Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2020

μάτια, μύτη, στόμα, χείλια


Η αιωνιότητα σαπίζει το σώμα αργά σε μια ψυχή που σφύζει από ζωή *
Τα μικρά παιδιά, πριν μάθουν να μετρούν κανονικά, χρησιμοποιούν έναν δικό τους χαριτωμένο τρόπο για να μετρήσουν ώς το 1000: «Μάτια, μύτη, στόμα, χ(ε)ίλια». Και πιστεύουν, μέσα στην παιδική τους άγνοια, αφέλεια και αθώα πονηριά, ότι έχουν βρεί έναν εναλλακτικό τρόπο για να παρακάμψουν την άκαμπτη και απαιτητική λογική των μεγάλων. Αλλά και τα παιχνίδια τους, είτε παιχνίδια στον χώρο είτε με λέξεις, έχουν μία παράξενη δομή που πολλές φορές δεν υπακούει σε αυτό που ονομάζουμε «κοινή λογική» ή «ένα και ένα ίσον δύο».

Όσοι γράφουν ποιήματα βρίσκονται, όπως και τα μικρά παιδιά, ακόμη στο «ένα», ή καλύτερα στο «έν», αρνούμενοι τη διάσπαση του κόσμου τους σε ετερώνυμα μέρη που απομακρύνονται το ένα από το άλλο. Όσοι γράφουν ποιήματα έχουν διατηρήσει κάτι από τον τρόπο σκέψης των παιδιών, με ό,τι αρνητικό ή θετικό συνεπάγεται αυτό.

Διον. Στεργιούλας, “Η σκιά του μοναχικού δέντρου: αυτοσχόλιο για την ποιητική συλλογή Καθόλου Ποιήματα” εν Καρυοθραύστις (τχ.4, Απρ. 2020, σ. 187).

-----
* Το motto στιχάκι του Γιάννη Σταματέλλου από την τελευταία του συλλογή Επιπλεύσεις (έκδ. Δίαυλος, Αθήνα 2019, σ. 37).


Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2020

δεν είν’ ο κόσμος φάντασμα, είναι μια πέτρα


[…]

Δεν είν' ο κόσμος φάντασμα, είναι μια πέτρα
και πάνω της χαράγματα
, σημάδια των ανθρώπων, όπως το δέρμα κάποιων
αντρών παλιών που άντεξαν και βασανίστηκαν
βουβοί μες στο μυστήριο του πόνου·
γι' αυτό και 'γω εκλιπαρώ
να βρώ ένα σώμα για ν' ακουμπήσω στέρεο,
ένα σημείο σύνορο, μοναχικό λιθάρι, και μια ζωή απλοϊκή στα πέρατα της εξοχής,
τα χώματα τ' αρχέτυπα, σα νά ΄χα πρωτοϋπάρξει…
Τάγματα του Θεού, μες στο προαύλιο της εκκλησίας είδα τυχαία μια φορά
της Σύναξής μας το εικόνισμα να κρέμεται σε κόγχη ασβεστωμένη,
κι όπως σκυθρώπιαζε το άλσος των κυπαρισσιών και σιωπούσε η κρήνη,
φτάνει ένα σύμφυρμα πουλιών,
λευκά και γκρίζα περιστέρια,
κι εκεί στη μέση της αυλής, πάνω στα μάρμαρα των τάφων,
στάθηκε απότομα όλο μαζί κι ανίδεο έβοσκε χωρίς καμιά συνείδηση
της ομορφιάς του.

Καταιγισμός περιστεριών πάνω απ' τις αντηρίδες,
ένα τοπίο ανάληψης,
στον κήπο που φιλοξενεί ό,τι αδερφωμένο,
εκεί που ως και τα ζώα κοιτάζονται στα μάτια πονετικά
με βλέμμα ανθρώπινο
,
κι η βασιλεία του αγαθού βουβά επισφραγίζει
ένα θλιμμένο σούρουπο, μια σιωπή, ένα τέλος…

[...]

*

Όλα τοπία είναι της φρίκης, κι αργοσαπίζουν βυθισμένα σε προαιώνιο μαρασμό,
ενώ εσύ περνάς πατώντας πάνω στο άρρωστο και το σαθρό
κι αφήνεις χνάρια από χρυσάφι –έλα λοιπόν με μορφή μελιχρού νεανία
και στην όχθη του βορβόρου αυτού καθισμένος
δείξε επιτέλους τί σημαίνει άσαρκος πόθος κι ομορφιά,
εσύ, που με σκληρότητα ομοίωσες την καλοσύνη
κι έτσι εκδικείσαι ό,τι αγαπάς κι ό,τι μισείς λατρεύεις
-έλα λοιπόν, ώστε κατάστικτος απ' το βασίλεμα του αιώνα
να λάμψει ο βάλτος ο αιμόφυρτος που ρέει προς τη συντέλεια,
και νά 'ρθει η ώρα η έσχατη
όπου θα πέσει ο άνθρωπος για να θαφτεί ολότελα μες στον πηλό
καθώς ο άντρας πάει και χώνεται σφαδάζοντας από χαρά μες στη γυναίκα
σαν πιο βαθιά μες στον θάνατο
.

Στρατής Πασχάλης, Μιχαήλ (έκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1996, σσ. 100-101, 32).

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2020

η μεταποίησις των πλατωνικών αρετών


Οι αρετές που αναφέρει ο Πλάτων για τα μέρη αυτά της ψυχής είναι η νόησις για το λογιστικόν, η τιμή για τον θυμόν και η σωφροσύνη για την επιθυμίαν. Οι αντίστοιχες μαξιμιανές αρετές, όμως, είναι:

α) Για τον λόγον η γνώσις, η πνευματική θεωρία, η φρόνησις, αλλά και η προσευχή, (η οποία είναι και η χαρακτηριστική αρετή του νού, όταν τίθεται αυτός ως πρώτο μέρος αυτής της τριχοτομίας).

β) Για τον θυμόν, η ανδρεία, αλλά και η αγάπη, η ειρήνη, ο αγών, η πνευματική ζέσις, η σώφρων μανία, η διάπυρος αεικινησία, η ελεημοσύνη.

γ) Για την επιθυμίαν, η σωφροσύνη, όπως στον Πλάτωνα, η εγκράτεια και η νηστεία, αλλά και η ηδονή του θείου έρωτα, ο πόθος, η θέλξις.

Βλέπουμε ότι ο Μάξιμος κατορθώνει να εισαγάγει σ' ένα βασικά πλατωνικό ψυχολογικό σχήμα όλες τις ιδιαζόντως χριστιανικές αρετές, αλλά και ότι οι μαξιμιανές αρετές έχουν πολύ πιο βουλητικό χαρακτήρα.

Διονύσιος Σκλήρης, Λόγος – Τρόπος - Τέλος. Σπουδή στη σκέψη του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού (έκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2018, σσ. 108-109).

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

αν χάσει το σημείο όπου βρισκόταν


Ο μηχανικός αναγνώστης είναι σκλάβος του σελιδοδείκτη του: Αν χάσει το σημείο όπου βρισκόταν, έρχεται αντιμέτωπος με την οχληρή ανάγκη να ξεκινήσει πάλι από την αρχή· κυκλοφορεί μάλιστα ένα ανέκδοτο για κάποιον τέτοιον αναγνώστη που ένας φιλοπαίγμων συγγενής τον καθήλωσε έναν ολόκληρο χρόνο στο Φωτιά και σπαθί στο Σουδάν με το άκαρδο τέχνασμα να τού μετακινεί κάθε νύχτα το σελιδοδείκτη.

Ο γεννημένος αναγνώστης είναι σελιδοδείκτης ο ίδιος. Θυμάται ενστικτωδώς σε ποιά φάση της ανάπτυξης του θέματος είχε αφήσει το βιβλίο, και οι σελίδες ανοίγουν από μόνες τους στο σημείο που γυρεύει.

*

Για τον μηχανικό αναγνώστη τα βιβλία που μόλις διάβασε δεν μοιάζουν με αναπτυσσόμενα όντα που πιάνουν ρίζες και πλέκουν κλαριά, αλλά με απολιθώματα που ο γεωλόγος τούς κολλάει ταμπελίτσα και τα αποθηκεύει στα συρτάρια του γραφείου του· ή μάλλον με φυλακισμένους που καταδικάστηκαν σε ισόβια απομόνωση. Μέσα σ' ένα τέτοιο μυαλό τα βιβλία δεν συνομιλούν ποτέ το ένα με το άλλο.

Edith Wharton, Η διαστροφή της ανάγνωσης (μτφρ. Ευ. Ανδριτσάνου, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2013, σσ. 13, 15).

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

τυφλοί αλλά ιδιοφυείς


[…] έπαψε να τα προσέχει όλα τούτα, και ξάπλωσε εκεί,
ήρεμος και χαμογελαστός, σαν να τού άρεσε που απέδρασε
από την κοιλάδα των τυφλών όπου είχε οραματιστεί
να γίνει βασιλιάς.*

Οι άνθρωποι αυτοί ήταν τυφλοί και αποκομμένοι, εδώ και δεκατέσσερις γενιές, από το προικισμένο με την αίσθηση της όρασης σύμπαν. Τα ονόματα των πραγμάτων που σχετίζονται με την όραση αχρηστεύτηκαν και άλλαξαν συν τω χρόνω. Η ανάμνηση του έξω κόσμου ξεθώριασε, μετατράπηκε σε παραμύθι για παιδιά και οι κάτοικοι έπαψαν να ενδιαφέρονται για ό,τι υπήρχε πέρα από τους βράχους που κρέμονταν πάνω από το περιτείχισμά τους.

Ανάμεσά τους εμφανίστηκαν άνθρωποι τυφλοί αλλά ιδιοφυείς, οι οποίοι, αμφισβητώντας τα απομεινάρια των αντιλήψεων και της παράδοσης που κουβαλούσαν από την εποχή που έβλεπαν, τα απέρριψαν όλα χαρακτηρίζοντάς τα χιμαιρικά όνειρα και αντικαθιστώντας τα με καινούργιες, πιο λογικές εξηγήσεις. Ένα μεγάλο κομμάτι της φαντασίας τους περιήλθε σε μαρασμό μαζί με τα μάτια τους, και επινόησαν νέα φαντασιοκοπήματα, περισσότερο προσαρμοσμένα στα ευαίσθητα αυτιά και τ' ακροδάχτυλά τους.

Σιγά σιγά, ο Νούνιες κατάλαβε ότι αδίκως ήλπιζε να κερδίσει το θαυμασμό και το σεβασμό τους ποντάροντας στην καταγωγή και τα προσόντα του. Όταν η αξιοθρήνητη απόπειρά του να τους εξηγήσει για την όραση απορρίφθηκε ως συγκεχυμένη ιδέα ενός πλάσματος που μόλις ήρθε στον κόσμο και ήθελε να περιγράψει το θαύμα των ακατανόητων αισθήσεών του, ο Νούνιες παραιτήθηκε και, ελαφρώς αποκαρδιωμένος, δέχτηκε τις νουθεσίες τους.

Ο πιο ηλικιωμένος από τους τυφλούς τού μίλησε για τη ζωή, για τη φιλοσοφία και τη θρησκεία, τού εξήγησε ότι ο κόσμος (ήγουν η κοιλάδα τους) ήταν αρχικά ένα κούφιο κοίλωμα στους βράχους, ότι πρώτα εμφανίστηκαν τα άψυχα πράγματα, που στερούνταν την αίσθηση της αφής, τα λάμα και μερικά ακόμα πλάσματα με υποτυπώδη νοημοσύνη, κατόπιν ακολούθησαν οι άνθρωποι, και τέλος οι άγγελοι, των οποίων ακούμε το τραγούδι και το φτεροκόπημα, χωρίς ωστόσο να μπορούμε να τούς αγγίξουμε -πράγμα που προβλημάτισε βαθιά τον Νούνιες, ώσπου σκέφτηκε τα πουλιά.

Ο γέροντας συνέχισε τη διήγηση εξηγώντας του πώς ο χρόνος χωρίστηκε στα δύο, στη ζέστη και στο κρύο, το ισοδύναμο της ημέρας και της νύχτας για τους τυφλούς. Τού είπε ότι ήταν καλό να κοιμάται κανείς με τη ζέστη και να δουλεύει με το κρύο, και ότι εκείνη την ώρα η πόλη των τυφλών θα κοιμόταν, αν δεν είχε μεσολαβήσει ο ερχομός του.

H.G. Wells, Η χώρα των τυφλών (μτφρ. Π. Ισμυρίδου, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2011, σσ. 30-31).- Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 59).

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

στη χώρα των τυφλών


«Ένας βάρβαρος… που μεταχειρίζεται βάρβαρες λέξεις» είπε ο Πέδρο.
«Τ' ακούσατε; Μπογκοτά! Το μυαλό του είναι ακόμα υποτυπώδες.
Διαθέτει μόνο τη στοιχειώδη ομιλία».*

[…] η μικρή κοιλάδα με τα σπίτια έγινε τώρα ακόμα φωτεινότερη. Δεν άργησε να φτάσει σ' έναν αποσαθρωμένο βράχο και -όντας άνθρωπος προσεκτικός– πρόσεξε ανάμεσα στις πέτρες ένα άγνωστο είδος φτέρης που άπλωνε επίμονα τα πράσινα χέρια της μεσ' απ' τις βαθιές σχισμάδες. Κόβοντας ένα κλωνάρι ροκάνισε το κοτσάνι του, πράγμα που τον βοήθησε να νιώσει καλύτερα.

*

Τα σπίτια του χωριού στο κέντρο της κοιλάδας δεν θύμιζαν το συνονθύλευμα των ορεινών οικισμών που εκείνος γνώριζε. Ήταν χτισμένα στη σειρά, δεξιά κι αριστερά ενός απαστράπτοντος κεντρικού δρόμου· πού και πού, στις ετερόκλιτες προσόψεις τους διέκρινες μια πόρτα, αλλά ούτε ένα παράθυρο δεν έσπαγε την ομοιομορφία τους. Είχαν διάφορα χρώματα, εξαιρετικά ανομοιογενή, με μιαν επίστρωση πότε γκρίζα, πότε μαυριδερή, πότε γκριζογάλανη ή καφέ σκούρα. Η θέα αυτού του αλλοπρόσαλλου σοβατίσματος γέννησε για πρώτη φορά στη σκέψη του εξερευνητή τη λέξη «τυφλός». Ο ευλογημένος που έφτιαξε αυτό το πράγμα θα πρέπει να ήταν θεότυφλος, συλλογίστηκε.

*

Η μάχη ήταν άνιση. Αντιλαμβανόμενος την κατάσταση, έμεινε ασάλευτος. «Έπεσα» είπε. «Δεν βλέπω τη μύτη μου σε τούτο το σκοτάδι». Ακολούθησε σιωπή, θαρρείς και όλα εκείνα τα αθέατα πρόσωπα γύρω του προσπαθούσαν να καταλάβουν τα λόγια του. Ύστερα ακούστηκε η φωνή του Κορρέα: «Το μυαλό του δεν έχει ακόμα τελειοποιηθεί. Όταν περπατάει σκοντάφτει, κι ανακατεύει στην κουβέντα του λόγια δίχως νόημα».

*

«“Υποτυπώδες μυαλό!”» αναφώνησε. «“Οι αισθήσεις του δεν έχουν ακόμα τελειοποιηθεί!” Πού νά 'ξεραν ότι προσέβαλλαν τον ουρανόπεμπτο βασιλιά και αφέντη τους. Καταπώς φαίνεται, θα χρειαστεί να τούς μάθω να σκέφτονται λογικά. Για να δούμε… για να δούμε».

*

Αποφάσισε να αρπάξει ένα φτυάρι και να ξαπλώσει έναν-δυό στο έδαφος, αποδεικνύοντάς τους τα πλεονεκτήματα της όρασης σε μια καθαρή μάχη. Έφτασε στο σημείο να αδράξει το φτυάρι του, αλλά τότε ανακάλυψε ένα καινούργιο στοιχείο του χαρακτήρα του· τού ήταν αδύνατον να χτυπήσει εν ψυχρώ άνθρωπο τυφλό.

*

«Ήμουν τρελός» δήλωσε. «Φταίει που δημιουργήθηκα πρόσφατα».
Τού είπαν ότι τώρα μιλούσε καλύτερα.
Τούς διαβεβαίωσε ότι είχε βάλει μυαλό, ότι είχε μετανιώσει για τις πράξεις του.
Ύστερα έκλαψε, άθελά του, γιατί ήταν πια πολύ αδύναμος και άρρωστος, και το κλάμα του το δέχτηκαν σαν καλό σημάδι.
Τον ρώτησαν αν εξακολουθεί να πιστεύει ότι «βλέπει».
«Όχι», τούς αποκρίθηκε. «Ήταν τρέλα μου. Η λέξη δεν σημαίνει τίποτα – λιγότερο κι απ' το τίποτα!».
H.G. Wells, Η χώρα των τυφλών (μτφρ. Π. Ισμυρίδου, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2011, σσ. 19-20, 21, 29, 32, 39, 45).- Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 28).

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020

το βλέμμα του καλλιτέχνη


Ένας ζωγράφος πρέπει να ασχολείται αποκλειστικά με τις υψηλές ιδέες της τέχνης του;

Ας φέρουμε στο μυαλό μας μία κλεψύδρα. Είναι ένα όργανο με δυό κύριους χώρους οι οποίοι συνδέονται. Τον έναν ας τον ονομάσουμε χώρο του ιδανικού και τον άλλον χώρο του βιοτικού. Το υλικό που εναλλάσσεται ανάμεσά τους είναι το βλέμμα του καλλιτέχνη.

Σε όλη τη ζωή του καλείται ν' αναποδογυρίζει την κλεψύδρα και να επαναπροσδιορίζει τη σχέση και την ποσόστωση και την ποσόστωση των δύο αυτών κόσμων. Το ένα μέρος προσδιορίζει την προοπτική του άλλου. Αποτελούν ένα σώμα και το ένα επαληθεύει τα όρια της ελευθερίας και της αλήθειας, με την οποία θα κινηθούμε στο άλλο.

*

Τί είναι το κίτρινο;

Τρίγωνο χρώμα, τσίγκινο, λίγο θρασύ, το κοιτάζεις και σε κοιτά οξύ και αποστασιοποιημένο.

*

Τί είναι το πορτοκαλί;

Είναι ζεστό αλλά και διακριτικό, μουδιάζεις από συμπάθεια όταν το κοιτάς. Είναι ταπεινό, καθόλου υπερφίαλο και πολύ νόστιμο.

*

Τί είναι το μαύρο;

Συνδέεται με φήμες και δοξασίες. Είναι, όμως, από τα χρώματα το πιο αυτόνομο και καθαρό. Βαθιά νεανικό, συμβολίζει κατά βάθος την πειθαρχία και την αφοσίωση.

Αλέκος Κυραρίνης, Οι ερωτήσεις της Νεφέλης (έκδ. Ευθύνη, Ο Μικρός Αστρολάβος, Αθήνα 2011, σσ. 20-21, 21, 44, 58).

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

δώσε μου όμως τα χείλη σου κόρη να πιώ


Έρως ο δεινός εκτυφλοί μου τας φρένας·
αλλ' αιθριάζει σός πόθος με, Χριστέ μου.*

τίτλος· Ως έκ τινος κόρην αιτησαμένου ύδωρ και ερασθέντος αυτής
Σαν να μιλάει κάποιος που ζήτησε νερό από μια κοπέλα και την ερωτεύθηκε

Ώ πικρόν ύδωρ, δις πιών και πολλάκις,
άπαυστα διψώ. Ποίον ύδωρ τούτο γε
ό πύρ ανάπτει και φλέγει την καρδίαν;
Δαλός κέκρυπτο των ερώτων, ώ τάλας·
τί και δράσω νύν; Αλλά των σών χειλέων
πιείν
, κόρη, δός· αλλά πόρρωθεν φλέγεις.
Πώς φλογμόν οίσω του πάθους προσεγγίσας;
Έν είδον ευρείν τήσδε της δίψης άκος·
έρως έρωτι παύεται φλογοτέρω.
Έρως έρωτα σβεννύει, μείζων μέγαν.
Σού, Χριστέ μου, σού δράσσομαι, σύ μοι δίδου
ύδωρ τον σόν ζών. Τούτο παύσει την φλόγα
.

*

Ώ το πικρό νερό που πάλι ήπια και πάλι.
Διψώ ακατάπαυστα. Ποιό το νερό είναι ετούτο
που ανάβει πυρκαγιά και καίει την καρδιά μου;
Κρυβόταν των ερώτων ο δαυλός εντός του.
Και τώρα τί να κάνω; Δώσε μου όμως, κόρη,
τα χείλη σου να πιώ· μα από μακριά με λιώνεις.
Κοντά σου τη φωτιά του πάθους πώς θα αντέξω;
Μόνο ένα φάρμακο για αυτή τη δίψα ξέρω:
τον έρωτα έρωτας πιο φλογερός τον σβήνει,
τον πιο μεγάλο έρωτα ένας πιο μεγάλος.
Χριστέ μου, αρπάζομαι από σένα τώρα, δώσ' μου
το ζών νερό σου, αυτό θα σβήσει και τη φλόγα.

*

Σχόλιον· Η κεντρική ιδέα, πως η φωτιά θεραπεύεται με τη φωτιά, ανευρίσκεται σε πολλά χριστιανικά κείμενα, κι ο απόηχός της φτάνει ώς τις ελιοτικές Τετραφωνίες που διακηρύττουν πως:

The only hope, or else despair
Lies in the choice of pyre and pyre -
To be redeemed from fire by fire.


(Η μόνη ελπίδα ή αλλιώς απελπισία
Βρίσκεται στην εκλογή μεταξύ φωτιάς και φωτιάς -
Για να λυτρωθείς απ' τη φωτιά με τη φωτιά).

Ιωάννης ο Γεωμέτρης, ερωτικά ποιήματα, εκ της συλλογής Ιωάννης Γεωμέτρης - Χριστόφορος Μυτιληναίος – Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης. Τρεις μεγάλοι Βυζαντινοί ποιητές (επιλ.-μτφρ. Γ. Βαρθαλίτης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2017, σσ. 48-49, 73).


-----
* Στο motto ερωτικό δίστιχο του ιδίου επιλεγόμενο Εις σαρκικόν έρωτα (ό.π., 46-47), το οποίο αποδίδει ο μεταφραστής: «Ο τρομερός τον νού μου ο έρωτας τυφλώνει, / μα το σκοτάδι διώχνει ο πόθος σου, Χριστέ μου».

Άλλα αποσπάσματα, απ' ένα πεζό Ιωάννου του Γεωμέτρου κείμενο Περί του μήλου [de malo], εδωδά που καταχωρισμένο.


Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

ο συγγραφέας και ο συλλέκτης


Επειδή δεν είχε τη δυνατότητα να αγοράσει όλα τα έργα που τον ενδιέφεραν […], τα έγραφε ο ίδιος. Στην πραγματικότητα οι συγγραφείς είναι άνθρωποι που γράφουν βιβλία όχι επειδή είναι φτωχοί, αλλά γιατί δεν είναι ικανοποιημένοι από τα βιβλία που θα μπορούσαν να αγοράσουν και δεν τούς αρέσουν.

*

Διότι στα μύχια της ψυχής του [συλλέκτη] ενοικούν πνεύματα, ή τουλάχιστον μικρά στοιχεία, που επενεργούν με τέτοιο τρόπο ώστε ο συλλέκτης -εννοώ τον γνήσιο συλλέκτη, όπως πρέπει να είναι- θεωρεί πως η κατοχή είναι η βαθύτερη όλων των σχέσεων που μπορεί να έχει κανείς εν γένει με τα αντικείμενα: Όχι πως αυτά θα ζωντάνευαν μέσα του· αντίθετα, αυτός κατοικεί μέσα τους.

Walter Benjamin, Αποσυσκευάζω τη βιβλιοθήκη μου (μτφρ. Βαγγ. Μπιτσώρης, έκδ. Άγρα, Αθήνα 2016, σσ. 9-10, 22).

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

και έχει κολόνες ιβ΄


Και έτρωγεν αυτός ο άγιος κάππαριν ωμήν.*

Αναμέσον δε τριών βουνών κείται το άγιον μοναστήριον, εκκλησία ωραιοτάτη και περιφανής· έναι και μολυβοσκέπαστη και έχει κολόνες ιβ΄ μαρμαρένιες ωραιότατες.

Περί των κολόνων

Και εις πάσαν κολόνα έχει όλου του χρόνου των αγίων, όσους έχει το συναξάρι, τα λείψανα βαλμένα με τέχνη μέσα εις τες κολόνες. Και πάσα κολόνα έχει μίαν εικόνα και πάσαν εικόνα έχει τους αγίους όλους ιστορισμένους καταλεπτώς, μάρτυρας και ιερομάρτυρας, αρχιερείς και ιερείς, οσίους τε και οσιομάρτυρας, άνδρας τε και γυναίκας.
[…] Και αυτές οι κολόνες, οπού έχουν τα άγια λείψανα μέσα, είναι βουλλωμένες με χρυσές βούλλες από τον καιρόν αυτού του βασιλέως Ιουστινιανού, οπού έκτισε το αυτό μοναστήριον.

*

Και πλησίον των δύο χορών, ήγουν εκεί όπου ψάλλουν οι πατέρες εις τον ναόν μέσα, έχει μίαν εικόνα μεγάλη και έναι εις την μέσην η υπεραγία Θεοτόκος ζωγραφισμένη πάνυ ωραία και γύροθεν της εικόνος έχει όλες τες εορτές αυτής ιστορισμένες. Και λέγουν τινές ότι αυτή η εικόνα ελάλησε τινός καλογήρου. Άπτει έμπροσθεν αυτής της εικόνος κανδήλι ένα ακοίμητον, ομοίως και εις την εικόνα της Υπαπαντής έτερον κανδήλι ακοίμητον. Και εκ δεξιών της Αγίας Βάτου έναι μέσα εις τον τοίχον τα λείψανα των αγίων πατέρων, ήγουν των αββάδων των εν Σινά και Ραϊθού αναιρεθέντων υπό βαρβάρων ανθρώπων [...]

*

Εβουλήθη δε [ενν. ο βασιλεύς Αλέξανδρος ο Μακεδών] να εβγάλει και το χώμα να κάμει τόπον να σμίξει την Ερυθράν Θάλασσαν με την άλλην θάλασσαν, όπου έναι εις το μέρος της Παλαιστίνης γής και του Γαζίου. Και έναι απαυτού έως την χώραν του Γαζίου τριών ημερών διάστημα. Λοιπόν ο Θεός δεν ήθελε να γένει το έργον τούτο, ήγουν να ενωθούν οι δύο θάλασσες, και αφήκεν αυτήν την βουλήν ο Αλέξανδρος και υπήγε και επολέμησε τόπους πολλούς και έλαβεν αυτούς.

*

Και αυτού εις το όρος απάνω ανέβαιναν οι καλόγεροι και είδαν εις το μοναστήρι του Αγίου Ηλίου του προφήτου πως άναψεν ως κάμινος όλον το μοναστήρι και εσέβησαν μέσα και ουκ εφλογίσθησαν.

και εγένετο βασιλεύς του ματαίου βίου
και την ψυχήν του εζημίωσεν
.**


Σ. Καδά, Προσκυνητάρια του αγίου και θεοβάδιστου όρους Σινά από δέκα ελληνικά χειρόγραφα 16ου-17ου αι. (έκδ. Ιδρύματος Όρους Σινά, Αθήνα 2003, σσ. 75-76, 76-77, 79-80, 83). Αποσπάσματα εκ της «Διηγήσεως περί του όρους Σινά» κατά το χειρόγραφο Μεγίστης Λαύρας Μ 39.20 – Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 83), ενώ το δεύτερο, για τον Μεγαλέξανδρο, είναι εκ του χειρφ Δοχειαρίου Φ. 393.2 (ό.π., σ. 223).

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020

και έναι η λάρναξ μαρμαρένια


Και αποκάτωθεν είναι η Ζωοδόχος Πηγή
και αποδεκεί έτρεχεν ένα καιρόν το λάδι.*

Και μέσα το άγιον βήμα έναι ιστορισμένον μετά ψηφίου η αγία Μεταμόρφωσις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Και εις τα βημόθυρα έναι κολόνες πάγχρυσες και έναι ζωγραφισμένος ο Χριστός, ο μέγας Αρχιερεύς, και η Θεοτόκος και ο προφήτης Μωυσής και η αγία Αικατερίνα. Και εις το δεξιόν μέρος του βήματος στέκει η λάρναξ της αγίας Αικατερίνης και έχει το άγιον λείψανον μέσα και βρύει μύρον πάντοτε· και έναι η λάρναξ μαρμαρένια.

*

Το δε όρος της Αγίας Αικατερίνης έναι υψηλότερον παρά όλα. Εκεί άνωθεν ήτον το λείψανόν της χρόνους τ΄ και εβλέπαν το δύο άγγελοι και όταν το εκατέβασαν κάτω εις το καθολικόν, ώ του θαύματος! επροτύπωσεν το κορμίν της εις την πέτραν, ώσπερ μία γυναίκα. Και έναι και η εκκλησία της απάνω οπού ιερουργούν οι πατέρες.

Και παρέμπροσθεν είναι το Βεελφεγώρ,
όπου έκαψαν οι Εβραίοι το ασήμιν τους και χρυσίον
.**


Σ. Καδά, Προσκυνητάρια του αγίου και θεοβάδιστου όρους Σινά από δέκα ελληνικά χειρόγραφα 16ου-17ου αι. (έκδ. Ιδρύματος Όρους Σινά, Αθήνα 2003, σσ. 87, 89). Αποσπάσματα κατά το χειρόγραφο Ιβήρων 535.22 – Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 88-89) και το δεύτερο, ομοίως (ό.π., σ. 90).

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

οπίσθια Θεού μου


εικόνα δε ολόγυρα λεπτότατα γραμμένη *

Του τέμπλου τα παραστατά όλά 'ναι χρυσωμένα,
[μ]ε τέχνην ευμορφώτατη είναι εκεί βαλμένα
τ[α αγ]ιοβημόθυρα ασημοχρυσωμένα,
με ιστορίαν λεπτότατην είναι ζωγραφισμένα.


*

Στες κολόνες ανάμεσα ευρίσκουνται καθέδρες
οπού στέκουνται μοναχοί αυτείνοι
<οι> πατέρες.
Και κάτωθεν στο έδαφος είναι μετά μαρμάρων,
λεπτοτεχνουρ<γο>κάμωτον που δεν ευρίσκεται άλλον.


*

Απέξω εις την εκκλησιάν αυτείνη την μεγάλην
βρίσκεται ωραιότατον του Μωυσή πηγάδι.
Εκεί στο γύρον της πηγής, λέγω εις το πηγάδι,
ο Μωυσής εφύτευσεν ροδία μία μεγάλη·
βλαστάνει έως την σήμερον, καρποδοτεί και θάλλει,
στον κόσμον δεν ευρίσκεται παλαιότερη άλλη.
Με μέτρος δίδει τον καρπόν, ως είν' απεσταλμένη,
'που τον καιρόν του Μωυσή, οπού 'ναι φυτεμένη.
Και θαύμα θέλεις το ιδεί στα ρόδια οπού φέρει,
εις μέτρον γίνουνται και αυτά όσοί 'ναι καλογέροι·
όσοι λοιπόν ευρίσκουνται στου Μωυσή την μνήμην,
τόσα δε ρόδια γίνουνται να τά 'χουσιν εκείνοι.


*

Εκεί [ενν. στην Αγίαν Κορυφή] εδέχθην Μωυσής τας πλάκας γεγραμμένας,
σαράκοντα ενήστευσεν νύκτας τε και ημέρας·
και[ι όλ]ος αλλοιώθηκε στην άνω θεωρίαν
και [ό]λος δε ευφραίνετον εις του Θεού ομιλίαν.
Εκεί [ήκ]ουσεν και είδεν γαρ οπίσθια Θεού μου,
οπί[σ]θια δε νόει γαρ σάρκωσιν του Χριστού μου.


*

Περβόλιν ωραιότατον με δενδρικά περίσσα,
ευτρεπισμένα εύμορφα, σα νά 'ταν κυπαρίσσα:
ελιές, μηλιές και απιδιές, κλήματα και νεράντζα,
στον κόσμον δεν ευρίσκονται ωσάν εκείνα άλλα.


Εκεί σιμά ευρίσκεται κάστρο των Μουσουλμάνων,
Σουέσι [= Σουέζ] ονομάζεται, καθώς τ' αναθιβάνω [= διηγούμαι]·
εκεί ξεφορτώνουσι μέρος δε τα καράβια,
που φέρνουσι σπετζερικά [= εδέσματα, τρόφιμα] πάσα λογής μπαχάρια.**

Σ. Καδά, Προσκυνητάρια του αγίου και θεοβάδιστου όρους Σινά από δέκα ελληνικά χειρόγραφα 16ου-17ου αι. (έκδ. Ιδρύματος Όρους Σινά, Αθήνα 2003, σσ. 95, 96, 97, 98, 99). Αποσπάσματα εκ του Προσκυνηταρίου του αγίου και θεοβαδίστου όρους Σινά και Ραϊθού. Διά στίχων, κατά το χειρόγραφο Ιβήρων 535.28 – Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 96) και το δεύτερο, ομοίως (ό.π., σ. 104).

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

φθάνοντα έως τον ουρανόν


Και έμπροσθεν του Προδρόμου έναι οπού
έδωκεν ο Μωυσής με την ράβδον του
και ερρύησαν ύδατα και χείμαρροι κατεκλύσθησαν
και επότισεν τους Εβραίους.*

Και παρακάτω έναι ο λίθος οπού εκάθισεν ο άγιος Ιωάννης ο Κλίμακος χρόνους σαράντα και από εκεί οπού εκάθετον, ήγουν από το ασκητήριον αυτού, έβλεπε και την Αγίαν Κορυφήν. Αυτού είδε και την αγίαν κλίμακα εις την Αγίαν Κορυφήν φθάνοντα έως τον ουρανόν από τον τόπον όπερ αγωνίζετον. <Α>πέχει δε και ο λίθος οπού εκαθέζετον αυτός ο Ι<ω>άννης της Κλίμακος έως το μοναστήριο [[του Σινά]] μίλια οκτώ.

*

Έξωθεν δε της αγίας πόλεως, σιμά εις την πόρταν της προ Δαμασκού, έναι ο αγρός του Αγρίππα, οπού έστειλεν ο προφήτης Ι<ε>ρεμίας τον μαθητήν αυτού Αβιμέλεχ διά να κόψει σύκα διά τους ασθενείς και εκοιμήθη χρόνους εβδομήντα. Και ο Βαρούχ εκάθισεν εις μνημείον έξω από την Ι<ε>ρουσαλήμ και εκεί τού ήλθεν και αυτού ύπνος, καθώς του Αβιμέλεχ, χρόνους εβδομήντα. Και τούτο ήτον οικονομία Θεού διά να μηδέν ιδούν την αιχμαλωσίαν της Ιερουσαλήμ. Όταν δε ηχμαλώτευσεν την Ιερουσαλήμ ο Ναβουχοδονόσωρ και ηπήρεν αιχμάλωτον τον Ι<ε>ρεμία και τους Εβραίους και έκαμαν εκεί πολύν καιρόν και όταν ελύτρωσεν αυτούς ο Θεός από την αιχμαλωσίαν και αυτός ο Αβιμέλεχ έξυπνος γενόμενος, ήλθεν εις την Ιερουσαλήμ και ηύρεν την πόλιν ερημωμένην και έγινεν εξεστηκώς.

Σ. Καδά, Προσκυνητάρια του αγίου και θεοβάδιστου όρους Σινά από δέκα ελληνικά χειρόγραφα 16ου-17ου αι. (έκδ. Ιδρύματος Όρους Σινά, Αθήνα 2003, σσ. 113-114, 115-116). Αποσπάσματα εκ της Αρχής της εξηγήσεως και διηγήσεως συν Θεώ αγίω του όρους Σινά του αγίου και των λοιπών αγίων τόπων πάνυ ωραιότατον, κατά το χειρόγραφο Ιβήρων 694.4 – Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 113).

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

φώς του Σαν Έλμο


Χριστέ μου! σάπισ' ο βυθός και πλάσματα αβέρτα
γλοιώδη έρπουν – τί ν' αυτό να μάς συμβεί ακόμα; -

'πά στη γλοιώδη θάλασσα και νάχουνε ποδάρια.
Και γύρω-γύρω συρφετός κυκλώνανε ολούθε
φωτιές του ολέθρου*, χόρευαν τη νύχτα στα κατάρτια·
σάμπως βερνίκια μάγισσας και το νερό χοχλούσε

άσπρο, γαλάζιο, πράσινο. Κάποιοι στα όνειρά τους
Τελώνιο που μάς μάστιζε ήτανε πεπεισμένοι […]


* Φώς των Διοσκούρων ή φώς του Αγίου Έλμου, φαινόμενο ατμοσφαιρικού ηλεκτρισμού πάνω στους ιστούς και στη σχοινοδεσία των πλοίων που επιστεύετο από προληπτικούς ναυτικούς ότι προοιώνιζε καταστροφή.

Samuel Taylor Coleridge, Η ρίμα του αρχαίου Θαλασσοπόρου (μτφρ. επιμελ. Αθ. Οικονόμου, έκδ. Οδός Πανός, Αθήνα 2017, σσ. 16-17).

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

ουκ έστιν ευρείν της αλυπίας τέχνην


προσλαλεί σοι τω μέλει
φιλωδός αντίμολπον αλκυών μέλος *

Εις τον βίον Β΄

Ψυχή, τί φεύγεις τους καθημέραν πόνους;
Ουκ έστιν ευρείν της αλυπίας τέχνην.
Την γήν ακάνθας, τον βίον δε φροντίδας
φέρειν ο Πλάστης εξεθέσπισε. Φέρε
.

(= Γιατί αποφεύγεις τα καθημερνά, ψυχή μου,
βάσανα; Δεν θα βρείς της αλυπίας την τέχνη.
Θέσπισε ο Πλάστης νά 'χει αγκάθια η γή από κάτω
και μύριες έγνοιες η ζωή μας. Βάσταξέ τες.)

*

Εις την απόστασιν

Νυν, ουρανέ, στάλαξον όμβρους αιμάτων·
αήρ, επενδύθητι πένθιμον σκότος·
η γή, καταξάνθητι και ράγηθί μοι,
κόψον τα δένδρα, ρίψον οία βοστρύχους,
όλην στολήν μέλαιναν, αντί της χλόης,
το σον πρόσωπον αμφιέσασα, στένε.
Το συγγενές μεν αίμα πάσαν την Έω
πρώτον νέμει τε και μερίζεται ξίφος
τα συμφυή
, φευ, και γένη τε και μέλη.
Πατήρ μεν οργά προς σφαγήν των φιλτάτων·
και δεξιάν παις πατρικώ χραίνει φόνω·
αίρει δε και μάχαιραν, ώ πικρού πάθους!
ανήρ αδελφός εις αδελφού καρδίαν·
η γή δε πολλοίς συσπαραχθείσα τρόμοις,
κάτω δονείται, και κεραυνών αι φλόγες
άνωθεν αυτήν εκτεφρούσι την κόνιν
.
[…]

(= Στην αποστασία

Αίμα να ρίξεις σα βροχή, ουρανέ μου, τώρα·
τώρα ντύσου με πένθιμο σκοτάδι, αέρα·
η γή, απ' τον πόνο με τα νύχια σου ξεσκίσου,
ξερίζωσε τα δέντρα, ρίξ' τα σαν πλεξούδες
και βόγγηξε, σκεπάζοντας με μαύρο ρούχο
το πρόσωπό σου τώρα αντί για το χορτάρι.
Δικό μας αίμα την Μικράν Ασίαν όλη
τη διαφεντεύει και το ξίφος διαχωρίζει,
ωιμέ!, γονείς και συγγενείς, παιδιά κι αδέρφια.
Τρέχει ο πατέρας να σκοτώσει το παιδί του·
και το παιδί μετά φονεύει τον πατέρα·
μαχαίρι βγάζει ο αδερφός
, ώ πικρή τρέλα,
για να το μπήξει μες στο στέρνο τ' αδελφού του.
Κάτω από μας η γή σπαράζεται και σειέται
από τον τρόμο κι από πάνω μας οι φλόγες
των κεραυνών
κάνουνε στάχτη και τη σκόνη. [...])


Ιωάννης ο Γεωμέτρης, ποιήματα, εκ της συλλογής Ιωάννης Γεωμέτρης - Χριστόφορος Μυτιληναίος – Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης. Τρεις μεγάλοι Βυζαντινοί ποιητές (επιλ.-μτφρ. Γ. Βαρθαλίτης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2017, σσ. 64-65, 24-25).


-----
* Στο motto στιχάκι του ιδίου εκ του ποιήματος Είς τινα μουσικόν (ό.π., 36-37), το οποίο αποδίδει ο μεταφραστής: «κι η φιλόμουση Αλκυόνα / με το δικό της σού αποκρίνεται τραγούδι».

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

όλοι στη γή να γυρίσουμε πρέπει

[… Διώξε, πατέρα,
κάθε μας άθεο πόθο. Ας μην ψάχνουμε πάντα τα μάταια
και την πατρίδα ας θυμόμαστε. Κι αν με τα πήλινα μάτια
δεν θα σε δούμε, ας σε δούνε του νού μας τα μάτια!] *

Terrae [= Ύμνος στη γή]

[… Δεν συλλογιόμαστε που όλοι στη γή να γυρίσουμε πρέπει
που τον φτωχό από τον άρχοντα δεν ξεχωρίζει κι αιώνια
όλους στο στήθος της παίρνει αγαπώντας μας όλους το ίδιο.
Και συ μεγάλη γενέτειρα, αφού κάθε ελπίδα γαλήνης
είναι μακριά μας, για στάσου κοντά μας και φέρε μας δίπλα
στους πεθαμένους, και τα βάσανά μας λυπήσου, Μητέρα.]


Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης, μεταφράσματα από νεολατινικά του ποιήματα, εκ της συλλογής Ιωάννης Γεωμέτρης - Χριστόφορος Μυτιληναίος – Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης. Τρεις μεγάλοι Βυζαντινοί ποιητές (επιλ.-μτφρ. Γ. Βαρθαλίτης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2017, σ. 121).

*

Τοιαύτα των σων και τα μικρά πλασμάτων,
αριστοτέχνα Σαβαώθ παντοκράτορ.
Τοις ουν μεγίστοις ουδέ προσβαλείν σθένων
εκ των μικρών υμνείν σε τολμώ τον μέγαν
.*

-----

* Στο motto μεταφρασμένοι οι καταληκτήριοι στίχοι του ιδίου εκ του ποιήματος Iovi Optimo Maximo [= Ύμνος στον κράτιστο μέγιστο Δία] (ό.π., 111).

** Στην κατακλείδα το τελευταίο μόλις τετράστιχο εκ του πονήματος του Χριστόφορου Μυτιληναίου Εις τον (αράχνην) (ό.π., σ. 88). Αποδίδει ο μεταφραστής: «Τέτοια, αριστοτέχνη Σαβαώθ παντοκράτορα, είναι και τα μικρότερα των πλασμάτων σου. Τα μέγιστά σου δεν μπορώ να τα αγγίξω. Γι’ αυτό, τολμώ, να σε υμνήσω, μέγα, απ' τα μικρά».

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

ουκ έστιν ευρείν της αλυπίας τέχνην


προσλαλεί σοι τω μέλει
φιλωδός αντίμολπον αλκυών μέλος *

Εις τον βίον Β΄

Ψυχή, τί φεύγεις τους καθημέραν πόνους;
Ουκ έστιν ευρείν της αλυπίας τέχνην.
Την γήν ακάνθας, τον βίον δε φροντίδας
φέρειν ο Πλάστης εξεθέσπισε. Φέρε.


(= Γιατί αποφεύγεις τα καθημερνά, ψυχή μου,
βάσανα; Δεν θα βρείς της αλυπίας την τέχνη.
Θέσπισε ο Πλάστης νά 'χει αγκάθια η γή από κάτω
και μύριες έγνοιες η ζωή μας. Βάσταξέ τες.)

*

Εις την απόστασιν

Νυν, ουρανέ, στάλαξον όμβρους αιμάτων·
αήρ, επενδύθητι πένθιμον σκότος·
η γή, καταξάνθητι και ράγηθί μοι,
κόψον τα δένδρα, ρίψον οία βοστρύχους,
όλην στολήν μέλαιναν, αντί της χλόης,
το σον πρόσωπον αμφιέσασα, στένε.
Το συγγενές μεν αίμα πάσαν την Έω
πρώτον νέμει τε και μερίζεται ξίφος
τα συμφυή
, φευ, και γένη τε και μέλη.
Πατήρ μεν οργά προς σφαγήν των φιλτάτων·
και δεξιάν παις πατρικώ χραίνει φόνω·
αίρει δε και μάχαιραν, ώ πικρού πάθους!
ανήρ αδελφός εις αδελφού καρδίαν·
η γή δε πολλοίς συσπαραχθείσα τρόμοις,
κάτω δονείται, και κεραυνών αι φλόγες
άνωθεν αυτήν εκτεφρούσι την κόνιν.

[…]

(= Στην αποστασία

Αίμα να ρίξεις σα βροχή, ουρανέ μου, τώρα·
τώρα ντύσου με πένθιμο σκοτάδι, αέρα·
η γή, απ' τον πόνο με τα νύχια σου ξεσκίσου,
ξερίζωσε τα δέντρα, ρίξ' τα σαν πλεξούδες
και βόγγηξε, σκεπάζοντας με μαύρο ρούχο
το πρόσωπό σου τώρα αντί για το χορτάρι.
Δικό μας αίμα την Μικράν Ασίαν όλη
τη διαφεντεύει και το ξίφος διαχωρίζει,
ωιμέ!, γονείς και συγγενείς, παιδιά κι αδέρφια.
Τρέχει ο πατέρας να σκοτώσει το παιδί του·
και το παιδί μετά φονεύει τον πατέρα·
μαχαίρι βγάζει ο αδερφός, ώ πικρή τρέλα,
για να το μπήξει μες στο στέρνο τ' αδελφού του.
Κάτω από μας η γή σπαράζεται και σειέται
από τον τρόμο κι από πάνω μας οι φλόγες
των κεραυνών
κάνουνε στάχτη και τη σκόνη. [...])

Ιωάννης ο Γεωμέτρης, ποιήματα, εκ της συλλογής Ιωάννης Γεωμέτρης - Χριστόφορος Μυτιληναίος – Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης. Τρεις μεγάλοι Βυζαντινοί ποιητές (επιλ.-μτφρ. Γ. Βαρθαλίτης, έκδ. Αρμός, Αθήνα 2017, σσ. 64-65, 24-25).


-----
* Στο motto στιχάκι του ιδίου εκ του ποιήματος Είς τινα μουσικόν (ό.π., 36-37), το οποίο αποδίδει ο μεταφραστής: «κι η φιλόμουση Αλκυόνα / με το δικό της σού αποκρίνεται τραγούδι».

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

περί Θεοδώρου, βυζαντινής τέχνης και προπατορικής φύσεως


αλλά την έμμονον και κακίστην διάθεσιν και χρονίαν
και εκ πατέρων εις παίδας μεταδιδομένην
και οίον ειπείν δια το εν ημίν ριζωθήναι
εις φύσιν μεταποιηθείσαν

εικότως ενταύθα φύσιν κέκληκεν ο απόστολος.*

Ο Αλλάτιος εις την διατριβήν του Περί Θεοδώρων μνημονεύει συνολικώς 145 αρχαίους και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, οι οποίοι έφερον το όνομα τούτο. Κατά δε τον ΣΤ΄αιώνα το όνομα Θεόδωρος τυγχάνει λίαν σύνηθες.

*

Ο Παν. Χρήστου παρατήρει ότι η νεοχαλκηδονική θεολογία έδωσε την σφραγίδα της και εις την βυζαντινήν τέχνην. Η ανθρωπότης του Χριστού παρουσιάζεται ως υπεργηίνη και φωτιζομένη υπό του θείου Λόγου. Αναπαράστασιν των αντιλήψεων της νεοχαλκηδονικής θεολογίας, παρατηρεί ο θεατής εις το μωσαϊκόν της σταυρώσεως του Χριστού εν τω ναώ της Αγίας Σοφίας (Πατέρες και Θεολόγοι του Χριστιανισμού, Θεσ/νίκη 1971, σ. 307).

Αθαν. Νίκας, Θεόδωρος της Ραϊθού (διδ. διατριβ. έκδ. Μονής Σινά, Αθήναι 1981, σσ. 14, 8 σημ. 30).


-----
* Στο motto στοιχειώδης φρασούλα Θεοδώρου της Ραϊθού, Προπαρασκευή [203: 9-12] (ό.π., σσ. 208-209), την οποία μεταφράζει ο Αθ. Νίκας ως εξής: «αλλά εδώ εύλογα ο Απόστολος αποκάλεσε φύση την έμμονη και κάκιστη διάθεση που χρονίζει και μεταδίδεται από πατέρες σε παιδιά και, σαν να πούμε, μεταβλήθηκε σε φύση επειδή ριζώθηκε γερά μέσα μας».

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

προπαρασκευή τινα


ο γαρ θεός υπερούσιος
υπέρ επέκεινα πάσης ουσίας
και εί τι τούτου πορρωτέρω υπάρχει.*

Με τέτοια λοιπόν ακατανίκητα συμπεράσματα αποδιώχνει ο λόγος της Εκκλησίας τους πλανώμενους της κάθε παράταξης και δεν αφήνει περιθώρια σ' αυτούς που θέλουν να συκοφαντήσουν την αλήθεια. Διότι αν κάποιος που επιθυμεί τη διαίρεση επιχειρήσει με την ομολογία των δύο φύσεων να βγάλει συμπεράσματα ότι πρόκειται για δύο υποστάσεις δηλ. πρόσωπα, βεβαίως διαψεύδεται και μάλιστα όχι λίγο με τους ορισμούς που προαναφέρθηκαν. Διαψεύδεται όμως πολύ περισσότερον με τον άλλο από τους όρους και μάλιστα πολύ εύκολα, εννοώ δηλ. τον όρο μία φύση του Θεού λόγου σεσαρκωμένη.

Ο όρος αυτός παρουσιάζει με σαφήνεια ότι η ανθρωπότητα του Χριστού δεν έγινε ποτέ γνωστή ως υπόσταση παρά μόνον όταν η θεϊκή φύση εισέδυσε στην παρθενική μήτρα. Από την παρθενική λοιπόν μήτρα με ανέκφραστο τρόπο έπλαθε και έδινε σ' αυτή μορφή διά του εαυτού της με αποτέλεσμα ούτε οι ίδιες οι πρώτες αρχές της ζωοπλαστίας να μην έχουν την ανθρώπινη φύση χωρίς την ουσιώδη και φυσική εμφιλοχώρηση της θείας φύσεως η οποία προσέλαβε την ανθρώπινη.

Και γιατί αναφέρω τις αρχές της ζωοπλαστίας τη στιγμή που η ίδια η παρθένος Μαρία δεν θα μπορούσε να πάρει δύναμη για να γεννήσει με τρόπο υπερφυσικό, εάν ο λόγος (ο θείος) δεν την παρορμούσε σ' αυτό με την εγκατοίκησή του στη μήτρα; Επομένως πώς είναι δυνατόν, αυτή η ανθρωπότητα του Χριστού που ποτέ δεν υπήρξε ως ιδιάζουσα υπόσταση αλλά πέτυχε την ύπαρξη και την υπόσταση με το θεό λόγο που την προσέλαβε, πώς μπορεί αυτή η ανθρωπότητα να ονομαστεί ποτέ υπόσταση, ή να μπορεί να αναγνωριστεί ξεχωριστά ως πρόσωπο ιδιοσύστατο καθ' εαυτό;

Είναι πράγματι ηλίθιο και μάταιο να ομολογεί κανείς αυτά και να αναζητεί δύο υποστάσεις ή πρόσωπα σ' ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Εκτός εάν κανείς τιμάει αυτά και τα ασπάζεται κάπως με τα χείλη, ενώ η καρδιά του απέχει πολύ από αυτά. [ηλίθιον όντως και μάταιον το ταύτα συνομολογείν και δύο υποστάσεις ή πρόσωπα ζητείν επί του τοιούτου αποτελέσματος, ει μή τι άρα τις τοις χείλεσι μεν τιμά και ασπάζεται ταύτα, η δε καρδία αυτού πόρρω απέχει απ' αυτών.]

Εάν λοιπόν κάποιος θέλει να ομολογεί γνήσια και εκκλησιαστικά τις δύο φύσεις στο Χριστό και τον όρο μία φύση του Θεού λόγου σεσαρκωμένη ας τα δεχτεί με απλωμένα χέρια και ολόκληρη την καρδιά του, όπως τα φανερώνουν όσα είπαμε. Αν πάλι νομίζει ότι εμείς συγχέουμε τη θεία οικονομία, επειδή τάχα το σεσαρκωμένη μπορεί να εννοηθεί και διαφορετικά, λαμβάνοντας υπόψη κοντά στο λόγο της ευσέβειας την ερμηνεία ενσαρκωμένη με σάρκα ζωντανή συναποτελούμενη από ψυχή νοερή και λογική να σταματήσει στο εξής να προφασίζεται αμαρτωλές προφάσεις.

Θεοδώρου της Ραϊθού, Προπαρασκευή [192-193, 4] εν Αθαν. Νίκας, Θεόδωρος της Ραϊθού (έκδ. Μονής Σινά, Αθήναι 1981, μτφρ. σσ. 186-189). - Στο motto στοιχειώδης φρασούλα του ιδίου πατρός (ό.π., [202, 9-10], εν σσ. 206-207).

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

έφαγαν από του καρπού


[...] όπως οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο αντιλήφθησαν ότι είναι γυμνοί, αφού έφαγαν τον καρπό της παρακοής και αφού έπαψαν να είναι προσηλωμένοι στον Θεόν και στην τήρηση της εντολής Του, ασχολήθηκαν με το φίδι και έτσι εξέπεσαν της τρυφής του Παραδείσου και του ύψους του ουρανού.

Έτσι και εδώ ο δόλιος και καταστροφέας της ζωής μας, σχεδιάζει. Αφού μεγαλοποιεί και ανοίγει τα νοητικά και σωματικά μας μάτια σε θεωρία πλανεμένη, σαν να απογυμνώνει τον πλησίον από το ρούχο του, παρουσιάζει το κακό ως καλό και αρεστό θέαμα στα μάτια. Όπως ακριβώς λοιπόν οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο, βλέπουμε οι δυστυχείς ενώ ιστάμεθα στην Εκκλησία, ο ένας τον άλλον γυμνούς. Επειδή τρώμε κρυφά από τον καρπό της παρακοής, δηλαδή επειδή πάψαμε να είμαστε προσηλωμένοι στον Θεό και μόνο από Εκείνον να ζητούμε την εκπλήρωση των αιτημάτων μας, εμείς νομίζοντας ότι μάλλον από τον διπλανό μας θα πάρουμε ό,τι ζητούμε, πάντα σ' αυτόν έχουμε στραμμένη την προσοχή μας. Αλλά ας αποστρέψουμε τα μάτια μας επιτέλους, να μη βλέπουμε μάταια πράγματα.

Ας μην βλέπουμε γύρω, δεξιά κι αριστερά [Γεν. ιθ΄, 17], μήπως απολιθωθούμε σε στήλη άλατος. Ας σωθούμε, φεύγοντας στο όρος. «Όρος ό ευδόκησεν ο Θεός κατοικείν εν αυτώ» [Ψαλμ. ξζ΄, 17], δηλαδή τα λόγια της πίστεως τα οποία κηρύττουμε. Διότι, τί έχεις να δείς αγαπητέ μου, παρατηρώντας τον πλησίον; Κυρίως ακαθαρσία, δυσωδία και ατιμωτικά πάθη. Κανείς δεν είναι καθαρός στον ρύπο, αδελφοί, έστω κι αν έζησε μία μόνο μέρα.

Έπειτα, τί θα συμβεί εξαιτίας αυτού; Κατά κύριο λόγο ψυχραίνεται η αγάπη μας για τον συνάνθρωπο. Διότι φαίνεται άτιμος στα μάτια μας και μισητός και επειδή θεωρείται εμπαθής, ακολούθως και εξουθενώνεται. Δικαιολογημένα λοιπόν θα πεί σε μάς ο Θείος Απόστολος: «Συ τί κρίνεις τον πλησίον ή συ τί εξουθενείς τον αδελφόν σου;» [Ιακ. Δ΄, 12].

Έτσι, συμβαίνουν και σε μάς τα όσα συνέβησαν στον Παράδεισο. Εκεί μεν αισθητώς, εφόσον έφαγαν από του καρπού του «γινώσκειν καλόν και πονηρόν», εδώ δε νοητώς, με το να διακρίνουμε ποιός είναι αγαθός και ποιός πονηρός. Δηλαδή, βλέποντας τα κρυπτά [τις προσωπικές υποθέσεις] των άλλων, οπωσδήποτε λέμε στον εαυτό μας: «Αυτός είναι καλός, ο άλλος πονηρός, ο άλλος εμπαθής».

Μ' αυτό τον τρόπο λοιπόν εκπληρώνεται σ’ εμάς η βρώση κατά παρακοή, για να γνωρίσουμε το καλό ή το πονηρό.

*

Και ξαφνικά βλέπει ράβδο φωτιάς στον αέρα να εκτείνεται από την αγία πόλη μέχρι τα Βόστρα.

[Σημ. «… ήσαν δε τα Βόστρα το τέρμα της εις Αραβίαν αγούσης Ρωμαϊκής οδού, έδρα του Ρωμαίου διοικητού και σταθμός λεγεώνος, πόλις ευδαίμων και πλουσία, οχυράν, έχουσα … ακρόπολιν, θέατρα, στοάς, λουτρά… απέβησαν το σπουδαιότερο κέντρο του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού εν ταις πέραν του Ιορδάνου χώραις.». (Χρ. Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλ. Ιεροσολύμων, σ. 63).].

Εκ του Βίου του οσίου Γεωργίου του Χοζεβίτου, εν Του Χοζεβά άγιοι κτήτορες. Των ασκητών ποδηγέται (έκδ. Ι.Μονής Χοζεβά, 2007, σσ. 87-89, 58 ).

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2020

δεκάπολις


Ώ! Την Ευρώπη νοσταλγώ με τα παμπάλαια τείχη! *

Ο Πομπήιος (64 π.Χ.) επανίδρυσε τις ελληνικές πόλεις, που είχαν καταστρέψει οι Εβραίοι και θεμελίωσε την οικονομική ένωση 10 πόλεων, γνωστή με το όνομα Δεκάπολις. Την αποτέλεσαν οι πόλεις Σκυθόπολις, Πέλλα, Ίππος, Δαμασκός, Δίον, Κάναθα, Γέρασα και η Φιλαδέλφεια. Αργότερα προστέθηκαν στη Δεκάπολη οι πόλεις Άρβηλα, Καπιτωλιάς, Ντεράα και Μπόσρα.

*

Περί της αρχές του Β΄ αι. μ.Χ. η χώρα, μαζί με την Δεκάπολη, συναποτέλεσε τη ρωμαϊκή επαρχία της Πετραίας Αραβίας με πρωτεύουσα την Πέτρα και αργότερα τη Μπόσρα (στη σημερινή Συρία). Τότε άρχισε και η κατασκευή του πλακόστρωτου δρόμου του Τραϊανού από τη Μπόσρα ώς την Άκαμπα. Ο δρόμος τελείωσε στους χρόνους του Αδριανού.

*

[Στο νότιο θέατρο της Αντιόχειας της επί Χρυσορρόη (Γέρασα):] Την καλή ακουστική του την κάνει τελειότερη σειρά αντιμετώπων οπών, μικρού βάθους και διαμέτρου 25 περίπου εκατοστών, στα θωράκια της ορχήστρας.

Αν μιλήσεις χαμηλόφωνα μπροστά σε μια από τις οπές, σε ακούει καθαρά ο ευρισκόμενος αντιμέτωπα στην εκ διαμέτρου απέναντι οπή. Πρόκειται για ασυνήθιστη και μοναδική επινόηση στο χώρο του αρχαίου θεάτρου.

Επαμ. Βρανόπουλος, Οδοιπορικό στην Ιορδανία (έκδ. Κεντρ. Ερεύνης & Μελέτης Ελληνισμού, Αθήνα 1991, σσ. 26, 28, 52).


-----
* Στο motto στίχος του Ρεμπώ, από το «Μεθυσμένο καράβι» σε απόδοση Καίσαρα Εμμανουήλ, εν Μεταφράσεις (έκδ. Πρόσπερος, Αθήνα 1981, σ. 75).

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

περιβόητος σεισμός


[…] κοντά στην πλαγιά του λόφου [του Κουρίου, νέες ανασκαφές] αποκάλυψαν συγκρότημα κατοικιών που καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό. Ο ανασκαφέας έχει ταυτίσει την καταστροφή με τον περιβόητο σεισμό που έγινε την 23η Ιουλίου του 365 μ.Χ. γύρω στις 5.30 π.μ. και συγκλόνισε μεγάλο μέρος της ανατολικής Μεσογείου με παλιρροιακά κύματα.

Σε μικρή αυλή σώζεται μια ορθογώνια σκάφη για τη διατροφή ζώων που είχε σπάσει κατά το σεισμό. Προσδεμένο ακόμη στη σκάφη βρέθηκε ένα μουλάρι και στο ίδιο δωμάτιο σκοτώθηκε ένα κοριτσάκι 13 χρόνων, θύματα των αλλεπάλληλων σεισμικών δονήσεων. Βρέθηκε πεσμένο μπρούμυτα, κρατώντας το κεφάλι με τα χέρια και στραμμένο προς τα νοτιοδυτικά όπου ήταν το επίκεντρο του σεισμού. Πίσω από το δωμάτιο αυτό υπάρχει μεγάλο δωμάτιο που ήταν εν μέρει στεγασμένο και δείχνει πως ο κεντρικός στύλος ξέφυγε από το στήριγμά του κατά τον σεισμό.

Συνολικά βρέθηκαν τέσσερις άνθρωποι παγιδευμένοι στο χώρο αυτό που δεν ξανακτίστηκε κατά τον 5ο αιώνα και γι' αυτό αναμένεται να δώσει λεπτομερή εικόνα της αρχαίας Κυπριακής ζωής σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Οδηγός Κουρίου (έκδ. Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου, Λευκωσία 1987, σ., 29).

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2020

οι ερασταί της Πέλλης, ή πώς ο Αλέξανδρος διεσώθη υπό του Κρατερού


Εικονίζετο κυνήγιον λέοντος εντός ουδετέρου τοπίου επί εδάφους στικτού διά πολυχρώμων βοτσάλων, λευκών, ερυθρών, καστανών κλπ. Εις το μέσον της εικόνος άγριος λέων ορμά επί γυμνού νεανίου, αιφνιδίως ίσταται και μετά βρυχηθμού στρέφει την κεφαλήν προς έτερον θηρευτήν επερχόμενον. Η ουρά αυτού, ως όφις φαρμακερός μαστιγώνει τον αέρα.

Ο έμπροσθεν του λέοντος ευρισκόμενος γυμνός νεανίας αμύνεται διστακτικώς υψώνων το δόρυ και προτάσσων τον κολεόν αντί του γυμνού ξίφους. Φέρει πίλον μακεδονικόν εις την κεφαλήν και χλαμύδα πορπουμένη επί του ώμου, ήτις ως φύλλον μαραμένον πίπτει επί της προβαλλομένης χειρός. Ελκύει την συμπάθειαν ο έφηβος διά την παθητικήν αυτού στάσιν.

Το όμορφον αυτού πρόσωπον επί παλλεύκου λαιμού πλαισιούται υπό κόμης. Οφρύες καμπύλαι και μεγάλαι πλαισιούσιν οφθαλμούς υγρούς και ρεμβώδεις. Χείλη ερυθρά και σαρκώδη θελκτικόν υπόσχονται φίλημα! Μυώνες ελαφρώς σχηματιζόμενοι. Του ομφαλού και της μαλακής κοιλίας έντονος υποδήλωσις. Πέος σμικρόν, της βαλάνου συρρικνουμένης παρθενικώς και όρχεις ωσαύτως μικροί.

Ο έτερος θηρευτής παρουσιάζει όλως αντίθετα χαρακτηριστικά, πείθων διά την ενεργητικήν αυτού στάσιν κατά την στιγμήν του γεγονότος. Ανήρ ούτος επιπίπτει τω λέοντι, υψώνων το ξίφος διά της δεξιάς και επιθυμών να καταφέρη τω θηρίω πλήγμα χαριστικόν μετά τοιαύτης δυνάμεως και θελήσεως […]. Η χλαμύς αυτού αναδιπλούται και ανεμίζεται όπισθεν εκ της ορμητικής κινήσεως. Μύες έντονοι και θηλαί στήθους κατέρυθροι, υποδηλούσαι ρώμην. Πόδες δυνατοί και επί του εδάφους ως στύλοι ερειδόμενοι. Τοιαύτη, ως φαίνεται, ήτο η ορμή του ανδρός, ώστε ο θηριώδης λέων, έτοιμος να σπαράξη τον αμυνόμενον έφηβον, στρέφει την κεφαλήν προς αυτόν, εκβάλλων φοβερόν βρυχηθμόν.

Αφήνω τελευταίον εις την επιγραφήν το πέος του ανδρός μετά της ευγλώττου εξόδου της βαλάνου, ούτως ώστε εις συνδυασμόν μετά των λοιπών χαρακτηριστικών, τα οποία σοί περιέγραψα, να γίνη αντιληπτή η διαφορά ως και η ταυτότης των δύο ανδρών, και διά ποίου τρόπου ο είς συνέχεται του άλλου, διά της αμίλλης και της κοινής απειλής του επερχομένου θανάτου.

Η έμπροσθεν των οφθαλμών μου απεικόνισης του αρχαίου τούτου ηρωικού γεγονότος μοί έφερεν εις την μνήμην τα υπό του Φαίδρου λεγόμενα εις το Συμπόσιον του Πλάτωνος: «Και μην εγκαταλιπείν γε τα παιδικά ή μη βοηθήσαι κινδυνεύοντι -ουδείς ούτω κακός όντινα ουκ αν αυτός ο Έρως ένθεσιν ποιήσειεν προς αρετήν, ώστε όμοιον είναι τω αρίστω φύσει. Και ατεχνώς, ό έφη Όμηρος, μένος εμπνεύσαι ενίοις των ηρώων τον θεόν, τούτο ο Έρως τοις ερώσι παρέχει γιγνόμενον παρ' αυτού».

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 95-98).

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2020

εν τω μηνί Αθύρ


Ήσαν δε τα αρώματα εν τη Ερυθρά θαλάττη.
Πολύβιος, Ιστορία (13, 9, 5).*

[…] Ο μήνας Αθύρ οφείλει το όνομά του στη θεά Hathor, που ήταν θεά των ζωντανών και των νεκρών. Οι Έλληνες την ταύτιζαν με την Αφροδίτη. […]

*

Δεν θα ήταν δύσκολο να αποδοθούν οι αποσπασματικές αυτές εκφράσεις, σύμφωνα με γνωστό μοτίβο επιτυμβίων ελληνιστικών επιγραμμάτων, στους οδυρμούς δυστυχισμένων γονέων, που θρηνούν τον άωρο θάνατο του παιδιού τους και να υποθέσουμε ότι μεταξύ τού «τοις φίλοις» και τού «πένθους» παρεμβαλλόταν το «γονεύσι» και όχι ουσιαστικό, αν η μεταγραφή σημείωνε κάποιο χάσμα ανάμεσα στις δύο λέξεις και αν βέβαια ο Καβάφης δεν άφηνε να εννοηθεί ότι ο Λεύκιος ερωτικά «μεγάλως θ' αγαπήθη».

*

Αντέρως ονομάζεται ο θεός που εκδικείται τον αδελφό του Έρωτα, όταν οι θνητοί αρνούνται την αγάπη ή την προδίδουν. Ταυτόχρονα όμως αντιτάσσεται σ' αυτόν γιατί αντικαθιστά μέσα στις ψυχές το πάθος με την αντιπάθεια και την ψυχρότητα και εμποδίζοντας έτσι την επιστροφή του αρχέγονου χάους είναι, μέσα στην ταραχή του έρωτα, συντελεστής ισορροπίας.

[σημ. 60: Επέζησε η λατρεία αυτών των δύο προχριστιανικών θεοτήτων στην Κάτω Πάφο Κύπρου, όπου και σήμερα συλλατρεύονται σε μικρό παρεκκλήσι σκαμμένο στο βράχο, ως επήκοοι άγιοι, ο άγιος Αγαπητικός και ο άγιος Μισητικός. Οι τάφοι των επιδεικνύονται στο χωριό Αρόδες της Επαρχίας Πάφου.]

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 59, 67, 77 σημ. 60). - Το motto εκ του ιδίου (ό.π., σ. 78).

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

στο Άργος το 1806


[…] μνημονεύουμε τη συνάντηση του Σατωβριάνδου με τον αρχαιολόγο γιατρό Αβραμιώτη στο Άργος το 1806 και τη μεταξύ τους διαφωνία. «Πηγαίνοντας λοιπόν την επομένη, στο φρούριο, γράφει ο Αβραμιώτης, μού είπε ότι δεν είχε ποτέ του απολαύσει μια θέα πιο εκτεταμένη από αυτήν που τού προσφέρθηκε από τέτοιο ύψος.

Εγώ απάντησα ότι στο ύψος αρκούνται μόνο οι οπλαρχηγοί για να επιθεωρούν τα στρατεύματά τους ή οι ζωγράφοι για να σχεδιάζουν τα τοπία τους, ότι ο λόγιος στα ταξίδια του ερευνά κάθε πέτρα και κάθε επιγραφή και ότι βρίσκει χαρά να παραβάλη τους συγγραφείς με τις προσωπικές του παρατηρήσεις.

Μού απάντησε ότι η φύση δεν τόν είχε πλάσει καθόλου γι' αυτές τις δουλικές μελέτες και ότι τού αρκούσε ένα ύψωμα για να ξυπνήσουν αμέσως στη μνήμη του οι χαριτωμένες εικόνες του μύθου και της ιστορίας».

«Αυτός ο μνησίκακος μικρολόγος γιατρός, γράφει ο Σατωβριάνδος, δεν μ' άφηνε ήσυχο ούτε στιγμή. Ακολούθησε τα ονειροπολήματά μου ένα προς ένα: όταν εγώ περιπλανιόμουν ανάμεσα στα ερείπια με τη σκιά του Αγαμέμνονα, αυτός ήθελε να με κάνει να μετράω πέτρες».

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 116-117).

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

το φάσμα του Σαμουήλ ενώπιον του Σαούλ


Και ο Σαούλ εξαπατηθείς από τη μάντιδα, όταν είδε πνεύμα πονηρό, επειδή νόμιζε ότι βλέπει τον Σαμουήλ να ανεβαίνει από τη γή, αφού πλησίασε, προσκύνησε. Και οι ψευδοπροφήτες με τη συνέργεια πνεύματος θεωρητικού της πλάνης έβλεπαν όσα έβλεπαν.

Εκ του Βίου του οσίου Γεωργίου του Χοζεβίτου, εν Του Χοζεβά άγιοι κτήτορες. Των ασκητών ποδηγέται (έκδ. Ι.Μονής Χοζεβά, 2007, σσ. 86-87).


*

3 Καὶ Σαμουὴλ ἀπέθανε, καὶ ἐκόψαντο αὐτὸν πᾶς ᾿Ισραὴλ καὶ θάπτουσιν αὐτὸν ἐν ᾿Αρμαθαὶμ ἐν πόλει αὐτοῦ. καὶ Σαοὺλ περιεῖλε τοὺς ἐγγαστριμύθους καὶ τοὺς γνώστας ἀπὸ τῆς γῆς. 4 καὶ συναθροίζονται οἱ ἀλλόφυλοι καὶ ἔρχονται καὶ παρεμβάλλουσιν εἰς Σωμάν, καὶ συναθροίζει Σαοὺλ πάντα ἄνδρα ᾿Ισραήλ, καὶ παρεμβάλλουσιν εἰς Γελβουέ. 5 καὶ εἶδε Σαοὺλ τὴν παρεμβολὴν τῶν ἀλλοφύλων καὶ ἐφοβήθη, καὶ ἐξέστη ἡ καρδία αὐτοῦ σφόδρα. 6 καὶ ἐπηρώτησε Σαοὺλ διὰ Κυρίου, καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ Κύριος ἐν τοῖς ἐνυπνίοις καὶ ἐν τοῖς δήλοις καὶ ἐν τοῖς προφήταις. 7 καὶ εἶπε Σαοὺλ τοῖς παισὶν αὐτοῦ· ζητήσατέ μοι γυναῖκα ἐγγαστρίμυθον, καὶ πορεύσομαι πρὸς αὐτὴν καὶ ζητήσω ἐν αὐτῇ· καὶ εἶπαν οἱ παῖδες αὐτοῦ πρὸς αὐτόν· ἰδοὺ γυνὴ ἐγγαστρίμυθος ἐν ᾿Αενδώρ. 8 καὶ συνεκαλύψατο Σαοὺλ καὶ περιεβάλετο ἱμάτια ἕτερα καὶ πορεύεται αὐτὸς καὶ δύο ἄνδρες μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ἔρχονται πρὸς τὴν γυναῖκα νυκτὸς καὶ εἶπεν αὐτῇ· μάντευσαι δή μοι ἐν τῷ ἐγγαστριμύθῳ καὶ ἀνάγαγέ μοι ὃν ἐὰν εἴπω σοι. 9 καὶ εἶπεν αὐτῷ ἡ γυνή· ἰδοὺ δὴ σὺ οἶδας ὅσα ἐποίησε Σαούλ, ὡς ἐξωλόθρευσε τοὺς ἐγγαστριμύθους καὶ τοὺς γνώστας ἀπὸ τῆς γῆς· καὶ ἱνατί σὺ παγιδεύεις τὴν ψυχήν μου θανατῶσαι αὐτήν; 10 καὶ ὤμοσεν αὐτῇ Σαοὺλ λέγων· ζῇ Κύριος, εἰ ἀπαντήσεταί σοι ἀδικία ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ. 11 καὶ εἶπεν ἡ γυνή· τίνα ἀναγάγω σοι; καὶ εἶπε· τὸν Σαμουὴλ ἀνάγαγέ μοι. 12 καὶ εἶδεν ἡ γυνὴ τὸν Σαμουὴλ καὶ ἀνεβόησε φωνῇ μεγάλῃ· καὶ εἶπεν ἡ γυνὴ πρὸς Σαούλ· ἱνατί παρελογίσω με; καὶ σὺ εἶ Σαούλ. 13 καὶ εἶπεν αὐτῇ ὁ βασιλεύς· μὴ φοβοῦ, εἰπὸν τίνα ἑώρακας. καὶ εἶπεν αὐτῷ ἡ γυνή· θεοὺς ἑώρακα ἀναβαίνοντας ἐκ τῆς γῆς. 14 καὶ εἶπεν αὐτῇ· τί ἔγνως; καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἄνδρα ὄρθιον ἀναβαίνοντα ἐκ τῆς γῆς, καὶ οὗτος διπλοΐδα ἀναβεβλημένος. καὶ ἔγνω Σαούλ, ὅτι οὗτος Σαμουήλ, καὶ ἔκυψεν ἐπὶ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ τὴν γῆν καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ. 15 καὶ εἶπε Σαμουήλ· ἱνατί παρηνώχλησάς μοι ἀναβῆναί με; καὶ εἶπε Σαούλ· θλίβομαι σφόδρα, καὶ οἱ ἀλλόφυλοι πολεμοῦσιν ἐν ἐμοί, καὶ ὁ Θεὸς ἀφέστηκεν ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ οὐκ ἐπακήκοέ μοι ἔτι καὶ ἐν χειρὶ τῶν προφητῶν καὶ ἐν τοῖς ἐνυπνίοις· καὶ νῦν κέκληκά σε γνωρίσαι μοι τί ποιήσω. 16 καὶ εἶπε Σαμουήλ· ἱνατί ἐπερωτᾷς με; καὶ Κύριος ἀφέστηκεν ἀπὸ σοῦ καὶ γέγονε μετὰ τοῦ πλησίον σου· 17 καὶ πεποίηκε Κύριός σοι καθὼς ἐλάλησε Κύριος ἐν χειρί μου, καὶ διαρρήξει Κύριος τὴν βασιλείαν σου ἐκ χειρός σου καὶ δώσει αὐτὴν τῷ πλησίον σου τῷ Δαυίδ. 18 διότι οὐκ ἤκουσας φωνῆς Κυρίου καὶ οὐκ ἐποίησας θυμὸν ὀργῆς αὐτοῦ ἐν ᾿Αμαλήκ, διὰ τοῦτο τὸ ρῆμα ἐποίησε Κύριός σοι ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ.

Α΄ Βασιλειών, κη΄


Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

πηγάζει από κάποια έμπνευση


Στην επιστημονική εργασία δεν μετρά τελικά η μέθοδος, που στο κάτω κάτω θεωρείται αυτονόητη, αλλά η ποιότητα της λύσης, που πηγάζει από κάποια έμπνευση, την οποία γεννά η καλή γνώση των πραγμάτων.

Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι πολλές επιστημονικές εργασίες με τέλεια μέθοδο δεν πείθουν, ενώ άλλες ατελείς πείθουν και η πειθώ αυτή ξεπερνά τις ατέλειες. Και το συμπέρασμα είναι πάντα μια αλήθεια συμβατική, μια αλήθεια που εμείς θεωρούμε τέτοια.

Παράλληλη άραγε δεν είναι και η διεργασία του λογοτέχνη; Συνθέτει μια ζωή, που ενώ δεν είναι η ίδια η ζωή, μάς πείθει σαν τέτοια;

Γιατί λοιπόν το έργο να μην είναι ένα τελικά, που θα περιέχει αυτοδύναμα και συνθετικά και τα δυό στοιχεία; Συναισθηματική σύλληψη και σύνθεση, επιστημονικό υλικό και μέθοδος. Αποτέλεσμα: έργο με αντικειμενική αλήθεια αλλά και αισθητική χαρά.

*

Το έργο είναι στενά δεμένο με την έννοια της προσφοράς και της χειρονομίας. Ο κτήτωρ μιας βυζαντινής εκκλησίας εικονίζεται πάντα σε χειρονομία προσφοράς κρατώντας το ομοίωμα του κτίσματός του.

Η θεώρηση αυτή, όπου ο άνθρωπος και το πράγμα αντιπροσωπεύονται σε ένα αποτέλεσμα, το πεπραγμένο, είναι το χαρακτηριστικό κίνητρο του αρχαιολόγου, που στοργικά σκύβει να μαζέψει στις τσέπες του εκείνο το μικρό, ασήμαντο πετραδάκι, μέσα σ' όλα τ' άλλα, γιατί πάνω του διέκρινε και την ελάχιστη ανθρώπινη παρουσία.

Από τη σκοπιά αυτή, αρχαιολογία δεν είναι μόνο μια επιστήμη αλλά διάθεση του ανθρώπου. Έτσι εξηγείται γιατί στις ανασκαφές των Φιλίππων βρέθηκε πεσμένος πάνω στο πλακόστρωτο του αιθρίου της οκτάγωνης παλαιοχριστιανικής εκκλησίας ένας νεολιθικός πέλεκυς, που κάποιος άγνωστός μας κάτοικος της πόλης θα τον μάζεψε τότε, σ' ένα περίπατό του, από τη γειτονική προϊστορική τούμπα του Ντικιλί-τας.

Χαράλαμπος Μπακιρτζής,
Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 154-155, 120).

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

έμαθε την ευχή της προσκομιδής


Έλεγε μάλιστα σε μάς ο Αββάς Γρηγόριος ο από Σχολαρίων. ότι ήταν ένας αδελφός στο Κοινόβιο του Χοζεβά, ο οποίος έμαθε την Προσκομιδή της Αγίας Αναφοράς. Μια λοιπόν ημέρα εστάλη να φέρει πρόσφορα και ερχόμενος στο Μοναστήρι, είπε την Ακολουθία της Προσκομιδής κατά την τάξιν.

Τα πρόσφορα αυτά έβαλαν οι Διάκοι μέσα στον δίσκο μπροστά στο Άγιον Θυσιαστήριον και όταν έκαμε την Προσκομιδή ο Αββάς Ιωάννης ο επονομαζόμενος Χοζεβίτης –ο οποίος τότε ήταν Πρεσβύτερος και αργότερα έγινε Επίσκοπος Καισαρείας της Παλαιστίνης– δεν είδε, κατά την συνήθεια, την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.

Και επειδή λυπήθηκε μήπως ο ίδιος διέπραξε κάποια αμαρτία και γι' αυτό απομακρύνθηκε το Άγιον Πνεύμα, μπήκε στο διακονικόν και έπεσε με το πρόσωπο στη γή κλαίγοντας. Εμφανίστηκε τότε σ' αυτόν Άγγελος Κυρίου λέγοντας ότι, αφ' ότου ο αδελφός ο οποίος έφερε τα πρόσφορα έλεγε την Ακολουθία της Αγίας Αναφοράς στον δρόμο, αγιάστηκαν αυτά και είναι τέλεια.

Από τότε έβαλε κανόνα ο Γέροντας να μη μάθει κανείς την Αγία Αναφορά χωρίς να είναι χειροτονημένος, ούτε να την λέει οποτεδήποτε δίχως [να βρίσκεται] σε τόπο αγιασμένο.

[εκ του Παλαιού Λειμωναρίου Ιωάννου του Μόσχου ή Ευκρατά, «περί οσίων ανδρών, κεφ. 15ο και 16ο», με την επισημείωση πως το νέο αυτό παιδί, αγένειο, ήταν ο όσιος Ζήνωνας, ο τελευταίος από τους πέντε πρώτους οικιστές του Χοζεβά πριν ακόμη έρθει ο Ιωάννης (στο ίδιο, σσ. 126-128).

Εκ του Βίου του οσίου Ιωάννου επισκ. Καισαρείας του Χοζεβίτου, εν Του Χοζεβά άγιοι κτήτορες. Των ασκητών ποδηγέται (έκδ. Ι.Μονής Χοζεβά, 2007, σσ. 117-118).

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2020

δηλοί την νέκρωσιν


«Το μαύρο φόρεμα των Μοναχών, γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, εν τω Πηδαλίω, σ. 261, δηλοί ότι μοναχικώς αυτοί πολιτεύονται, συμμαζωμένοι εις τον εαυτόν τους, καθώς και το μαύρον χρώμα συμμαζώνει την όψιν εις εαυτό. Δηλοί ακόμη και το πένθος και λύπην οπού πρέπει να έχη ο Μοναχός.

Ο μεν χιτών, ός νυν εσώρασον καλείται και ζωστικόν, δηλοί τον χιτώνα της αγαλλιάσεως και την θείαν δικαιοσύνην ήν ενδύεται ο μοναχός, αντί των δερματίνων χιτώνων και αντί της γυμνώσεως του Αδάμ.

Το παλλίον [το οποίον ήτο φόρεμα και περιβόλαιον] δηλοί την στολήν της αφθαρσίας και σεμνότητος, και την θείαν σκέπην και περιβολήν. Η ζώνη, δερματίνη ούσα και σφίγγουσα την μέσην, δηλοί την νέκρωσιν των σαρκικών επιθυμιών και την σωφροσύνην, και το να ήναι έτοιμος εις τας διακονίας ο μοναχός.

Τα σανδάλια και παπούτσια δηλούν πώς πρέπει να τρέχη ετοίμως την στράταν του Ευαγγελίου της ειρήνης, χωρίς να σκοντάβη, αλλά να πατή επάνω των νοητών όφεων. Και ότι, καθώς τα παπούτσια είναι υποκείμενα εις το λοιπόν σώμα, έτσι και το σώμα πρέπει να ήναι υποκείμενον εις την ψυχήν.

Το κουκούλιον δηλοί την περικεφαλαίαν του σωτηρίου, την της θείας χάριτος επισκίασιν, την αποβάλλουσαν τα του κόσμου νοήματα, την ακακίαν και ταπείνωσιν, ότι τα άκακα νήπια τοιαύτα φορούσι κουκούλια.

Ο ανάλαβος δηλοί ότι αναλαμβάνει τον Σταυρόν του Κυρίου, ο μοναχός, και ακολουθεί Αυτώ. Έχων δε έμπροσθεν και όπισθεν σταυρούς, δηλοί ότι και ο κόσμος πρέπει να σταυρώνεται εις τον μοναχόν, με την απ' αυτού αναχώρησιν, και ο μοναχός εις τον κόσμον με την προς αυτόν προσπάθειαν, κατά το «εμοί κόσμος εσταύρωται, καγώ τω κόσμω» (Γαλάτας, στ΄, 18).

Ο μανδύας δηλοί ότι ο μοναχός ευρίσκεται τυλιγμένος εις τον μανδύαν του ωσάν μέσα εις τάφον, και ότι ο μοναχός δεν πρέπει να ασηκώνη χέρι είς τινα, (διά τούτο ο μανδύας είναι αχειρίδωτος, ήγουν άνευ μανικίων), μήτε να πράττη τι τού παλαιού ανθρώπου, το δε άπλωμα του μανδύου δηλοί το πτερωτικόν των Αγγέλων, ότι αγγελικόν καλείται το σχήμα των μοναχών. Αι δε τέσσαρες γωνίαι του μανδύου δηλούσι τας τέσσαρας γενικάς αρετάς, φρόνησιν, σωφροσύνην, δικαιοσύνην και ανδρείαν».

Βίος και Πολιτεία και μερική θαυμάτων διήγησις του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε (νεοελ. απόδ. Γ. Κατσούλα, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1997, σσ. 286-287, 303, σχόλια 13 & 43).

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2020

όπου ήταν εντειχισμένες


Σε μισόν αιώνα, ώς τις αρχές του 20ου αι., η πόλη [της Σαλονίκης] είχε μεταμορφωθεί, αφ' ενός με τις παρεμβάσεις των ευρωπαϊκών δυνάμεων και αφ' ετέρου με την πολιτική εξευρωπαϊσμού, που ακολουθούσε τότε η Πύλη, σε προκεχωρημένο ευρωπαϊκό φυλακείο. Ένδεικτικά των δύο αυτών τάσεων γεγονότα αμέσως μετά τα μέσα του 19ου αι., είναι πρώτα η αγορά των Ειδώλων (Incantadas) από τον E. Miller, αναγλύφων της νότιας στοάς του ρωμαϊκού Φόρου, που έμεναν μέχρι τότε όρθια μέσα στην αυλή ενός εβραϊκού σπιτιού, και η μεταφορά τους το 1865 στη Γαλλία και ύστερα η κατεδάφιση του θαλάσσιου τείχους της Θεσσαλονίκης, που προγραμμάτισε η τουρκική διοίκηση το 1864 στα πλαίσια μιας πολιτικής εξευρωπαϊσμού και άρχισε να πραγματοποιείται το 1866. Αργότερα η κατεδάφιση επεκτάθηκε και στα πεδινά τμήματα του ανατολικού και δυτικού τείχους.

*

Μετά την επιστροφή του [Πέτρου Παπαγεωργίου (1859-1914)] από τη Γερμανία στη Μακεδονία, ενώ διατήρησε τα φιλολογικά του ενδιαφέροντα, άρχισαν οι επιγραφικές εργασίες να πληθαίνουν αισθητά. Ένα τεράστιο υλικό, που προερχόταν από την κατεδάφιση των τειχών της Θεσσαλονίκης, όπου ήταν εντειχισμένες οι ρωμαϊκές επιγραφές, κίνησε το ενδιαφέρον του […].

*

[Ο ίδιος γράφει στην Εικονογραφημένη Εστία του Δροσίνη το 1892:] Προ μηνός όλου περιεφέρετο παρ' ολίγοις τισί των πολιτών λόγος περί αρχιερατικού τάφου κεκρυμμένου εν τω τζαμίω της αγιάς Σοφίας, ού η μεγάλη πυρκαϊά του 1890 σπουδαίως έβλαψεν πάντα τα άλλα μέρη πλην του εν τω θόλω ονομαστού και περικαλλούς ψηφιδωτού του ανήκοντος εις τον Στ΄ αιώνα. Βεβαιότερά τινα εγένοντο γνωστά προ δύο εβδομάδων: κατάδικοι, ελέγετο, αναβιβασθέντες εις τον μιναρέν του τζαμίου, όπως καθαρίσωσιν αυτόν από των πετρών και χωμάτων, άτινα κατά την πυρκαϊάν και μετ' αυτήν εκάλυψαν την είσοδον και την κοχλιοειδή κλίμακα, παρετήρησαν εν τω επί της άκρας κορυφής κυπέλλω (κοινώς τσανάκ), αφ' ού άλλοτε ηκούετο του ιμάμη η προς τον Αλλάχ προσευχή, πλάκα εγγεγραμμένον έχουσαν το όνομα «Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης» και το έτος 1360·

επειδή δε κατά το έτος τούτο απέθανεν ο αρχιεπίσκοπος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ού η ημετέρα πόλις έχει το τίμιον λείψανον, το μόνον εκ των πολλών και πολυτίμων κειμήλιον της καείσης μητροπολιτικής εκκλησίας του αγίου Δημητρίου ως εκ θαύματος περισωθέν, ευλόγως υπετέθη ότι η πλάξ, καίπερ παραδόξως μη μνημονεύουσα το επώνυμον, ανήκει εις τον τάφον Γρηγορίου του Παλαμά, όστις κατά την μαρτυρίαν του Φιλοθέου πατριάρχου έκειτο προ της κατακτήσεως εν τω δεξιώ του αγίου Βήματος της πάλαι μητροπολιτικής εκκλησίας της αγίας Σοφίας. [...]

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται
(έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 130, 134, 138-139).

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

η δέσποινα της σαλονίκης


[…] να κατηφορίζει την ίδια πλατεία και να τούς διηγείται πως κάτω από το χώμα της θα έχει οπωσδήποτε κτίσματα, που όριζε μάλιστα και τη θέση τους, προσέχοντας πως η πρωινή υγρασία εκεί που υπήρχε τοίχος δεν απορροφιόταν από το χώμα και η γή στα σημεία εκείνα είχε χρώμα πιο σκούρο.

*

Παριστά δέσποινα στο τύπο της Μικράς Ηρακλεώτιδος. Κι αυτό το κτίριο πόσες μνήμες έχει!

Πρώτος που το ταύτισε με το Στάδιο και τη γνωστή, από το μαρτύριο του αγίου Δημητρίου, μονομαχία Νέστορα και Λυαίου ήταν ο Γιώργος Ιωάννου στο διήγημα «Στα καμένα». Τη γνώμη αυτή υποστήριξε με επιστημονικά επιχειρήματα ο καθηγητής Στυλ. Πελεκανίδης, […]. Ακόμα και σήμερα διακρίνονται στο σουβά διαφόρων δωματίων του χαράγματα παραστάσεων αγρίων ζώων, θηριομαχιών, μονομάχων, όπως επίσης και επιγραφές με επικλήσεις θείας χάριτος. Αυτή βέβαια είναι και η τελευταία περίοδος του κτιρίου, η χριστιανική, με τις θηριομαχίες και τα άλλα θεάματα, που τα παρακολουθούσε κι αυτό ο επίσκοπος της πόλης.

*

Και βέβαια η δέσποινα της Θεσσαλονίκης δεν ήταν το μόνο άγαλμα που βρέθηκε μέσα σ' αυτό το θέατρο. Οι ανασκαφές έφεραν στο φώς τρία ακόμη ακέφαλα αγάλματα που το κοσμούσαν. Οι αρχαιολόγοι έδωσαν στα τρία αγάλματα ονόματα Μουσών, ρυθμίζοντας έτσι τη σχέση μαζί τους.

Ο προσεκτικός ωστόσο σήμερα επισκέπτης του Μουσείου θα προσέξει πως τα τρία ολόγλυφα περίοπτα αγάλματα έχουν ορισμένα χαρακτηριστικά, που μπορούν πιο καθοριστικά να μιλήσουν για την ταυτότητά τους. Αν τα κοιτάξει κανείς από τα πλάγια βλέπει ότι έχουν κάποια χαρακτηριστική και εύκολα αντιληπτή κλίση προς τα μπροστά, πως είναι κάπως στενά σαν ξόανα και πως το πίσω μέρος τους είναι δουλεμένο μεταγενέστερα από το εμπρόσθιο με χοντρή ξοΐδα.

Οι παρατηρήσεις αυτές οδηγούν με ασφάλεια στη σκέψη ότι τα τρία ολόγλυφα αγάλματα ήταν αρχικά μορφές ανάγλυφες, πιθανότατα κοσμούσαν πεσσούς, που στέκονταν ψηλά -γι' αυτό και η κλίση τους προς τα μπροστά- πάνω από μια κιονοστοιχία της Αγοράς ή κι αυτού του Θεάτρου, όπως ακριβώς τα Είδωλα, οι Μαγεμένες (Incantadas) ανάγλυφες πάνω σε πεσσούς μορφές, που κοσμούσαν την κεντρική είσοδο προς την Αγορά της Θεσσαλονίκης […].

Δε
ν ήταν μόνο τα τρία αυτά αγάλματα, που ξέκρισαν από τους πεσσούς των οι χριστιανοί και στόλισαν το Θέατρό τους αλλά κι αυτή η δέσποινα, ρωμαϊκό κατά βάσιν άγαλμα του 2ου αι., ξαναδουλεύτηκε στα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Κι άλλο, πορτραίτο κάποιου φιλοσόφου, που δουλεύτηκε ξανά για να γίνει απόστολος και βρέθηκε μέσα στις ακαθαρσίες, που γέμισαν την υπόγεια στοά της Αγοράς στα μεταγενέστερα χρόνια.

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 87, 87-88, 88-89).

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2020

εκυμηθι


ΕΚΥΜΗΘΙ. Κατ' εξοχήν χριστιανική έκφραση του «απέθανε». Συναντάται όμως και στους αρχαίους συγγραφείς· ήδη στον Όμηρο μεταφορικά με τη σημασία του «αποθνήσκω»· «κοιμήσατο χάλκεον ύπνον» (Ιλ. Λ 41). Η προσδοκία της ανάστασης των νεκρών καθιέρωσε στα χριστιανικά χρόνια την πεποίθηση ότι θάνατος δεν σημαίνει τέλειος αφανισμός ψυχής και σώματος αλλά κοίμηση προσωρινή του ανθρώπου ώς τη Μέλλουσα Κρίση. «Διά τούτο και αυτός ο τόπος κοιμητήριον ωνόμασται, ίνα μάθης ότι οι τελευτηκότες ου τεθνήκασι, αλλά κοιμώνται και καθεύδουσι».

[…] Τα «λάθη» είναι πολύ γνωστές περιπτώσεις του γλωσσικού φαινομένου που λέγεται γιωτακισμός. Δεν οφείλονται μόνο στην αμάθεια και στην αδιαφορία του γραφέα. Έχουν σχέση και με τον προφορικό λόγο και τα γλωσσικά ιδιώματα.

[…] Επιδράσεις της μικρογράμματης γραφής στη μεγαλογράμματη είναι συχνές στη μεσαιωνική ελληνική γραφή, από τα τέλη του 9ου αι. κυρίως ώς τις αρχές του 11ου αι.

*

Στην Αίγυπτο επικρατεί άλλος τύπος· «εκοιμήθη ο μακάριος», είναι όμως παλαιότερος του προηγουμένου. Και οι δύο αναφέρονται σ' ένα γεγονός, στον θάνατο. Γι' αυτό μετά το όνομα του νεκρού ακολουθεί ο χρονικός προσδιορισμός της κοίμησής του. Και η επιγραφή τελειώνει.

*

Στην περίπτωση που ο χρονικός προσδιορισμός περιέχει μόνον μήνα και ημερομηνία, η αναφορά στην ημερομηνία δεν γίνεται πάντοτε με τη χρονική δοτική, π.χ. «απριλίω η΄», αλλά με την εμπρόθετη αιτιατική πληθυντικού «εις τας» ή σπανιότερα ενικού «εις την». Και οι δύο είναι μορφές της δημοτικής γλώσσας. Εμφανίζονται στον 9ο-10ο αι. που είναι περίοδος γενικότερων μεταλλαγών της ελληνικής γλώσσας.

*

Ώστε, «εκοιμήθη ο δούλος του Θεού Κωνσταντίνος μηνί Νοεμβρίω ογδόη στυκα΄ (=912)». […] Γιατί τάχα πρότεινε τούτη την ανάγνωση; Καταλάβαινε πολύ καλά πως μια άλλη εκδοχή «εκοιμήθη ο δούλος του Θεού Κωνσταντίνος μηνί Νοεμβρίω εις την κα΄», ανταποκρινόταν καλύτερα στα δεδομένα. […] Κατηφόρισαν προς τη λίμνη, όπου το νερό ήταν πολύ σκοτεινό για να καθρεφτίσει τα πλατάνια.

Χαράλαμπος Μπακιρτζής, Πεζά κείμενα με τίτλο Αρχαιολογικαί μελέται (έκδ. Β΄ επαυξημ. Άγρα, Αθήνα 1993, σσ. 11-12 και 23, 15, 16, 20, 20-21).

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2020

αρχαιότητες των Αθηνών ΙΙ


Ο Θουκυδίδης λέγει κάπου ότι, αν ερημωθή ποτέ η Σπάρτη και απομείνωσι μόνα τα ιερά της πόλεως και τα θεμέλια των κτισμάτων, δεν θα είναι πιστευτόν εις τους μεταγενεστέους, ότι είχεν άλλοτες μεγάλην δύναμιν η πόλις εκείνη, ενώ αν συμβή το αυτό εις τας Αθήνας, εκ των ερειπίων αυτών κρίνοντες θα φαντάζωνται την δύναμίν των διπλασίαν της πραγματικής.

Ο χρόνος δε εβεβαίωσε το ορθόν της κρίσεως του μεγάλου ιστορικού. Της Σπάρτης τόσον ασήμαντα είναι τα λείψανα, ώστε ουδέ την ελαχίστην παρέχουσιν ένδειξιν του παλαιού μεγαλείου.

*

Εκτός των τειχών δύο είναι τα αξιολογώτατα αρχαία μνημεία, το Στάδιον και οι τάφοι του Κεραμεικού. […] Λίθινοι θρόνοι και εδώλια δεν εκόσμουν κατά τους χρόνους εκείνους το στάδιον, αλλ' οι θεαταί εκάθηντο κατά γής. Μαρμάρινον δε κατεσκευάσθη το στάδιον πολλούς αιώνας ύστερον (εν έτει 131 μ.Χ.) υπό του Ηρώδου του Αττικού, όστις ιδίαις δαπάναις ανεκαίνισε και μεγαλοπρεπέστατα εκόσμησεν αυτό, αποδείξας πρόσφορον όχι μόνον προς γυμνικούς αγώνας, αλλά και προς θηριομαχίας και τάλλα συνήθη και προσφιλή του όχλου των ρωμαϊκών χρόνων βάρβαρα θεάματα.

*

Ο κάλλιστος [τάφος] πάντων είναι ο της Ηγησούς, στήλη έχουσα ανάγλυφον παράστασιν της Ηγησούς, λαμβανούσης παρά παιδίσκης κοσμήματα δια να στολισθή. Απέναντι του τόξου της Ηγησούς είναι μέγας μολοσσός, επιτύμβιον επίθημα.

Παρά τούτον υψηλή στήλη, εφ' ής ορθούται ισχυρός ταύρος και περαιτέρω επιτύμβιον ανάγλυφον του εν Κορίνθω των 394/3 πεσόντος ιππέως Δεξίλεω. Αξιολογώτατος διά την τέχνην αυτού είναι και ο της Δημητρίας και της Παμφίλης τάφος εν σχήματι ναΐσκου.

*

[…] το Ασκληπιείον, ιερόν του Ασκληπιού, του οποίου η λατρεία εισήχθη εις τας Αθήνας περί τα τέλη του Ε΄ αιώνος. Εις το τέμενος αυτού περιλαμβάνονται ιερά και βωμοί και άλλων τινών θεών, στοαί και πηγή ιερά εν μικρώ σπηλαίω, όπερ κατά τον μεσαίωνα μετεποιήθη εις χριστιανικόν εκκλησίδιον.

*

Βορειοδυτικώς της Ακροπόλεως υψούται ο Άρειος πάγος, ο βράχος εφ' ού κατά τους αρχαιοτάτους χρόνους ήδρευεν η εξ Αρείου πάγου βουλή, ήτις έπειτα συνήρχετο εις την Βασίλειον στοάν εν τη αγορά. Εκεί δε και όχι επί του βράχου φαίνεται, ότι είπεν εν έτει 54 μ.Χ. ο Απόστολος Παύλος τον προς Αρεοπαγίτας λόγον, όν αναφέρουσιν αι Πράξεις των Αποστόλων. Κατά την βορειοανατολικήν γωνίαν του βράχου υπάρχει χάσμα, όπου ίσως ήτο το πάλαι το ιερόν των Ευμενίδων.

*

Ο νοτιώτατος των λόφων, ο του Μουσείου, έχει έν μέγα τοιούτο πανάρχαιον οίκημα, την κοινώς λεγομένην Φυλακήν του Σωκράτους, διασκευασθέν κατά τους αρχαίους χρόνους εις αποθήκας ίσως ή εις τάφους.

*

Προς δυσμάς του Αστεροσκοπείου ήτο το Βάραθρον, όπου ερρίπτοντο οι καταδικασθέντες εις θάνατον, μη αναγνωριζόμενον νυν ένεκα των πολλών επιχώσεων.

*

Του πλαστικού κόσμου αυτού [του ναού του Θησείου] διετηρήθησαν αι εκ παρίου μαρμάρου ζωοφόροι [sic] της ανατολικής και της δυτικής πλευράς του σηκού, και αι ανάγλυφοι 12 μετόπαι της ανατολικής πλευράς της περιστάσεως, απεικονίζουσαι άθλους του Ηρακλέους, και ανά έξ της νοτίου και της βορείας πλευράς, απεικονίζουσαι άθλους του Θησέως· αι λοιπαί μετόπαι δεν είχον πλαστικόν κόσμον.

*

Το δ' Ολυμπιείον ή Ολύμπιον, ήτο ναός του Ολυμπίου Διός, ο μέγιστος ίσως των ελληνικών ναών μετά το εν Εφέσω Αρτεμίσιον και τον εν Διδύμοις ναόν του Απόλλωνος.


Ν.Γ. Πολίτης, “Αρχαιότητες των Αθηνών” εν Οδηγός των Αθηνών που εξέδωσε η Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων για την Μεσολυμπιάδα του 1906 (Ανατύπωση Δήμος Αθηναίων, Αθήνα 2002, σσ. 50, 52-53, 53, 63, 64, 65, 65-66, 66, 68).