[...] ο διάλογος, ο ερωτικός διάλογος,
του Βεζούβιου και της Νάπολης και η σκηνή ζηλοτυπίας
για τις ερωτοτροπίες της τελευταίας με τον Παυσίλυπο.*
του Βεζούβιου και της Νάπολης και η σκηνή ζηλοτυπίας
για τις ερωτοτροπίες της τελευταίας με τον Παυσίλυπο.*
[...] Αφού ο μερικός αναγραμματισμός της μάγισσας οδηγεί στη Μάσιγγα, γιατί να μην δοκιμάσουμε το ίδιο και με το άλλο εξωτικό όνομα του κειμένου, το Rio Grande;
Αποτέλεσμα, η σειρά «endargoir» κι έτσι έχουμε στα χέρια μας το σύμπλεγμα «argo». Όσο κοντύτερα δηλαδή μπορεί να φτάσει κανείς στην «Αργώ», το πλοίο που έχει το χάρισμα του λόγου, επειδή κτίσθηκε με τις ιερές δρυς της Δωδώνης.
Φυσικά, ο αναγραμματισμός εδώ κρύβει μάλλον παρά αποκαλύπτει, και τα χαρακτηριστικά της Αργούς, του ταχέος και ομιλούντος πλοίου, δεν είναι προφανή. Το γεγονός όμως ότι ο αναγραμματισμός των ονομάτων οδηγεί σε άλλα ονόματα, έχει τη λογική ότι ο αναγνώστης εγκαλείται να ψάξει, να σκεφτεί, να αναλύσει, να συμμετάσχει στη διαδικασία της παραγωγής του νοήματος. Το νόημα δεν υπάρχει -δηλώνει έμμεσα το κείμενο-, δημιουργείται.
*
Το Rio Grande και η Μάσιγγα είναι οι συντεταγμένες του νοήματος. Επειδή το διήγημα είναι ένα θαλάσσιο ταξίδι, τα δύο αυτά ονόματα συνιστούν αφηγηματικές μεταφορές των γεωγραφικών συντεταγμένων, του πλάτους και του μήκους.
Ταυτόχρονα, τόσο το Rio Grande όσο και η Μάσιγγα, λόγω του τρόπου που προέκυψαν ως ονομασίες, συμμετέχουν και στον αναφορικό-μιμητικό και στον ρητορικό-μεταφορικό άξονα του κειμένου.
Το όνομα «Μάσιγγα», αποτέλεσμα της μετάθεσης των συμφώνων του «μάγισσα», εμπεριέχει τις εξωκειμενικές αναφορές τής μάγισσας· το όνομα «Rio Grande» είναι το όνομα του εξωτικού ποταμού-συνόρου, ο δε αναγραμματισμός του παραπέμπει στην «Αργώ».
Επιπλέον, το Rio Grande έχει συγκεκριμένη λειτουργία στο διήγημα: είναι ο φορέας της μεταφοράς και το σκηνικό όπου ανελίσσεται η δράση. Η θάλασσα είναι το στοιχείο της φύσης, επί του οποίου κινείται ο φορέας τής μεταφοράς, και το οποίο προσπαθεί, χωρίς επιτυχία, να καθυποτάξει. Άλλωστε χωρίς επιτυχία προσπαθεί κι ο αφηγητής να κατακτήσει τη Μάσιγγα.
Τα αίτια της διπλής αποτυχίας είναι η δομή: τού πλοίου, που ήταν «αναλόγως πολύ στενόν» και άρα ασταθές, και τής οικογένειας τής Μάσιγγας, που ήταν ιδιαίτερα άκαμπτη και κοινωνικά καθορισμένη.
Πάντως, το πλοίο και ο αφηγητής βρίσκονται μεταξύ δύο θηλυκού γένους ουσιαστικών -θάλασσα και Μάσιγγα- που καθορίζουν τις κινήσεις τού πλοίου, εντός τού πλοίου τις κινήσεις τού αφηγητή (που μένει ακίνητος λόγω τής τρικυμίας), και εντός τού αφηγητή τα συναισθήματά του για τη Μάσιγγα. Το λίκνισμα αυτό -ή το ταρακούνημα- αναπτύσσεται στα υπόλοιπα πέντε μέρη τού διηγήματος.
Στο δεύτερο μέρος του διηγήματος καταλυτικό και αποκαλυπτικό ρόλο έχει η τρικυμία. Καταλύεται ο μύθος της ευπλοΐας και του ευσταθούς πλοίου, καθώς και η βεβαιότης ότι «εμέλλομεν αναμφιβόλως να έχωμεν καλοκαιρίαν», και αποκαλύπτεται η ερωτικότητα τής Μάσιγγας, μέσω τού γέλιου της.
«Ποτέ δεν ήκουσα νεάνιδα γελώσαν τόσον ευήχως, τόσον αρμονικώς. Ποτέ δεν εγνώρισα γέλωτα περιέχοντα τόσην έκφρασιν, τόσην ρητορικήν ακρίβειαν και ποικιλίαν», δηλώνει ο αφηγητής, που διήνυσε την τρικυμία καθηλωμένος στην κλίνη του με μόνη απόλαυση τη φωνή και το γέλιο της Μάσιγγας.
Η τρικυμία και ο γέλως συνδέονται μεταξύ τους ως παράδειγμα του υψηλού των ρομαντικών και ταυτόχρονα υπονομεύονται με έκδηλα νατουραλιστικά στοιχεία στην αφήγηση. [...]
Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Γεώργιος Βιζυηνός. Μεταξύ φαντασίας και μνήμης (έκδ, Εστία, Αθήνα 1994, σσ. 60-61, 61-62). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 66).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου