Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

ο τράγος


Κατέφθασαν ένα απογευματάκι με το αγροτικό τους αμάξι, κουβαλώντας μερικά δέντρα που είχα παραγγείλει για το χτήμα. Δίπλα στον οδηγό καθόταν η νεαρή γυναίκα του, πάνω στην καρότσα όπου είχαν φορτώσει τα δέντρα, γελούσαν κι έπαιζαν τα τρία παιδιά τους, ενώ δεμένος στην άλλη άκρη ένας μεγάλος τράγος, μαύρος με τεράστια σκουλαρίκια, όρθιος, κύτταζε ήρεμα και κάπως απόκοσμα.

Με χαιρέτησαν όλοι μαζί, διά βοής, φωνάζοντας και τρέχοντας τα παιδιά κατέβασαν τα δέντρα, τα τοποθέτησαν με προσοχή στην μάντρα και μού ευχήθηκαν «καλή επιτυχία».

Τούς κάλεσα για ένα γλυκό, αλλά αρνήθηκαν. Ανέβηκαν γρήγορα στο αγροτικό, και ο οδηγός μού ζήτησε συγγνώμη που φεύγουν έτσι βιαστικά.

-Βιαζόμαστε, μού λέει, πρέπει να κατέβουμε στο γιαλό να πλύνουμε τον τράγο.

Και ξεκινώντας, πρόσθεσε χαμηλώνοντας τη φωνή:

-Μεγάλωσε, και μυρίζουν τα αχαμνά του. Πρέπει να τα πλύνουμε, και να προλάβουμε να τον σφάξουμε πριν νυχτώσει.



Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος, «Ο τράγος», στο Ο θησαυρός των αηδονιών και άλλα διηγήματα (έκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2009, σσ. 104-105).



*


Μα τον 'Αγιον μου Θεόδωρον, τον μέγαν απελάτην...


Βασίλειος Διγενής Ακρίτης, (στιχ. 891).


Δεν υπάρχουν σχόλια: