Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

το ιδιωτικόν μιας συμφοράς· ποίος ήτο ο φονεύς;


[...] το άλεκτο υπόβαθρο κάθε λογοτεχνίας
που αναλογίζεται το λόγο ύπαρξης και την τεχνική της.-*

Το διήγημα αυτό εξ αρχής κινείται σε δύο επίπεδα: ένα κοινωνικό και ένα ιδιωτικό. [...] το διήγημα προσπαθεί να δείξει το ιδιωτικόν μιας συμφοράς -ενός θανάτου- στο πλαίσιο μιας γενικής συμφοράς - ενός πολέμου.

Και το ίδιον της συμφοράς προσπαθεί να το εκφράσει όχι μόνο στο επίπεδο των συναισθημάτων αλλά και στο επίπεδο των πράξεων. Αυτό επιτυγχάνεται με τη διασύνδεση της ιστορίας της εποχής με την ιστορία των δύο οικογενειών, της ελληνικής και της τουρκικής, και με την προβολή της ιστορίας των εθνών στις ιστορίες των οικογενειών. [...]

*

Εν μέσω λοιπόν τού ρωσο-τουρκικού πολέμου ένας Έλληνας (ο Λάμπης) πυροβολεί και σκοτώνει έναν Τούρκο (τον φίλο τού Κιαμήλ) και τραυματίζει έναν άλλον (τον Κιαμήλ)· ένας Τούρκος (ο Κιαμήλ) πυροβολεί και σκοτώνει έναν Έλληνα (τον Χρηστάκη).

Κι αυτά συμβαίνουν, ενώ οι Ρώσοι προελαύνουν στη Θράκη. Πώς ο φόνος ξεφεύγει από τη γενικότερη καταστροφή και γίνεται τόσο προσωπική υπόθεση, πώς η αναζήτηση τού δράστη, τρία και πλέον χρόνια μετά το φόνο, θεωρείται εφικτή; Ο ίδιος ο αφηγητής και κεντρικός χαρακτήρας δεν τρέφει αυταπάτες [...].

*

Οι σχέσεις των μελών τής ελληνικής με τα μέλη τής τουρκικής οικογένειας προσδιορίζουν και τη ζωή και το θάνατο.

Ο Χρηστάκης δεν πήγε ποτέ στο σπίτι τής μητέρας του όσον καιρό αυτή περιέθαλπε τον Κιαμήλ. [...] Πράγμα που σημαίνει ότι ο Έλληνας δεν ήθελε να συγκατοικήσει με τον Τούρκο αλλά και ότι αν είχε συγκατοικήσει, θα γνώριζε [ενν. ο Τούρκος] την ομοιότητα τού Χρηστάκη με τον ταχυδρόμο Λάμπη και δεν θα πυροβολούσε τον πρώτο νομίζοντας ότι ήταν ο δεύτερος.

Η άρνηση τής συγκατοίκησης είναι το sine qua non τής αφήγησης,διότι χωρίς αυτήν θα είχε αποφευχθεί το έγκλημα. Ο θάνατος ορίζεται ως το αποτέλεσμα μιας προκατάληψης (θρησκευτικής και εθνικής) που οδηγεί σε μια παρανόηση.

σημ. 6: Η παρανόηση, υπό τη μορφή της αδυναμίας τής αναγνώρισης, αποτελεί έννοια που διατρέχει όλα τα διηγήματα τού Βιζυηνού και παραπέμπει στη λακανική έννοια τής «méconnaissance» που έχει μεταφραστεί [...] «failure to recognise» [...].

Η αδυναμία -ή αποτυχία- τής αναγνώρισης χαρακτηρίζει Το αμάρτημα της μητρός μου, επειδή η μητέρα δεν αντιλαμβάνεται τη συμβολή τής «πρόθεσης» στην έννοια τού «αμαρτήματος».

Χαρακτηρίζει το Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως, διότι ο αφηγητής δεν αναγνωρίζει τη Μάσιγγα και δεν βλέπει τη θηλυκότητά της.

Επίσης χαρακτηρίζει Το μόνον τής ζωής του ταξείδιον, διότι ο παππούς δεν μπορεί να ξεχωρίσει ανάμεσα στην αφήγηση ενός ταξιδιού και στο ταξίδι καθ' εαυτό.

Τέλος, χαρακτηρίζει τον Μοσκώβ-Σελήμ, όπου το θρακικό τοπίο φαντάζει ρωσικό, ο Τούρκος Ρώσος και ο τρελός γνωστικός.

*

Η σύγκρουση του δημόσιου με τον ιδιωτικό βίο αντικατοπτρίζει την εμπειρία ενός Έλληνα χριστιανού, υπηκόου τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα τέλη τού 19ου αιώνα, ο οποίος πρέπει να συμβιβάσει τις εθνικές του προσδοκίες με τις ανάγκες τής καθημερινής του ζωής.

Οι συμβιβασμοί έχουν χαρακτήρα ιδιωτικό, η ιδιωτική του ζωή όμως δεν μπορεί να υπάρξει εκτός κοινωνικού πλαισίου. Και όταν οι αντιφάσεις γίνονται ιδιαίτερα οξείες, επιλέγεται η λύση που επιτρέπει την απρόσκοπτη συνύπαρξη αντιθετικών λόγων: η τρέλα τού δερβίση Κιαμήλ, που μένει στο σπίτι της χριστιανής, τής οποίας σκότωσε τον γιό.

Και, φυσικά, αυτή η πραγματικότητα αντανακλά και στο λόγο τού αφηγητή, που απαντάει «όχι» στο ερώτημα τής μητέρας του αν βρέθηκε ο φονιάς, ενώ ταυτόχρονα τον βλέπει μπροστά του.

*

Όταν διαβάζουμε το διήγημα, και ερμηνεύουμε με τη σειρά μας, μπορούμε να δούμε πώς οι τρεις αφηγηματικοί χρόνοι (αφηγηματική πρώτη ύλη, κυρίως αφήγηση, επίλογος), που βασίζονται στην εναλλαγή παρουσίας και απουσίας, δημιουργούν την έννοια τής ευθύνης τού αφηγητή.

Ευθύνη, διότι απουσίαζε και συνέβησαν τα γεγονότα· ευθύνη ως προς το πώς τα συνέθεσε· και ευθύνη ως προς την απόκρυψη τής αλήθειας. Την ευθύνη για τα γεγονότα του παρελθόντος, που απορρέει από την απουσία, την υπογραμμίζει η ευθύνη για τη μη αντιμετώπιση τού άρρωστου status quo, που απορρέει από την ένοχη σιωπή τού επιλόγου.

*

[...] Ο συμβιβασμός που είχε οικοδομήσει καταρρέει και ο Κιαμήλ, μην μπορώντας να απεικονίσει τα όσα έχουν συμβεί, αποσύρεται και σωπαίνει οριστικά. Μοναδικό του μέλημα, να κρύψει την αλήθεια που με τόση οδύνη αναγκάζεται να μάθει ο ίδιος: «-Διά τον Θεόν, Σουλτάνε μου, να μην το μάθη η κοκκώνα!» είναι η μόνη φράση που λέει.

Και ο αφηγητής συμφωνεί και δεν τον κατονομάζει ως δολοφόνο στη μητέρα. Τί σημασία έχει το ότι το μαθαίνει ο αναγνώστης;

Το κείμενο, άσκηση ρητορικής, ομιλεί χωριστά προς τον κάθε του αναγνώστη.

Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Γεώργιος Βιζυηνός. Μεταξύ φαντασίας και μνήμης (έκδ, Εστία, Αθήνα 1994, σσ. 76, 77, 80, 81, 81 σημ. 6, 82, 83, 86). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 87).

Δεν υπάρχουν σχόλια: