Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

ο ιεροεξεταστής και ο πρακτικός λόγος


Τί γίνεται με κάποιον ο οποίος έχοντας παρεξηγήσει την έννοια του καθήκοντος προβαίνει σε πολύ κακές πράξεις; Δεν θα έπρεπε άραγε να πεί ο Καντ ότι οι πράξεις του έχουν κάποια ηθική αξία; Η απάντηση είναι όχι.

«Ας πάρουμε για παράδειγμα έναν ιεροεξεταστή ο οποίος είναι τόσο προσκολλημένος στην αυστηρότητα της θεσμοθετημένης θρησκείας μέχρι του σημείου να βασανίζει ανθρώπους και ο οποίος πρέπει να δικάζει τον αποκαλούμενο «αιρετικό» (καλό πολίτη κατά τα άλλα) ο οποίος κατηγορείται για έλλειψη πίστης. Τώρα, λοιπόν, θέλω να ρωτήσω κατά πόσον, αν τον καταδικάσει σε θάνατο, θα μπορούσε να πεί κανείς ότι έχει ακολουθήσει την (χωρίς αμφιβολία) εσφαλμένη συνείδησή του ή κατά πόσον κάποιος δεν θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για πλήρη έλλειψη συνείδησης, κατά πόσον απλώς έσφαλε ή έκανε λάθος συνειδητά». (Καντ, Η θρησκεία εντός των ορίων του απλού Λόγου (1793), 186)

Γιατί το να ενεργήσει κανείς σύμφωνα με τη συνείδησή του –δηλαδή το να ενεργήσει από αίσθηση καθήκοντος- σημαίνει ότι ενεργεί όπως απαιτεί ο καθαρά πρακτικός λόγος· με άλλα λόγια ενεργεί υπακούοντας στον ηθικό νόμο.

«Η συνείδηση είναι ο πρακτικός λόγος ο οποίος υποχρεώνει τον άνθρωπο να έχει κατά νου το καθήκον είτε για την απαλλαγή του είτε για την καταδίκη του κάθε φορά που εφαρμόζεται ένας νόμος» (Καντ, Μεταφυσική των ηθών, 400).

Ο ιεροεξεταστής δεν υπακούει στη φωνή του πρακτικού λόγου. 'Εχει μπερδέψει τα συναισθήματά του με τις ορθολογιστικές απαιτήσεις της ηθικής. Αυτό δεν είναι δύσκολο να γίνει, όπως λέει ο Καντ στο τέλος του πρώτου κεφαλαίου της Θεμελίωσης της μεταφυσικής των ηθών. Πρόκειται, όμως, για μια βασική ηθική αποτυχία. Μια αποτυχία που μπορεί να θεραπευθεί μόνο αν συνηθίσει κανείς να συλλογίζεται και να ακούει τη φωνή της λογικής.



R. Walker, Ο Καντ και ο ηθικός νόμος (μτφρ. Λ. Θεοδωρίδου, έκδ. Ενάλιος, Αθήνα 2003, σσ. 43-44).


Δεν υπάρχουν σχόλια: