρο Γκιώνη
τα φέσια για να πάρουνε να γίνουν φαλαγγίτες.

Παναγ. Λαμπρόπουλος, Οι Ντρέδες τα παλληκάρια του Μωρηά (Αθήνα 1980, σσ. 196, 196-197, 208). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 196).

Τρίτη 18 Μαρτίου 2025

των αρνιών η στρούγκα και ο στάλος


Η ΣΤΡΟΥΓΚΑ

Γύρω εκεί απ' τη Λαμπρή
που χορτάριαζε κι η γή
έδιναν κατσίκια αρνιά και
τ' απόκοβαν μικρά

Να μην τρώνε πια το γάλα
να το πήζουνε τυριά

ή να το κοπανάν στη βούρτσα
για βουτύρατα παχιά.

Στο μαντρί εκεί κοντά
ή στου στάλου τη μεριά
στρούγκα έστηναν
ξανά
για ν' αρμέγουν ζωντανά.

Μια ή δυο στρουγκαλιθιές
είχανε οι στρούγκες αυτές
για ν' αρμέγουν δυο μαζί
να τελειώνουν το πρωί.

Για τα πρόβατα η στρούγκα
ήτανε λιθαροστρούγκα
για τα γίδια τα ζαβά
με παλιούρια και κλαριά

Όταν στρούγκιαζαν τα ζώα
σαλαγόντας τα σιγά

έκλειναν την πίσω ρούγα
να μη φύγουνε αυτά.

Με την γκλίτσα ένα παιδί
ή μικρό ένα κλαδί
σαλαγούσε τα ζωντανά
να περάσουν με σειρά.

Τα πολλά με υπομονή
φθάναν ώς τον αρμεχτή
Ήταν όμως μερικά
που πηδούσαν τα φραχτά.

Άρχιζαν κυνηγητά
να τ' αρμέξουνε κι αυτά
μη στερέψουν από γάλα
και το κάνουνε και άλλα.

                      *

Ο ΣΤΑΛΟΣ

Απ' τα μέσα του Μαϊού
ώς τα γύρω του Σταυρού
γίδια, πρόβατα, παιδιά τους
θέλουν νά 'χουν την ισκιά τους.

Απ' της δέκα κάθε μέρα
μόλις είναι αρμεγμένα
τρέχουνε για το σταλό

που τούς έχει τ' αφεντικό.

Ριζοσπηλιές, πλατάνια
άλλα δέντρα με κλαδιά
και κοντά λίγο νερό
κάνουν τον καλό σταλό
.

Με ρυθμό αναμασούν
ό,τι φάγαν να τραφούν

και κοιμούνται ελαφρά
μεσ' τη δροσερή ισκιά...

Γύρω γύρω τα σκυλιά
ξεκουράζονται κι αυτά
και πιο πέρα ο βοσκός
κοιμισμένος ξαπλωτός
.

Αν τ' απόσκια ρθούν στο στάλο
ξεσταλίζουν από δώ
και πηγαίνουν για βοσκή
ώς την άλλη την αυγή
.

Βασίλης Αποστολόπουλος, Οι μνήμες ξαναχτίζουν το χωριό μου (αυτοέκδοση, Αγία Παρασκευή 2017, 2021(β΄), σσ. 57-58, 59).

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2025

η Σεμπριά στα ζωντανά


ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΣΕΜΠΡΙΑ
Συνεργατική δουλειά
η σεμπριά από παλιά
Σέμπροι έκαναν μαζί
τη δουλειά αγροτική


Ένας έκοβε πουρνάρια
άλλος φόρτωνε μουλάρια
κι ύστερα η μοιρασιά
ο καθένας τα μισά. *

κι ύστερα η «Αρωνιάδα»
μοιάζει νά 'ναι πεδιάδα.*


Σαν περάσουνε τα χρόνια
του τσοπάνη τα καλά
κι έχει άλλη ανημπόρια
με προβλήματα πολλά

Τότε δίνει τα ζωντανά
σ' άλλα χέρια πιο γερά
Για να σώσει το κοπάδι
και να πάρει ένα μεράδι

απ' τη νέα παραγωγή
αν αυτή είναι καλή.

Συμφωνία με ένα χαρτί
κι άλλοτε προφορική
είν' απ' όλους σεβαστή
αφού είναι καθαρή
Και ισχύει απ' το Σταυρό
ώς τον άλλο το Σταυρό

(Μεγάλη Παρασκευή έως 14 Σεπτέμβρη)

Αν τα δώσει μεσιακά
θα μοιράσουν τη σοδειά
και θα ξαναπάρει πάλι
ίδιας ηλικίας κοπάδι

Στα τριτάρια θα πάρει
όλο πάλι το κοπάδι
κι απ' τη νέα παραγωγή
το ένα τρίτο απ' αυτή

Αν τα δώσει κεφαλιακά
δεν θα πάρει καν σοδειά
παρά μόνο ζωντανά
όσα έδωσε σωστά...

                   *

ΤΑ ΣΑΜΑΡΙΑ

Τα γαϊδούρια, τα μουλάρια
πάντα είχανε σαμάρια
για να τα φορτώνουν ξύλα
τρόφιμα, μπάλες τριφύλλια...

Τα σαμάρια ήταν φτιαγμένα
από ξύλα ξεραμένα
κι είχαν πάνω κολλημένο
ένα ύφασμα ραμμένο

Μπρος και πίσω τα κεντάκια
με προεξοχές κολτσάκια
κι από κάτω στρογγυλά
να εφαρμόζουνε σωστά

Τα κεντάκια ήταν δυό
κι είχαν τρύπες στο πλευρό
για να μπαίνουν οι σανίδες

οι σαμαροσανίδες

Το σαμαροσκούτι πανί
που το έραβαν σακκί
και με άχυρο πολύ
το γεμίζαν
πριν να μπεί.

Με δερμάτινα λουριά
στα καπούλια, την κοιλιά
έδεναν κάθε σαμάρι
μη γυρίσει και κρεπάρει

Τα μπαλτίμια στα καπούλια
και η ζώστρα στην κοιλιά
έδιναν τη σιγουριά
για φορτώματα βαριά.

Βασίλης Αποστολόπουλος, Οι μνήμες ξαναχτίζουν το χωριό μου (αυτοέκδοση, Αγία Παρασκευή 2017, 2021(β΄), σσ. 95, 81). -Τα motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 93, 21).

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025

στο χωριό


Το χωριό μου Κάτω Μαραθιάς,
ήταν ένας από τους τρεις συνοικισμούς
της παλιάς Κοινότητας Μαραθιάς Ευρυτανίας.*

ΤΑ ΚΟΥΔΟΥΝΙΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΙΑ

Πρόβατα, γίδια, κοπάδια
ήξεραν που είν΄τα βράδια
πότε ήταν στο σταλό
κι όταν πείνανε νερό

Που βοσκούσαν το πρωί
πότε μπήκαν στο μαντρί
αν τα κυνηγάει ζουλάπι ή
τα δέρνει το δρολάπι

Όλα αυτά τα μαρτυρούσαν
τα κουδούνια που φορούσαν

Τα τροκάρια, τα κυπριά
τα τσοκάνια, τα κυπριστά

Πριν να μπούν στα ζωντανά
τα σκαλιάζαν χωριστά
Αν ταιριάζει ένα στ' άλλο
ή θα φτιάξουν άλλο σκάλο

Τα κουδούνια ήταν φτιαγμένα
με μεράκι χτυπημένα

από γύφτους κουδουνάδες
που ήτανε δουλευταράδες

Απ' τα Σάλωνα πολλά
Καρπενήσι τα βραχνά
Μεσσολόγγι τα διπλά
και Βραχώρι κυπριστά

Όλα τα κυπριά στα γίδια
ήτανε μόνο χυτά
Απ' τα Τρίκαλα πολλά
Πάτρα, Σάλωνα λοιπά.

Με στεφάνια και λουριά
τα κουδούνια τα κυπριά
στα μεγάλα ζωντανά
που τα σήκωναν σωστά.

Τα κουδούνια, τα κυπριά
έδιναν διπλή χαρά
Μία πού είν' τα ζωντανά
κι άλλη για τη μουσική
απ' αυτά.

*

ΞΥΛΙΝΟ ΑΛΕΤΡΙ

Απ' τα χρόνια τα παλιά
του Ησιόδου αυτά
όργωναν πάνω στη γή
με ξυλάλετρο και υνί...

Βάση στο αλέτρι αυτό
ήταν ξύλο γυριστό
σαν ανθρώπινο ποδάρι

καμωμένο από πουρνάρι

Στην πατούσα το υνί
σιδερένιο για αντοχή

με παράβολο σφιγμένο
κι όχι λάσκα αφημένο

Στην αλετροπόδα αυτή
που είχε και χειρολαβή
στηριζόταν το στιβάρι

δίχως να σηκώνει βάρη.

Ξύλινο ήταν κι αυτό
από πλάτανο ελαφρό
με τη σπάθη στηριζόταν
και καθόλου δεν κουνιόταν.

Στο στιβάρι ο ζυγός
ξύλινος
ήταν κι αυτός
Με λουριά ήταν δεμένος
και με ίγκλες στηριγμένος.

Τα δυό ζώα στο ζυγό
δένονταν απ' το λαιμό

με τις ζεύγκλες λαιμαριές
που ήτανε πολύ σφιχτές.

Όταν όλα ήταν σωστά
και καθένα χωριστά
Με τ' αλέτρι να κρατεί
από τη χειρολαβή
.

Ο καλός ο ζευγολάτης
του οργώματος ο λάτρης
έσκιζε με το υνί
τα χωράφια και τη γή
.

Βασίλης Αποστολόπουλος, Οι μνήμες ξαναχτίζουν το χωριό μου (αυτοέκδοση, Αγία Παρασκευή 2017, 2021(β΄), σσ. 69-70, 75-76). -Το motto εκ του προλόγου του ιδίου (ό.π., σ. 1).

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2025

δεν θα είναι μονάχα μια πολιτική ένωση


[...] Δεν θα είναι μονάχα μια πολιτική ένωση, και προπαντός δεν θα πραγματοποιηθή με τη βία και με κατακτητικούς σκοπούς, όπως φαντάζεται η Ευρώπη· μα κι ούτε θάχη για σκοπό το κέρδος ή τα προσωπικά ωφέλη, εν ονόματι αυτών των αιώνιων βίτσιων που λατρεύουν, μα τη μορφή του επίσημου Χριστιανισμού, τον Χριστιανισμό που κανένας άλλος δεν τον πιστεύει πια εκτός από τον λαό.

Όχι, θα είναι η αυθεντική εγκαθίδρυση της αλήθειας του Χριστού που διατηρήθηκε στην Ανατολή, μια καινούργια και αληθινή αναστήλωση του Σταυρού του Χριστού, κι αυτός θα είναι ο οριστικός λόγος της ορθοδοξίας που από καιρό στέκεται επικεφαλής της η Ρωσσία.

Και θάναι πειρασμός για όλους τους ισχυρούς αυτού του κόσμου και για όλους τους θριαμβευτές που ζήσανε ώς τα σήμερα και που έβλεπαν πάντα αυτές τις «αναμονές» με περιφρόνηση και χλευασμό, και που ούτε κατάλαβαν ποτές τους πως μπορεί να πιστέψη κανένας σοβαρά στην αδελφωσύνη των ανθρώπων, στη συμφιλίωση των λαών, στη συμμαχία που να βασίζεται στις αρχές της λατρείας της ανθρωπότητας, και τέλος, στην ίδια την ανανέωση των ανθρώπων σύμφωνα με τις χριστιανικές αρχές.

Κι αν είναι ουτοπία να πιστεύη κανένας σ' αυτόν τον «καινούργιο λόγο» που μπορεί να ξέρη στον κόσμο η Ρωσσία όταν τεθή επικεφαλής της ενωμένης ορθοδοξίας, κι αν είναι αυτό μια ουτοπία άξια να την περιγελούνε και να την χλευάζουνε, έ, τότε, ας με βάλουν και 'μένα μαζί μ' αυτούς τους ουτοπιστές, και θα πάρω για λογαριασμό μου τους χλευασμούς.

«Μα, θα μού πούνε, είναι κιόλας ουτοπία να πιστεύης πως θα επιτρέψουν έστω στη Ρωσσία να τεθή επικεφαλής των Σλαύων και να μπούν στην Κωνσταντινούπολη;» Είναι απόλυτα επιτρεπτό να ονειροπολής, όμως, αυτά δεν παύουν να είναι όνειρα!

Να είναι βέβαιο αυτό; Εκτός από το ότι η Ρωσσία είναι ισχυρή, κι ίσως μάλιστα πιό ισχυρή απ' όσο κι η ίδια το υποψιάζεται, όμως, δεν είδαμε τάχα με τα μάτια μας, τις τελευταίες δεκαετίες, να ορθώνωνται στην Ευρώπη ισχυρές αυτοκρατορίες που η μια τους σαρώθηκε μέσα σε μια μέρα από μια θεϊκή πνοή, και που στα ερείπιά της οικοδομήθηκε μια καινούργια αυτοκρατορία που θα μπορούσαμε να πιστέψουμε πως είναι πολύ πιο δυνατή απ' όλες όσες υπήρξαν ποτέ πάνω στη γή;

Και ποιός θα μπορούσε να το προείπη αυτό τότε; Λοιπόν, αφού είναι δυνατοί τέτοιου είδους κατακλυσμοί κι αφού μπορούν και γίνονται στην εποχή μας και κάτω από τα μάτια μας, πώς μπορεί η ανθρώπινη διάνοια να προείπη ποιά θα είναι η τύχη του Ανατολικού Ζητήματος, χωρίς να διατρέχη τον κίνδυνο να γελαστή;

Και για ποιό λόγο να απελπιζώμαστε για την ανάσταση και την ένωση των Σλαύων; Ποιός μπορεί να καυχηθεί πως γνωρίζει τις βουλές της Θείας Πρόνοιας;

*

Πέρισυ στο [ιουν]ιάτικο φύλλο του Ημερολογίου μου, είπα πως πρέπει η Κωνσταντινούπολη να γίνη δική μας αργά ή γρήγορα. Τότε ήταν μια εποχή ένδοξης ζέσης. Ένα κύμα ενθουσιασμού αναστάτωνε ολόκληρη τη Ρωσσία, κι ο λαός ξεκινούσε «εθελοντικά» να υπερασπίση τον Χριστό και την ορθοδοξία από τους άπιστους, και τους Σλαύους· τους Σλαύους, τους από θρησκεία κι από αίμα αδελφούς μας.

Μ' όλο που τότε είχε κυκλοφορήσει το άρθρο μου «Μια ουτοπιστική αντίληψη της ιστορίας», εγώ προσωπικά πίστευα ακράδαντα στα λόγια μου και δεν τα θεωρούσα ουτοπίες. Και σήμερα ακόμα, είμαι έτοιμος να τα επιβεβαιώσω κατά γράμμα.

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σσ. 124-125: Ιούνιος 1876. ΚΕΦ. ΔΕΥΤΕΡΟ. 3. Το Ανατολικό ζήτημα., και σ. 284 -Πρβλ. 284-287: Μάρτιος 1877. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 1. Και πάλι αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνη δική μας).


Σημ.: τον αμέσως επόμενο μήνα, επόμενο είναι, δημοσιεύει το «Το όνειρο ενός γελοίου - Φανταστικό παραμύθι» (ό.π., σσ. 328-348: Απρίλιος 1877. ΚΕΦ. ΔΕΥΤΕΡΟ).

Κυριακή 2 Μαρτίου 2025

δεν είναι δυνατόν να κληροδοτήσουμε στους Έλληνες την Κωνσταντινούπολη


Σήμερα δεν είναι δυνατόν να κληροδοτήσουμε στους Έλληνες την Κωνσταντινούπολη. Καλά είναι να μην τούς αφήσουμε ένα τόσο σημαντικό σημείο της γής, γιατί δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν την κυριαρχία του. Ενώ ο πανσλαυισμός, με επικεφαλής του τη Ρωσσία, ήταν εντελώς άλλη υπόθεση, μα μένει ακόμα το ζήτημα τού αν είναι καλό ή όχι αυτό το πράγμα.

Μήπως θα φαινόταν σαν κατάκτηση των Σλαύων από τη Ρωσσία, πράγμα που δεν το θέλουμε καθόλου; Ώστε λοιπόν, εν ονόματι τίνος, εν ονόματι ποίου ηθικού δικαιώματος θα μπορούσε να στρέψη η Ρωσσία τα μάτια της προς την Κωνσταντινούπολη;

Έ, λοιπόν, ως δύναμη που βαδίζει επικεφαλής της ορθοδοξίας, που είναι προστάτρια και φύλακάς της, γιατί αυτός ο ρόλος τής έλαχε από τον καιρό τού Ιβάν του Γ΄, όταν αυτός, για να το τονίση καλά αυτό το πράγμα, τοποθέτησε πάνω από τον αρχαίο ρωσσικό θυρεό τον δικέφαλο αετό του Βυζαντίου·

μα αυτός ο ρόλος απόκτησε όλη του τη σημασία μόνο ύστερα από τον Μεγάλο Πέτρο, όταν η Ρωσσία κατάλαβε πως είχε τη δύναμη να εκπληρώση καλά την αποστολή της κι έγινε πραγματικά η μοναδική προστάτρια και της ορθοδοξίας και των λαών που έχουν αυτήν την θρησκεία.

Κι αυτό το κίνητρο, δηλαδή τα δικαιώματά της για το αρχαίο Βυζάντιο, θα μπορούσαν να το κατανοήσουν και να μην πειραχθούν ακόμα κι οι πιο ζηλότυποι θιασώτες της ανεξαρτησίας τους Σλαύοι, μα και οι Έλληνες ακόμα.

Κι αυτοί θα ήταν η ακριβής φύση των πολιτικών σχέσεων που θα έπρεπε να θεμελιωθούν αναπόφευκτα ανάμεσα στη Ρωσία και στις άλλες ορθόδοξες εθνικότητες, τόσο τους Έλληνες, όσο και τους Σλαύους. Η Ρωσσία είναι η προστάτρια τους κι ίσως μάλιστα και η πρόδρομός τους, αλλά όχι και η κυρίαρχός τους· είναι η μητέρα τους και όχι ηγεμόνισσά τους.

Κι αν μια μέρα χρειαζόταν να τούς πάρη υπό την κηδεμονία της, αυτό θα το έκανε μόνο υπακούοντας στην έκκλησή τους, κι αυτοί θα κρατούσαν όλην την ανεξαρτησία και την προσωπικότητα που απόκτησαν.

Κι έτσι, μια μέρα, θα μπορούσαν ίσως οι μη ορθόδοξοι Ευρωπαίοι Σλαύοι να προσέλθουν κι εκείνοι σ' αυτήν την συμμαχία, γιατί θα βλέπανε πως η ένωση κάτω από την προστασία της Ρωσσίας θα τούς εξασφάλιζε την ανεξαρτησία της προσωπικότητάς τους. Ενώ, χωρίς αυτή την τεράστια ενωτική δύναμη, θα είτανε σίγουρα καταδικασμένοι να εξαντληθούν σε εσωτερικές διαμάχες και αν ακόμη κατορθώνανε μια μέρα ν' απελευθερωθούν πολιτικά από τον ζυγό των Μουσουλμάνων και των Ευρωπαίων, όπου ανήκουν σήμερα. [...]

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σσ. 123-124: Ιούνιος 1876. ΚΕΦ. ΔΕΥΤΕΡΟ. 3. Το Ανατολικό ζήτημα. -Πρβλ. 284-287: Μάρτιος 1877. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 1. Και πάλι αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνη δική μας και σσ. 291-293: Μάρτιος 1877. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 3. Τολμηρότατες σκέψεις για την εποχή μας).

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

στην ένωσι του σλαυικού κόσμου αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνη δική μας!


[...] Ύστερα από τον Μεγάλο Πέτρο, η πολιτική μας έκανε το πρώτο της βήμα με έναν αυτόνομο τρόπο, κι αυτό το πρώτο βήμα συνίστατο στην ένωσι του σλαυικού κόσμου, κάτω, θα λέγαμε, από την πτέρυγα της Ρωσσίας. Κι αυτή η ένωση δεν ανταποκρινόταν σε κάποιαν αρχή προσάρτησης ή βίας, ούτε είχε σκοπό της την εκμηδένιση των σλαυικών μονάδων μπροστά στο ρωσσικό κολοσσό·

είχε για σκοπό να τίς αναγεννήση, να τίς τοποθετήση σε μια πρέπουσα σειρά μέσα στην Ευρώπη και στην ανθρωπότητα, να τούς δώση επιτέλους τη δυνατότητα να ζήσουν ήσυχες και γαλήνιες ύστερα από τα αναρίθμητα δεινά που υπέστησαν επί τόσους αιώνες, να περισυλλεγούν πνευματικά και, όταν πια θ' αναμετρούσαν τις νεανικές τους δυνάμεις, να συμβάλουν, έστω και μ' έναν οβολό, στον πνευματικό θησαυρό της ανθρωπότητας και να πάρουν μέρος στη συναυλία του πολιτισμού.

Καταλαβαίνω βέβαια πως μπορεί να γελάσετε μ' όλα αυτά τα «ονειροπολήματα» για τον προορισμό του ρωσσικού λαού, μα πήτε μου, δεν επιθυμούν όλοι οι Ρώσσοι την ανάσταση των Σλαύων, και μάλιστα ακριβώς πάνω σ' αυτές τις βάσεις, για να ανθίση η λευτεριά τους και να γυρίση η ψυχή τους στη ζωή, και όχι για να τούς θέσουν πολιτικά στον τροχό της Ρωσσίας, και να δυναμώσουν μ' αυτούς την πολιτική δύναμη της Ρωσσίας, πράγμα που ουσιαστικά υποπτεύεται η Ευρώπη;

Γιατί, έτσι δεν είναι; Κατά συνέπεια, να που δικαιώνεται ένα μέρος τουλάχιστον από αυτά τα «ονειροπολήματα». Και για να επιτύχωμε αυτόν τον σκοπό εννοείται πως, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να γίνει δική μας η Κωνσταντινούπολη.

*

Ναί, το Χρυσούν Κέρας και η Κωνσταντινούπολη, θα γίνουν δικά μας, μα όχι με βίαιη προσάρτηση· αυτή είναι η απάντησή μου. Και πρώτα-πρώτα, αυτό θα γίνη μόνο του, στην κατάλληλη στιγμή, κι αν δεν έχη φτάση ακόμα αυτή η στιγμή, ωστόσο δεν μπορεί να αργήση: όλα τα σημάδια το δείχνουν. Αυτή είναι η φυσική έκβαση. Κι αν δεν έγινε νωρίτερα αυτό, δεν έγινε ακριβώς γιατί δεν είχε έρθει ακόμα ο καιρός του.

Στην Ευρώπη πιστεύουν πως υπάρχει κάποιο «πρόγραμμα του Μεγάλου Πέτρου». Αυτό είναι ένα πονηρό επινόημα των Πολωνών. Όμως, αν στον Μεγάλο Πέτρο, ερχόταν η ιδέα να κατακτήση την Κωνσταντινούπολη αντί να ιδρύση την Πετρούπολη, μού φαίνεται, σαν το συλλογίζομαι, πως θα παρατούσε αυτό το σχέδιο, κι αν ακόμα τού επιτρέπανε οι δυνάμεις του να ανατρέψη τον σουλτάνο, ακριβώς γιατί τότε θα ήταν πρόωρο το εγχείρημα και θα μπορούσε να προκαλέση την καταστροφή της Ρωσσίας.

Αφού άλλοτε, μέσα σ' αυτήν την φινλανδική Πετρούπολη, δεν μπορέσαμε ν' αποφύγουμε την επιρροή των Γερμανών γειτόνων μας που, παρ' όλη την χρησιμότητά τους, δεν πάψανε να παραλύουν την ανάπτυξη της Ρωσσίας πριν βρή τον πραγματικό της δρόμο, πώς εμείς, στην Κωνσταντινούπολη, μέσα σ' αυτήν την απέραντη και παράξενη πολιτεία όπου υπάρχουν ακόμα τα κατάλοιπα ενός αρχαίου και ισχυρού πολιτισμού, θα μπορούσαμε ν' αποφύγωμε την επίδραση των Ελλήνων, που είναι άνθρωποι ασύγκριτα πιο έξυπνοι από τους βόρειους γείτονες, που έχουν μαζί μας άπειρα περισσότερα σημεία επαφής απ' αυτούς τους Γερμανούς, που δεν μοιάζουν σε τίποτα με μάς, που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αυτής της πόλης και που, με τα αυλικά τους ήθη θα εξαπατούσανε τον θρόνο και πρώτα-πρώτα τους Ρώσσους, που με την γνώση και τη μόρφωσή τους θα γοήτευαν ακόμα και κι αυτόν τον Πέτρο (και όχι μονάχα τους άμεσους απογόνους του) θα τού θίγανε την αδύνατη πλευρά του έστω και θαμπώνοντάς τον με τις γνώσεις του για τα ναυτικά ζητήματα;

Με δυό λόγια, θα κατακτούσαν πολιτικά τη Ρωσσία, θα την παρασύρανε αμέσως σε κάποιον καινούργιο ασιατικό δρόμο, θα την φέρνανε σε κάποιο καινούργιο αδιέξοδο και σίγουρα η τοτινή Ρωσσία δεν θ' άντεχε. Θα σταματούσε η ανάπτυξη του ρωσσικού πνεύματος, και του εθνικιστικού πνεύματος.

Η ισχυρή Μεγάλη Ρωσσία θα έμενε εγκλωβισμένη μέσα στον σκοτεινό και χιονισμένο βορρά της, και το πολύ θα μπορούσε να χρησιμεύση ως υλικό για μια ανασύσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, κι ίσως τελικά, να μην το θεωρούσε και απαραίτητο να βαδίση ξοπίσω της. Όλη η νότια Ρωσσία θάπεφτε στα χέρια των Ελλήνων.

Κι ίσως μάλιστα, και η ορθοδοξία να είχε χωριστή σε δυό κόσμους: τον νέο βυζαντινό κόσμο, και τον παληό ρωσσικό...

*

Με λίγα λόγια, το εγχείρημα δεν θα έβγαινε καθόλου σε καλό. Τώρα όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Σήμερα η Ρωσσία άκουσε τα μαθήματα της Ευρώπης, και μορφώθηκε. Και προπαντός, ξέρει τη δύναμή της, και είναι πραγματικά δυνατή. Ακόμα, ξέρει και πώς να γίνη η δυνατώτερη.

Καταλαβαίνει πως μπορεί να γίνη δικό μας το Βυζάντιο, χωρίς μ' αυτό να γίνη και πρωτεύουσα της Ρωσσίας, ενώ αν κατακτούσε ο Μέγας Πέτρος το Βυζάντιο πριν από δυό αιώνες, δεν θα μπορούσε να μην μεταφέρη εκεί την πρωτεύουσά του, κι αυτό θα ήταν η καταστροφή του, γιατί το Βυζάντιο δεν είτανε στη Ρωσσία και δεν μπορούσε να γίνη ρωσσικό.

Μα κι αν παραδεχτούμε πως θα απόφευγε αυτό το λάθος ο Πέτρος, οι άμεσοι απόγονοί του δεν μπορούσαν παρά να το διαπράξουν. Όμως, σήμερα, το Βυζάντιο μπορεί να μάς ανήκει αλλοιώτικα παρά ως πρωτεύουσα της Ρωσσίας, μα ούτε ως πρωτεύουσα του πανσλαυισμού, όπως το ονειρεύονται μερικοί.

Αν στερηθή τη Ρωσσία, ο πανσλαυισμός εκεί πέρα θα είναι καταδικασμένος να εξαντληθή σε διαμάχες με τους Έλληνες κι αν ακόμα κατόρθωνε να δημιουργήση ένα πολιτικό σύνολο με τα διάφορα μέρη του. [...]

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σσ. 120-121, 121-122, 122-123: Ιούνιος 1876. ΚΕΦ. ΔΕΥΤΕΡΟ. 3. Το Ανατολικό ζήτημα. -Πρβλ. 284-287: Μάρτιος 1877. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 1. Και πάλι αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνη δική μας).

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

η προσευχή του μεγάλου Γκαίτε


[...] να ένα από τα ερωτήματα που θέτει ο Άμλετ: Φοβούμαι εκείνο που μπορεί να υπάρχει εκεί πέρα... Πόσες παράξενες σκέψεις βρίσκονται μέσα σ' αυτή την απορία! Να σημαίνη τάχα αυτό πως στην ρωσσική σκέψη υπάρχει, όχι παραλογισμός, αλλά έλλειψη λογικού; Είστε ελεύθερος να μην πιστέψετε τίποτα, μα το λιγώτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να το σκεφθήτε λιγάκι.

Στον αυτοκτονήσαντά μας, δεν υπάρχει ούτε υποψία πως μπορεί να είναι αθάνατο αυτό που ονομάζει εγώ του. Θάλεγε κανένας πως ούτε τόχει καθόλου ακουστά αυτό το πράγμα. Κι όμως, δεν είναι άθεος.

Για θυμηθήτε τους αλλοτινούς άθεους: όταν χάνανε την πίστη τους σε κάτι, αρχίζανε να πιστεύουνε με πάθος σε κάτι άλλο. Για θυμηθήτε τη φλογερή πίστη τού Ντιντερό, τού Βολταίρου... Ενώ στους δικούς μας -είναι πραγματικά table rase. Μα γιατί να αναφέρουμε τον Βολταίρο; Απλούστατα, ο άνθρωπος δεν είχε χρήματα για να πάρη μαιτρέσσα, και τίποτ' άλλο.

Ο Βέρθερος, πριν αυτοκτονήση, στις τελευταίες γραμμές που έγραψε, λυπάται που δεν θα μπορή πια να θαυμάζη τον ωραίο αστερισμό της Μεγάλης Άρκτου, και την αποχαιρετάει. Πόσο καλά μάς αποκαλύπτει αυτό το μικρό σημείο τον τοτινό Γκαίτε, τότε που ήταν στην αρχή της σταδιοδρομίας του!

Μα γιατί είτανε τόσο αγαπητοί αυτοί οι αστερισμοί στον νεαρό Βέρθερο; Επειδή, κάθε φορά που τούς κύτταζε, καταλάμβανε πως δεν ήταν καθόλου ένα άτομο κι ένα μηδενικό μπροστά τους, πως αυτά τα αβυθομέτρητα θεία και μεγαλόπρεπα πράγματα δεν ήταν ανώτερα απ' αυτόν, ούτε από τη σκέψη του κι από το ιδανικό της ομορφιάς πούβγαινε μέσα από την ψυχή του· κατά συνέπεια, είτανε στο ίδιο επίπεδο μ' εκείνον και τον ενώνανε με το άπειρο του Όντος... αναγνώριζε πως μόνο στην ανθρώπινη όψη του χρωστούσε την ευτυχία ότι ένοιωθε να γεννιέται μέσα του η μεγάλη σκέψη: «Ποιός είμαι;»

Υπέροχο πνεύμα, σ' ευχαριστώ γι' αυτή την ανθρώπινη μορφή που μού έδωσες.

Αυτή θα ήταν σ' όλη του τη ζωή η προσευχή του μεγάλου Γκαίτε. [...]

Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (μτφρ. Μίνα Ζωγράφου, έκδ. Δαρεμά, Αθήνα χ.χ., σσ. 6-7: Ιανουάριος 1876. ΚΕΦ. ΠΡΩΤΟ. 1. Αντί για Πρόλογο. Η Μεγάλη και η Μικρή Άρκτος. Η προσευχή του διάσημου Γκαίτε. Οι κακές συνήθειες).

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

μυθικές μετοικεσίες των λαών...


Τα βαπόρια που ήρθαν να πάρουν τους Μουσουλμάνους έχουν αράξει μισό μίλι αντικρυστά στο Ρέθεμνος, εδώ και τρία μερόνυχτα. Φόρτωσαν ανθρώπους και πράματα, γέμισαν αμπάρια και καταστρώματα, όπου δεν πέφτει βελόνι.

Τώρα πήρανε πράτιγο, σήκωσαν τις άγκυρες και σφύριξαν τρεις φορές. Οι Χριστιανοί βλέπουν από τη στεριά τα συφοριασμένα κοπάδια και τα ψυχοπονιούνται· η ώρα τούτη τούς γυρίζει αιώνες πίσω, στις μυθικές μετοικεσίες των λαών.

Ξάφνου, τί έγινε που έκαμε ένα βαπόρι ν' απολιθωθεί; Ήταν έτοιμο να σαλπάρει -το δείχνει ο καπνός τού φουγάρου του- κι όμως ξεμένει!

Κατεβάζει μια βάρκα, κι ο κουπολάτης λάμνει για το λιμάνι. Όταν σιμώνει περισσότερο, οι Χριστιανοί ξεχωρίζουν μιαν τούρκισσα, με πρόσωπο σκεπασμένο από το φερετζέ, που έχει πάνω στα γόνατά της ένα παιδί, ίδια καθώς η Παναγιά το Χριστό στον Επιτάφιο Θρήνο.

Δεν τούς είναι δύσκολο να καταλάβουν πως το παιδί πέθανε πάνω στο καράβι, κι ο καπετάνιος ήταν έτοιμος να φουντάρει το κουφάρι μ' ένα σίδερο στα πόδια του, καθώς ορίζει ο ναυτικός κανονισμός· η χαροκαμένη μάνα τού πρόσπεσε, και κείνος τής έδωσε τον καιρό να πάει να το θάψει στη στεριά.

Η τούρκισσα βγαίνει από τη βάρκα, με το νεκρό παιδί στην αγκαλιά της. Το Λιμεναρχείο, πού 'ναι ειδοποιημένο, τής κάνει τόπο να περάσει. Καθώς έχει σκεπασμένο το πρόσωπό της, κανένας δεν ξέρει πια είναι. Όταν όμως ζυγώνει στο έρημο σπίτι της, μερικοί την αναγνωρίζουν, κι από στόμα σε στόμα μαθεύεται πως η χήρα τού Χασάνη έχασε το μοναχοπαίδι της, και τώρα βγήκε στη στεριά να το θάψει, αφού πρώτα το πάει στο σπίτι τους να το νεκροστολίσει.

Πολλές Χριστιανές από τη γειτονιά τρέχουν να τής παρασταθούν, κλαίνε μαζί της και στηθοδέρνονται. Σε μιαν από δαύτες, η Χασάναινα δίνει στερνή παραγγελιά να πηγαίνει καθημερινώς στον τάφο του παιδιού και ν' ανάβει φωτιά κάθε βράδυ στο τζάκι τού σπιτιού τους ώσπου να γεμίσουν τα εννιά μερόνυχτα· μ' ένα λόγο, να κάμει ό,τι ορίζει η θρησκεία των Μουσουλμάνων.

Η Χριστιανή τάζει, κάνοντας το σταυρό της. Τί έχει να κάμει, το ξέρει από τη δική της θρησκεία.


Τότε παίρνουν το παιδί, τυλιμένο στο καθαρό σεντόνι που έφερε άλλη γειτόνισσα, και πηγαίνουν να το θάψουν στα Μεζάρια, δηλαδή στο μουσουλμανικό νεκροταφείο. Τί μουσουλμανικό, τί χριστιανικό; Ο θάνατος του παιδιού τα εξομοίωσε!

Σκάβουν το λάκκο, κατεβάζουν το κουφάρι και το σκεπάζουν με τη γής. Οι Χριστιανές ρίχνουν μερικά κλωνιά χώμα και ξεπροβοδίζουν το παιδί για την αιώνια ζωή. Η μάνα σέρνει νυχιές στα μάγουλά της, την ώρα που οι άλλες σταυροκοπιούνται.

Ο χορός οι γυναίκες βάνουν στη μέση την ξεκληρισμένη και τη συνοδεύουν ώς την αποβάθρα. Εκεί φιλούν τα κλαμένα της μάτια, και τής ξανατάζουν πως το παιδί της θα τό 'χουν στη φύλαξή τους. Το έχουν αγαπήσει κιόλας, το αθώο, που πλέρωσε την έχθρα των μεγάλων και τώρα τού μέλλεται να λιώσει σε ξένη γής, που ήταν κάποτε δική του.

Σημ
.: Μιχ. Παπαδάκι, Η τελευταία τουρκική κηδεία στο Ρέθεμνος. Εφημ. «Κρητική Επιθεώρησις», 15 Νοεμ. 1972. (Ιστορική περιγραφή του γεγονότος.)

Παντελής Πρεβελάκης, Το Ρέθεμνος ως ύφος ζωής (έκδ. Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 1977, σσ. 27-29).

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2025

ο θάνατος είναι το μέσο της επιστροφής μας στον Θεό


Καθώς μεγαλώνουμε, θα πρέπει
να είμαστε πρόθυμοι να παραχωρούμε
την κεντρική θέση στο προσκήνιο
στους άλλους, αφήνοντάς τους να λάμψουν.*

Θα πρέπει να εφαρμόσουμε στον εαυτό μας αυτό που λέει ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής: «εκείνον δεί αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιω. 3:30). Ως δάσκαλος, μερικές φορές θυμάμαι το εβραϊκό ρητό: «Μακάριος είναι ο δάσκαλος που οι μαθητές του είναι πιο έξυπνοι από αυτόν». Στους δασκάλους συνήθως δεν αρέσει όταν οι μαθητές τους είναι πιο έξυπνοι, αλλά αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το αποδεχτούμε, ειδικά καθώς μεγαλώνουμε, ότι θα είναι πιο έξυπνοι, πιο ενημερωμένοι και πιο μοντέρνοι από εμάς.

Σίγουρα, το μυστικό της αληθινής ζωής είναι να αποδεχόμαστε κάθε στάδιό της, όπως έρχεται. Να πεθάνει ο θάνατος και να ζήσουμε τη νέα ζωή, να μην προσκολληθούμε στο παρελθόν, αλλά να ζήσουμε με απόλυτη ακεραιότητα στο παρόν.

[...] σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο θάνατος συνοδεύεται από την ανάσταση. Όχι απώλεια αλλά εμπλουτισμός, όχι φθορά αλλά ανάπτυξη. Ότι κάτι πεθαίνει, σημαίνει ότι κάτι ζωντανεύει.

*

[...] στον πτωτικό μας κόσμο το να ζείς για πάντα, είναι κάτι που δεν υποφέρεται. Ο Θεός στο έλεός Του μάς έδωσε έναν τρόπο διαφυγής.

Αυτός είναι ο τρόπος που βλέπει το όλο ζήτημα ο προφήτης Ιερεμίας όταν χρησιμοποιεί την αναλογία του αγγειοπλάστη. Στο κεφάλαιο 18, ο Ιερεμίας μάς λέει ότι πηγαίνει στο σπίτι τού αγγειοπλάστη και βλέπει πως ένα δοχείο έχει σπάσει στον τροχό. Ο αγγειοπλάστης, αντί να το κάνει κομμάτια, να το θρυμματίσει, προσπαθεί να το αναμορφώσει.

Ο θάνατος, λοιπόν, αντιστοιχεί με τον θρυμματισμό τού αγγείου, αλλά με τρόπο που να μπορεί να αναμορφωθεί. Είναι επίσης αυτό που λέμε στην εξόδιο ακολουθία: «Ο πάλαι μεν, εκ μη όντων πλάσας με, και εικόνι Σου θεία τιμήσας, παραβάσει εντολής δε πάλιν με επιστρέψας, εις γην εξ ής ελήφθην, εις το καθ' ομοίωσιν επανάγαγε, το αρχαίον κάλλος αναμορφώσασθαι».

Έτσι, ο θάνατος θεωρείται ως ένας τρόπος με τον οποίον επιστρέφουμε ξανά στο αληθινό σπίτι μας, εκεί όπου αναμορφωνόμαστε. Από την άποψη αυτή ο θάνατος είναι επίσης φίλος.

*

[...] Ο θάνατος είναι το μέσο της επιστροφής μας στον Θεό. Είναι μία συνάντηση με τον Χριστό. Θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σε μία πράξη λατρείας, σε μία εμπειρία θεραπείας.

Είναι φίλος και όχι εχθρός. Είναι μία αρχή, όχι ένα τέλος.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 130, 136-137, 137-138). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 129-130).

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025

μία αμοιβαία αγάπη και πληρότητα ζωής


Μού αρέσει να περπατάω
από το σπίτι στον ναό πριν από τη θεία Λειτουργία,
μόνος κατά προτίμηση.
Είναι μόλις δέκα λεπτά διαδρομή, αλλά
είναι πολύ σημαντικό νομίζω να το κάνω,
να έχω την αίσθηση ότι πηγαίνω στην εκκλησία,
την αίσθηση, αν θέλετε, ενός χωρισμού από τον κόσμο,
και την αίσθηση ότι ένα ταξίδι αρχίζει.*

Αυτός είναι [...] ο πρώτος τρόπος για να καταλάβουμε ότι η Λειτουργία συνιστά πάντοτε μια συλλογική πράξη. Πάντοτε λέμε «ημείς». Η Λειτουργία εκφράζει μία αμοιβαία αγάπη. [...] ο Zernov [...] θεωρούσε ότι οι αγγλόφωνοι θα έπρεπε να μπορούν να ακούσουν για την αμοιβαία αγάπη. Τί κρίμα! Στις περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες, δεν ανταλλάσσουμε τον ασπασμό της ειρήνης όταν έρχεται η κατάλληλη ώρα. [...]

*

[...] η ανταλλαγή του ασπασμού της ειρήνης μεταξύ των ενοριτών είχε ήδη σταματήσει από πολύ νωρίς. Από την εποχή του αγίου Μαξίμου, η πρακτική αυτή εφαρμοζόταν μόνο μεταξύ των ιερέων. [...]

*

[...] η ειρήνη συνιστά τον πνευματικό χώρο μέσα στον οποίον οφείλει να εορτάζεται η θεία Λειτουργία. Αρχίζουμε λέγοντας: «Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν». Δεν μπορούμε να εισέλθουμε στο κυρίως μέρος της Λειτουργίας ή να αποκτήσουμε εμπειρία της χαράς της Βασιλείας, αν δεν έχουμε πρώτα κατακτήσει στην καρδιά μας, με τη βοήθεια του ελέους του θεού, μία κατάσταση εσωτερικής ειρήνης. Επομένως, ξεκινούμε βλέποντας την ειρήνη ως μία εσωτερική κατάσταση της ψυχής.

«Εν ειρήνη» - η κατάσταση της ολοκλήρωσης και της ενσωμάτωσης. Επομένως, στην αρχή της Λειτουργίας, χρειάζεται να αποβάλουμε από μέσα μας τυχόν αισθήματα δυσαρέσκειας και εχθρότητας απέναντι στους άλλους: πικρία, οργή, εσωτερική γκρίνια ή διχόνοια. Πρέπει να τα αποβάλουμε όλα αυτά, να τα αφήσουμε να φύγουν. [...]

*

[...] Η σωτηρία, σύμφωνα με την παράδοση της Ανατολής, δεν κατανοείται πρωτίστως με δικανικούς όρους, ως απελευθέρωση από κάποια ενοχή, έστω κι αν αυτό ισχύει εν μέρει. Η σωτηρία, αντίθετα, κατανοείται κυρίως με θετικό περιεχόμενο, σημαίνει ολότητα, πληρότητα ζωής. Δεν μπορούμε να αποκτήσουμε την ολότητα αυτήν, την πληρότητα της ζωής, χωρίς το θείο δώρο της ειρήνης. [...]

*

[...] Κι όμως απέναντι σε αυτό το δεύτερο θυσιαστήριο, ένα θυσιαστήριο το οποίο ο ίδιος ο Θεός έκτισε, δεν δείχνουμε κανέναν σεβασμό. Το αντιμετωπίζουμε με περιφρόνηση. Και ποιο είναι το δεύτερο αυτό θυσιαστήριο; Είναι λέει ο Χρυσόστομος, ο φτωχός, ο πάσχων, όσοι βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση, και κινδυνεύουν.

Σε κάθε στιγμή, λέει, όταν εξέρχεσαι από τον ναό, θα δείς ένα θυσιαστήριο στο οποίο μπορείς να προσφέρεις θυσία, ένα ζωντανό θυσιαστήριο το οποίο οικοδόμησε ο ίδιος ο Χριστός. [...]

*

[...] Μετά την άνοδο αυτήν έρχεται η επιστροφή. Ο άρτος και ο οίνος, που μόλις προσφέραμε στον Χριστό, μάς επιστρέφουν πίσω στην θεία Κοινωνία, ως σώμα και αίμα Του.

Αλλά η πορεία της επιστροφής δεν σταματά εδώ. Έχοντας προσλάβει τον Χριστό μέσω των Τιμίων Δώρων, εξερχόμαστε στη συνέχεια από τον ναό, επιστρέφουμε στον κόσμο, προκειμένου να μοιραστούμε τον Χριστό μαζί του.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 80, 81, 88, 89, 99-100, 101). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σσ. 100-101).

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2025

η διαδικασία να φέρει κανείς στο φώς ό,τι είναι κρυμμένο


[...] η πρακτική των ανθρώπων,
να πηγαίνουν σε έναν μοναχό που δεν είναι ιερέας
για νουθεσία και για τη συγχώρηση του Θεού,
δεν σταμάτησε τελείως.*

[...] ενώ ο πρώτος κανόνας της μετάνοιας σε βάζει στον ορθό δρόμο, τη στιγμή που μόλις έχεις λοξοδρομήσει, ο πρώτος κανόνας της εξομολόγησης των λογισμών, ελπίζει κανείς, ότι τον βάζει πάλι στον ορθό δρόμο προτού λοξοδρομήσει.

Η διήκουσα αρχή που διαπερνάει τη μοναστική εξαγόρευση των λογισμών είναι προφανής: περιγράφεται με τον ακόλουθο τρόπο στο Γεροντικό, τη συλλογή αυτή των αποφθεγμάτων των Πατέρων της ερήμου:

Εάν ανήθικες σκέψεις σε προβληματίζουν, μην τις κρύψεις, αλλά εξομολογήσου τις αμέσως στον πνευματικό σου και καταδίκασέ τες.

Όσο περισσότερο ένας άνθρωπος φανερώνει τις σκέψεις του, τόσο περισσότερο αποκτά δύναμη. Αλλά μια κακή σκέψη, όταν έρχεται στην επιφάνεια, αμέσως καταστρέφεται.

Εάν κρύβεις πράγματα, αυτά διαθέτουν μεγαλύτερη δύναμη πάνω σου, αλλά εάν τα φανερώνεις ενώπιον τού Θεού, ενώπιον κάποιου άλλου, στην περίπτωση αυτή θα μαραθούν και θα χάσουν τη δύναμή τους.

Η διαδικασία να φέρει κανείς στο φώς ό,τι είναι κρυμμένο, έχει αποφασιστική αξία για την πνευματική νουθεσία. Πρόκειται, βεβαίως, εδώ επίσης και για μία αρχή της σύγχρονης ψυχοθεραπείας, αν και οι Πατέρες τής ερήμου τη σκέφτηκαν πρώτοι πριν από τον Φρόιντ και τον Γιούνγκ.

*

Εάν το μοντέλο της δημόσιας εξαγόρευσης των αμαρτιών έχει δικανικό χαρακτήρα, το μοντέλο αυτό της πνευματικής νουθεσίας είναι περισσότερο θεραπευτικό. Η εξομολόγηση, όπως την ξέρουμε σήμερα, εκφράζει την από κοινού ανάπτυξη των δύο τάσεων.

Από τον 4ο αιώνα και εξής, με την αύξηση του αριθμού των χριστιανών, το σύστημα της δημόσιας εξαγόρευσης των αμαρτιών έπεσε σταδιακά σε αχρησία. Σε μία μεγαλύτερη χριστιανική κοινότητα, η εμπιστοσύνη που υπήρχε στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες της Εκκλησίας άρχισε να χάνεται. Το να συζητήσει κανείς δημόσια, ενώπιον του συνόλου της κοινότητας, τις αμαρτίες των επιμέρους μελών της κατέστη τελικά αιτία σκανδάλων.

Επομένως από τον 4ο αιώνα και εξής, η μετάνοια έχασε σταδιακά τον δημόσιο χαρακτήρα της. Κατέληξε τελικά να είναι μια προσωπική συνάντηση μεταξύ του επισκόπου και εκείνου που είχε αμαρτήσει. Επίσης με την αύξηση του αριθμού των χριστιανών, ο επίσκοπος μόνος του δεν μπορούσε να διαχειρίζεται την πρακτική της μετάνοιας, με αποτέλεσμα να αναθέσει το καθήκον αυτό σε συγκεκριμένους ιερείς.

*

Αυτό που φέρνουμε στον Χριστό δεν είναι μια εξαντλητική λίστα αμαρτιών, αλλά τον ίδιο τον εαυτό μας. Δεν φέρνουμε απλά τις αμαρτίες μας, αλλά την αμαρτωλότητά μας, επειδή συχνά η αμαρτωλότητα είναι πολύ βαθύτερη από την εξαγόρευση ορισμένων συγκεκριμένων πράξεων.

Αλλά και πάλι δεν απομονώνουμε την αμαρτωλότητά μας από ολάκερη την προσωπικότητά μας. Αυτό που φέρνουμε ενώπιον του Χριστού κατά την εξομολόγηση είναι ο εαυτός μας, και για κάτι τέτοιο απαιτείται χρόνος.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 52-53, 53, 58). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 53).

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2025

η πρακτική της πνευματικής νουθεσίας


[...] υπάρχει και μια άλλη πηγή για το μυστήριο της Εξομολόγησης, όπως το ξέρουμε σήμερα. Πρόκειται για την πρακτική της πνευματικής νουθεσίας, που συναντάται για πρώτη φορά στον αιγυπτιακό μοναχισμό του 4ου αιώνα, αν και χωρίς αμφιβολία η πρακτική αυτή ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Δεν γνωρίζουμε ωστόσο, πολλά γι' αυτήν μέχρι την ανάδυση του μοναχισμού.

Στην έρημο της Αιγύπτου, όπως μαθαίνουμε από το Γεροντικό και τα Αποφθέγματα, σημαντική δουλειά γινόταν με τη φανέρωση των λογισμών. Ο υποτακτικός θα πήγαινε ίσως καθημερινά στον πνευματικό του, για να τού ανοίξει την καρδιά του. Αυτό είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το σύστημα της δημόσιας εξομολόγησης.

Πριν από όλα, ακολουθεί ένα πρόγραμμα, δεν είναι μία έκτακτη διαδικασία. Σε πολλά μοναστικά κέντρα, κάτι τέτοιο συμβαίνει καθημερινά.

Δεύτερον, αποτελεί ιδιωτική υπόθεση και όχι δημόσια. Λαμβάνει χώρα σε κλίμα εχεμύθειας. Δεν εμπλέκει άμεσα την ιεραρχία της Εκκλησίας.

Ο πνευματικός πατέρας -στο μοναστικό περιβάλλον, ο γέροντας- θα μπορούσε να είναι και λαϊκός, όχι μόνο ιερέας.

Ο Μέγας Αντώνιος δεν υπήρξε ποτέ ιερέας, ωστόσο διαμόρφωσε με πολλούς τρόπους το πρότυπο τού μοναχού πνευματικού πατέρα. Ο Αθανάσιος τόν αποκαλεί ιατρό, ευλογία τού Θεού για ολάκερη την Αίγυπτο. Ο πνευματικός πατέρας τού αγίου Συμεώνος του Νέου Θεολόγου τού 11ου αιώνα, ο Συμεών ο Στουδίτης, ούτε εκείνος ήταν ιερέας. Ο άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης επίσης δεν ήταν ιερέας. Στον Άθω σήμερα εγκαταβιούν πολλοί πνευματικοί πατέρες που είναι μοναχοί.

Πράγματι η παροχή πνευματικής νουθεσίας μπορεί κάλλιστα να γίνει κι από έναν λαϊκό χριστιανό -άνδρα ή γυναίκα-, έναν άνθρωπο που δεν έχει δώσει μοναστικό όρκο, έστω κι αν κάτι τέτοιο είναι μάλλον σπάνιο.

*

Στην πρακτική αυτή της πνευματικής νουθεσίας, ο σκοπός είναι πολύ ευρύτερος από ό,τι στην επίσημη διαδικασία τής μετάνοιας στην Εκκλησία. Αυτό που εξομολογείσαι στον γέροντά σου δεν είναι απλά οι αμαρτίες σου, αλλά επίσης και οι έγνοιές σου. Δεν μιλάς απλά για εκείνα που έχεις κάνει λάθος, αλλά μοιράζεσαι μαζί του όλο το είναι σου, την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι.

Η ελπίδα είναι ότι, αποκαλύπτοντας τις σκέψεις σου στον γέροντά σου, στην πραγματικότητα αποφεύγεις να διαπράξεις αμαρτία. Με άλλα λόγια, η μετάνοια λειτουργεί προληπτικά, μαζεύοντας και πάλι τα κομμάτια σου μετά την κατάρρευση. Αλλά με τη χρήση της πνευματικής νουθεσίας, ελπίζεις ότι τελικά θα μπορέσεις να αποφύγεις την ίδια [την] κατάρρευση.

*

[...] Κάποτε, πήγε κάποιος να [...] εξομολογηθεί, λέγοντας στον αρχιεπίσκοπο Ιωάννη: «Ναι, καταλαβαίνω ότι αμάρτησα. Με το μυαλό μου, εκτιμώ πως ό,τι έχω κάνει είναι λάθος, αλλά η καρδιά μου είναι σαν πέτρα -δεν αισθάνομαι θλίψη, ή τύψεις». Η εξομολόγηση έγινε αμέσως πριν από τη θεία Λειτουργία, ενώ ο ναός ήταν ήδη γεμάτος από πιστούς. Ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης είπε στον άνδρα: «Πήγαινε στο κέντρο του ναού, γονάτισε ενώπιον όλων αυτών των ανθρώπων και ζήτησέ τους συγχώρηση, και μετά έλα πάλι σε μένα».

Έτσι κι έγινε. Κι όταν ήταν γονατιστός ενώπιον του κόσμου ζητώντας συγχώρηση, μια απότομη αλλαγή συνέβη μέσα του. Ξαφνικά, η σκληρότητα της καρδιάς του εξαφανίστηκε. Ξαφνικά, ό,τι εμπόδιζε τα δάκρυα των τύψεών του εξέλιπε και τώρα πλέον μπορούσε να κλάψει για τις αμαρτίες του, για να λάβει στο τέλος άφεση.

Αυτό αναδεικνύει τη σημασία του ιερέα ως εκπροσώπου της κοινότητας. Χρειάζεται να ζητήσουμε συγχώρηση κι από τους αδελφούς μας.

Κάλλιστος Ware (Γουέαρ), Η ειρήνη του Θεού. Τα μυστήρια ως τρόπος θεραπείας (μτφρ. Νικ. Ασπρούλης, έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2022, σσ. 49-51, 68-69).

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

αναφορικά με τη συγγραφή... ευλόγως η χαρά


[...] πενήντα χρόνια ξεριζωμένη,
έχοντας βιώσει όλα τα δεινά τής νεότερης ιστορίας
αλλά και τής προσωπικής της ζωής χάνοντας όλους τούς αγαπημένους της,
νιώθει υπέρτατη χαρά, ευδαιμονία,
όταν λίγο πριν το τελευταίο τής αιωνιότητας το ταξίδι,
συναντά στο πρόσωπο τού Κυρίου
τον από βρέφος νεκρό γιό της.*

[...] αναφορικά με τη συγγραφή, μόνη η θέαση υπάρξεως και πραγματικότητας και η αναπαράστασή τους δεν επαρκεί, βεβαίως, ούτε για να δικαιώσει τον συγγραφέα. Πολλώ μάλλον αν η αναπαράσταση αφορά στη φρίκη χωρίς να συνοδεύεται από συμ-πάθεια, τρυφερότητα κυρίως όμως αν δεν ωθεί στην υπέρβαση, εν τέλει στη χαρά:

«[...] Αυτή είναι η δουλειά του συγγραφέα; Να αναπαριστάνει το ανελέητο; Να συμπαρίσταται στην κάθε λογής φρίκη; Πρόκειται για ρεαλισμό ή για αναπαράσταση της ανημπόριας; Ο συγγραφέας σηκώνει τα χέρια ψηλά και σκορπώντας ρίγη τρόμου με τις φράσεις και τις εικόνες του δηλώνει, εξ ονόματος και πολλών άλλων, απαθής σαν τον Πιλάτο: "Ήμουνα μάρτυρας, τα είδα όλα αυτά, αλλά δεν έχω καμία σχέση". [...]» [«Η θάλασσα τής Αράλης», Εξόριστες φωνές, σελ. 65].

Η Κεσμέτη φαίνεται να υιοθετεί την άποψη τού Χέρμαν Έσσε για την αποστολή των ποιητών (κατ' επέκταση και των συγγραφέων, γενικότερα, θα συμπληρώσω) να είναι υπηρέτες, ιππότες και συνήγοροι της ψυχής.

Όπως και το συνακόλουθο χρέος τους, χωρίς να εξωραΐζουν την πραγματικότητα, χωρίς να αποκρύπτουν τούς κινδύνους που απειλούν την ψυχή τής ανθρωπότητας, να διατυπώνουν ευθαρσώς την πίστη τους στην αθανασία της [Ερωτήματα σε ανάλγητους καιρούς, σελ. 69-70].

Αν όμως ο ποιητής (και ο συγγραφέας) οφείλει να μην εξωραΐζει την πραγματικότητα, οφείλει επίσης να μην βυθίζεται αδρανής στον πόνο, μεμψιμοιρώντας και κλαυθμυρίζοντας· όπως χαρακτηριστικά ψιθυρίζει η σιωπή, η ευλογημένη ησυχία [...].

*

[...] ο συγγραφέας για την Κεσμέτη θα πρέπει να απαλλαγεί από κάθε ιδεατή, κατασκευασμένη -για τον εαυτό του- εικόνα, από την ανάγκη να αποδεικνύει διαρκώς ότι είναι κάτι καλύτερο, σπουδαιότερο, και να αποδεχθεί τον εαυτό του ως έχει.

Η αποδοχή τού εαυτού αποτελεί, γενικότερα, αναγκαία προϋπόθεση για να αισθανθεί ο άνθρωπος την εσώτερη χαρά, αυτή που θα τού επιτρέψει εξάλλου την εν αληθεία κοινωνία με τους άλλους, τον Θεό, το σύμπαν.

Και το αίτημα τής ενότητας, όμως, μέσα από την πολλαπλότητα,
στο οποίο διαρκώς επανέρχεται η Κεσμέτη,
δεν απηχούν σε κάποιο βαθμό τις απόψεις τού Πλωτίνου;
[...]
Ο Ιερώνυμος, ειδικότερα, κεντρική «μορφή»
στο διήγημα «Ζήτημα ζωής και θανάτου», [...]
Γίνεται ο ίδιος οδηγός στα έγκατα, τις ρίζες τής ύπαρξης,
όπου η γνήσια χαρά, η ευτυχία.
Σ' αυτή τη μυσταγωγία, παρόν και το ερωτικό στοιχείο,
υπό την Πλατωνική μάλλον, παρά την Νεοπλατωνική οπτική.*


Χριστίνα Καραντώνη, Νατάσα Κεσμέτη: Ευλόγως η χαρά (έκδ. Κουκκίδα, Αθήνα 2022, σσ. 18, 19). - Το αρχικό motto εκ της ιδίας (ό.π., σ. 26, ένθα αναφορά στο διήγημα «Ο Κύριος των Ουρανών» από την πρώτη συλλογή διηγημάτων της Τα 7 τής Άρκτου, σελ. 79-86) και το ακροτελεύτειο ωσαύτως (ό.π., σ. 27).

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2025

η εκλογή της κατάλληλης λέξης


«Η Ποίηση προσφέρει έτοιμη την εξαγγελία στον φορέα της εκτός από την τελευταία προαίρεση. Το σχέδιο, το περιεχόμενο, το νόημα των στίχων, είναι όλα δοσμένα. Η μόνη ελευθερία του ποιητή -που δημιουργεί και τις προϋποθέσεις τής ευθύνης του- είναι η τελική επιλογή: η εκλογή της κατάλληλης λέξης, από τις τόσες που είναι ικανές να εκφράσουν ένα δεδομένο νόημα, και ο φορτισμός της με την ανάλογη συναισθηματική ένταση που θα δημιουργήσει την πραγματική της υπόσταση.

Η Ποίηση αδιαφορεί για τις προσωπικές πεποιθήσεις τού φορέα της· αδιαφορεί για τις εκφραστικές του ικανότητες.

Σπουδαιότατες εξαγγελίες κατάντησαν ανυπόφορα αναγνώσματα στα χέρια ανίκανων ποιητών· ασήμαντες αναγγελίες συναρπαστικά βιβλία, που διαβάζονται ασυλλόγιστα από εκατομμύρια ανθρώπους.

Αυτό δεν σημαίνει πως δεν ενδιαφέρεται για την τύχη τους.

Η Ποίηση προχωρεί και τίποτε δεν μπορεί να τη σταματήσει. Η δικαίωση των ανθρώπων εξαρτάται από αυτούς τούς ίδιους με την πιστή εκτέλεση των εξαγγελιών που τούς παραχωρεί».

*

Όμως ο Γιατράς δεν κατηγορούσε τον Έλιοτ για ποιητική ανικανότητα (το «Ερωτικό τραγούδι τoυ Τζ. Άλφρεντ Προύφροκ» ήταν αρκετό για να τού διαλύσει κάθε τέτοια υποψία).

Τον κατηγορούσε για κάτι φοβερό. Τον κατηγορούσε για εσκεμμένη αποτυχία.

Η διαδικασία των συλλογισμών του ήταν κατά βάθος απλή: Ο Έλιοτ διαστρέβλωσε το νόημα της Έρημης Χώρας για την εξυπηρέτηση σκοπών αλλότριων προς την Ποίηση.

Από μεγαλειώδη εξαγγελία του θριάμβου της Ιστορίας την παραποίησε σε μια σειρά υστερικών χρησμολογιών, που επέβαλλαν την προσωπική του ηττοπάθεια σαν μιάν απρόσωπη και αντικειμενική απεικόνιση της πραγματικότητας.

Αυτός που δεν έπαυε να διακηρύττει πως η πρόοδος τού καλλιτέχνη είναι «μια διαρκής αυτοθυσία, μια διαρκής απόσβεση της προσωπικότητας», εργάστηκε όσο κανείς άλλος για την αποθέωση ενός άκρατου υποκειμενισμού.

Ο σκοπός του ήταν φανερός: από την μιά ν' αποτρέψει το λαό να επικοινωνήσει με το μήνυμα τής Ποίησης -δίνοντας ένα έργο σκοτεινό και δυσπρόσιτο- και από την άλλη να ενθαρρύνει την αυταρέσκεια σε μιά φούχτα διανοουμένων πως μόνο αυτοί έχουν απομείνει θεματοφύλακες ενός πολιτισμού, που βεβηλώνεται από τις ορδές των σύγχρονων βαρβάρων.

Το ότι οι άνθρωποι που μπορούν ν' αποκρυπτογραφήσουν τούς στίχους του είναι τόσο λίγοι, είναι αποτέλεσμα της πολιτιστικής κατάστασης που δημιουργεί το ίδιο το ποίημα και όχι εκείνης που υποτίθεται πως απεικονίζει.

Γράφοντας την Έρημη Χώρα, λέει ο Γιατράς, ο Έλιοτ έφτασε σ' ένα απροσδόκητο αδιέξοδο. Με το ποίημα αποφάσισε ν' αναπαραστήσει την πνευματική ερημία και τη στειρότητα των καιρών μας σε αντίθεση με το Μεσαίωνα, όπου η ιεραρχικά διαρθρωμένη κοινωνία και ο ανάλογος πολιτισμός της ύψωσαν μιάν υπέροχη μεταφυσική κλίμακα ώς τον ουρανό.

*

«Είναι αλήθεια πως ο ηθικός πολιτισμός πηγάζει από την εσώτερη ζωή της ψυχής, πως στη δημιουργία του λίγο συντελούν οι εξωτερικές επινοήσεις. Άλλο τόσο αλήθεια όμως είναι πως ουσία τής ανθρώπινης ψυχής είναι η ελευθερία τού ατόμου και η συνείδηση αυτής της ελευθερίας.

Ο άνθρωπος είναι ον δημιουργικό και αυτοτελειούμενο. Αν οι εξωτερικές αισθήσεις, και συνεπώς οι εμπειρίες του, είναι περιορισμένες στο δικό τους κύκλο, αν ο ατομικός χώρος είναι κλειστός και απρόσιτος για τον άλλο, τότε πώς κατορθώνει να επιβιώνει πνευματικά και να δημιουργεί;

Ένας τέτοιος ισχυρισμός μού φαίνεται διανοητική διαστροφή».

Νάσος Βαγενάς, «Πάτροκλος Γιατράς, ή Οι ελληνικές μεταφράσεις της Έρημης Χώρας», εν Ηλίας Λάγιος, Η έρημη γή (έκδ. Ερατώ, Αθήνα 1996, σ. 64: λογάκια φερόμενα μεν υπό Πατρόκλου Γιατρά, και σσ. 65-66, ενώ σ. 71: πάλι λογάκια φερόμενα μεν υπό Πατρόκλου Γιατρά).